ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΣ ΤΟΥ ΛΙΚΝΟΥ

ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΣ ΤΟΥ ΛΙΚΝΟΥ - ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΜΠΟΜΠΕΝ



Από τα ωραιότερα βιβλία που διάβασα τελευταία. Αυτοβιογραφικό, με γλώσσα λιτή και έντονη εικονοπλασία μας μεταφέρει πέρα από την νοσταλγία και τη χαρμολύπη. Ο λυρισμός του χαμηλόφωνος, μα τόσο διεισδυτικός δονεί πολλές από τις εσωτερικές μας αισθησιακές χορδές, περιγράφοντας κι αναδεικνύοντας την εσωτερική μας φωνή έκφρασης. Ο αυτοβιογραφικός του τόνος είναι δοσμένος με ευαισθησία και λεπτότητα. Ο Μπομπέν δεν διηγείται αλλά ταξιδεύει με όχημα την γλώσσα και τους αναγνώστες συνεπιβάτες. Οι στιγμές που περιγράφει ο λογοτέχνης, άλλες ευτυχέστερες άλλες πιο σκληρές είναι επενδεδυμένες με το χρώμα της αισιοδοξίας. Ο Μπομπέν ειναι ένας εραστής της ζωής, ένας ποιητής του αυθεντικού. 
Ο συγγραφέας ζει και δημιουργεί σε μια επαρχία της Γαλλίας, το Λε Κρεζό.

Ο ΠΡΩΣΣΟΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ

Ο ΠΡΩΣΣΟΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ - ΝΤ.Χ. ΛΩΡΕΝΣ


Ένα ακόμη μικρό αριστούργημα του Ντ Χ Λόρενς, του δημιουργού του κορυφαίου μυθιστορήματος του 20 αιώνα, "ο εραστής της Λαίδης Τσάτερλυ. Ο Λόρενς παρότι μοντερνιστής, καταφέρνει να διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον για την υπόθεση, με μοχλό την ευρηματικότητα. Αυτός ο συγγραφέας τα "έχει όλα", γλώσσα, στοχασμό, χαμηλότονο λυρισμό και πλοκή. Στην ιστορία αυτή μας δείχνει το χάσμα που χωρίζει 2 άντρες 20 και 40 ετών. Ο 40χρονος είναι αξιωματικός του πρωσσικού στρατού και ο 20χρονος η ορντινάντσα του. Η πρωτοτυπία έγκειται στο πως ο συγγραφέας δείχνει την ένταση που γιγαντώνεται ανάμεσά τους, μέσα από την σιωπή. Είναι καταπληκτικό το πως ο Λόρενς "περιγράφει τη σιωπή". 

"Πήγαινε στο πανδοχείο και φέρε μου..." ο αξιωματικός έδωσε τις διαταγές του. "Γρήγορα" πρόσθεσε. 
Στην τελευταία λέξη η καρδιά του υπηρέτη αναπήδησε σαν φλόγα και αισθάνθηκε τη δύναμη να ξαναγυρίζει στο κορμί του. Έκανε μεταβολή  πειθαρχώντας μηχανικά, και ρίχτηκε σε ένα βαθύ τρέξιμο στην κατηφόρα μοιάζοντας σχεδόν σαν αρκούδα, με το παντελόνι του να σακκουλιάζει πάνω στις στρατιωτικές μπότες του. Και ο αξιωματικός παρακολούθησε αυτήν την άσκεφτη και ξέφρενη κατεβασιά μέχρι το τέλος. Αλλά μόνο εξωτερικά, το σώμα του υπηρέτη πειθαρχούσε τόσο ταπεινά, τόσο μηχανικά. Μέσα του είχε σχηματιστεί σιγά - σιγά ένας πυρήνας όπου, συμπαγής και συμπυκνωμένη βρισκόταν όλη η ενέργεια αυτής της νεαρής ύπαρξης."

ΣΚΑΚΙΣΤΙΚΗ ΝΟΥΒΕΛΑ


ΣΚΑΚΙΣΤΙΚΗ ΝΟΥΒΕΛΑ - STEFAN ZWEIG

Το τελευταίο αριστούργημα του Τσβάιχ, σε μια μεταθανάτια έκδοση. Ο συγγραφέας απογοητευμένος με την ναζιστική θηριωδία και τις επιπτώσεις που είχε στον πολιτισμό, εκφράζει μέσα απο αυτό το έργο τις εσωτερικές συγκρούσεις και την κατάπτωση του ήρωα ύστερα από ένα φριχτό εγκλεισμό. Όπως όλοι οι σπουδαίοι συγγραφείς, ο Στέφαν περνάει τα μηνύματα του μέσα απο ένα αφήγημα δράσης, ώστε ο αναγνώστης να "θέλει να μάθει τι θα γίνει στη συνέχεια". Η τρέλα για μια ακόμη φορά βρίσκεται στο προσκήνιο με ανατροφοδότη της μια σκακιέρα, και έναν άνθρωπο που θα σπάσει τα όρια του εαυτού του αγγίζοντας τον πνευματικό θρίαμβο, με μεγάλο όμως εν τέλει τίμημα. 

Σε ένα ταξίδι με πλοίο από την Νέα Υόρκη με κατεύθυνση τη Νότια Αμερική, πραγματοποιείται η σύγκρουση δυο μεγαλοφυιών στο σκάκι. Ενός παγκόσμιου πρωταθλητή και ενός ανθρώπου που εξαιτίας του εγκλεισμού του από τους Ναζί σε ένα δωμάτιο, κατάφερε να αποστηθίσει εκατοντάδες παρτίδες και να αποκτήσει την οξυδέρκεια της προβλεψιμότητας της επόμενης κίνησης.  Δυο εντελώς διαφορετικοί χαρακτήρες, δυο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι με τις δικές τους ιδιαιτερότητες συγκρούονται για να αποκαλύψουν στον αναγνώστη τα όρια της ανθρώπινης αντοχής, την ιδιορρυθμία της μεγαλοφυΐας, και το σημαντικότερο : η έκθεση στον παρατεταμένο πόνο είναι που αναγκάζει τον άνθρωπο να σπάσει το κέλυφος των ορίων του. 





ΑΡΜΑΝΤΕΙΛ

ΑΡΜΑΝΤΕΙΛ - WILKIE COLLINS

Ένα καταπληκτικό μυθιστόρημα, που παρά τις 1200 σελίδες του διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον, έως την τελευταία σελίδα του. Ο συγγραφέας Wilkie Collins(Μαύρη Καλλονή), σύγχρονος του Ντίκενς, καταφέρνει να δημιουργήσει μια τοιχογραφία της Αγγλίας της εποχής, και να εντυπωσιάσει με τις πρώτες αναφορές στην ψυχανάλυση 40 χρόνια πριν τον Φρόιντ. Ο Κόλλινς ρίχνει το βάρος της αφήγησης στην πλοκή, σε αντίθεση με τον φίλο του τον Ντίκενς που θεωρούσε πως οι χαρακτήρες των ηρώων, είναι το βασικότερο στοιχείο σε ένα έργο. Χωρίς να μειονεκτεί ωστόσο και ως προς αυτό τον τομέα, ο συγγραφέας μέσα από ένα ντελίριο, συνωμοσιών, διαπλοκών, συμπτώσεων και περιγραφών κατορθώνει κάτι δύσκολο: Να αναγκάζει τον αναγνώστη να θέλει να διαβάσει "λίγο ακόμη" ακόμη κι όταν νομίζει ότι δεν προλαβαίνει. Και μην βιαστεί κανείς να το χαρακτηρίσει ένα απλό "περιπετειώδες αφήγημα μυστηρίου εποχής" διότι θα πέσει έξω. Η εξαιρετική και "κομψή" γλώσσα, η καταβύθιση στο ανθρώπινο ασυνείδητο και η ζωντάνια των χαρακτήρων του, τον κάνουν να φαντάζει πρωτοπόρος ακόμη και σήμερα. Είναι λίγα τα βιβλία που κατορθώνουν να ¨εικονοποιούν" την αφήγηση και ο αναγνώστης να προσλαμβάνει με μέθεξη τη ροή του κειμένου, λες και παρακολουθεί κινηματογραφική ταινία. Ο Κόλλινς το πετυχαίνει αυτό, με το Αρμαντέιλ. 
Μια από τις ωραιότερες εκδόσεις της νέας αυτής σειράς του Gutenberg. Η μετάφραση από την Σάντυ Παπαϊωάννου απλά εξαιρετική.

Ο ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΛΑΙΔΗΣ ΤΣΑΤΕΡΛΥ

Ο ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΛΑΙΔΗΣ ΤΣΑΤΕΡΛΥ - ΝΤ.Χ. ΛΩΡΕΝΣ

Έχουμε θίξει επανειλημμένως σε αυτό εδώ το γκρουπ, το πόσο σημαντικό είναι ο συγγραφέας να καταφέρνει να επικοινωνήσει με το κοινό, όσο το δυνατό πιο ευρύ, χωρίς όμως να κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα της γραφής του αλλά και στα βαθύτερα πιστεύω του. Ο εραστής της Λαίδης Τσάτερλυ, του Λόρενς είναι ένα από αυτά τα βιβλία. Όχι διότι έγινε ευρύτερα γνωστό λόγω του ερωτικού του περιεχομένου σε μια εποχή που κάτι τέτοιο σκανδάλιζε, αλλά περισσότερο λόγω της εξαιρετικής γλώσσας, των κοινωνικοπολιτικών παρεμβάσεων και του στοχασμού του συγγραφέα.
«Η κοινωνία ήταν ανηλέητη, καθότι ανισόρροπη. Η πολιτισμένη κοινωνία είναι ανισόρροπη. Το χρήμα και ο αποκαλούμενος έρωτας αποτελούν τις δύο μεγάλες μανίες της, το χρήμα προηγείται με διαφορά. Το άτομο καταξιώνεται μέσα στην αλλοπρόσαλλη παράνοια του με δυο μέσα : Το χρήμα και τον έρωτα…».
Οσοι θέλουν να δουν πως γράφεται ένα ερωτικό μυθιστόρημα ποιότητας πρέπει να διαβάσουν τον «Εραστή». Ισως έτσι ξεφύγουν για λίγο από τα «τούβλα» που προσφερει η ευτέλεια μιας εποχής, όλο και χαμηλότερης προσφοράς σε αγαθά που «προάγουν την αρετή». Το έργο γράφτηκε στο 1928, σε μια εποχή – μεταξύ των δυο μεγάλων πολέμων – όπου ο πουριτανισμός ακόμη ανθούσε. Η κυκλοφορία του βιβλίου απαγορεύτηκε. Αυτό που σόκαρε περισσότερο, δεν ήταν οι ερωτικές σκηνές, όσο η χρήση «ωμών λέξεων» στην περιγραφή των ερωτικών σκηνών, τόσο φυσικά όμως ενταγμένων στην φιλοσοφία αυτού που ήθελε ο συγγραφέας να «περάσει», ώστε αυτό ακριβώς να αποτελεί και ένα από τα πλεονεκτήματα της γραφής του. Η δικαίωση ήρθε για το συγγραφέα, τον εκδοτικό οίκο αλλά κυρίως για την ίδια την «ελευθερία της έκφρασης» στις 2/11/1960.
Η σύγκρουση των τάξεων, η πολιτική κατάσταση της εποχής, τα πιστεύω ενός αριστοκράτη, η βαθύτερη έκφραση της αγάπης, η αληθινή φύση της γυναίκας, ο έρωτας σαν ουσία και όχι σαν πρόσχημα ένωσης δύο ανθρώπων, όλα αυτά στις σελίδες του βιβλίου του Λόρενς.

Ο ΣΥΛΛΕΚΤΗΣ

Ο ΣΥΛΛΕΚΤΗΣ - ΤΖΩΝ ΦΟΟΥΛΣ


Το πρώτο βιβλίο του Φώουλς που εκδόθηκε αν και είχε ηδη αρχίσει τη συγγραφή του Μάγου. Το βιβλίο μεταφέρθηκε στην μεγάλη οθόνη το 1965, από τον Γουίλλιαμ Γουάιλερ, με πρωταγωνίστρια την εξαιρετική Σαμάνθα Εγκαρ. Ο τρόπος της αφήγησης και οι διάλογοι των ηρώων, καθιστούν το έργο, ένα εξαιρετικό λογοτεχνικό κείμενο αν και σε πρώτη ανάγνωση είναι ένα καλοσχεδιασμένο θρίλερ. Ένας νεαρός - όχι ιδιαίτερης ευφυίας, απαγάγει μια όμορφη φοιτήτρια της σχολής καλών τεχνών. Της φέρεται υπέροχα με αποτέλεσμα να αρχίσει μεταξύ τους μια έντονη συναναστροφή που όμως θα αναδείξει το διαφορετικό κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο που ανήκουν. Απ' τα ωραιότερα βιβλία του 20 αιώνα που αποδεικνύουν ότι η καλή λογοτεχνία, μπορεί να έχει και πλοκή, εκτός από το να προβάλλει όλα τα άλλα στοιχειά που ο μοντερνισμός και ο μεταμοντερνισμός ανέδειξε. Η γλώσσα του Φώουλς σε αυτό το πρώτο βιβλίο δεν βρίσκεται στο επίπεδο των επόμενων έργων του, όπως η "Ερωμένη του Γάλλου υποπλοίαρχου" ή στο "Μάγο" αλλά η προσοχή ούτως ή άλλως πέφτει περισσότερο στην υπόθεση. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται περισσότερο στους διαλόγους των πρωταγωνιστών ενώ η συγκίνηση για την τύχη της κοπέλας κορυφώνεται όσο κυλούν οι σελίδες. Το τέλος είναι απρόβλεπτο. 

ΤΟ ΤΟΥΝΕΛ

ΕΡΝΕΣΤΟ ΣΑΜΠΑΤΟ – ΤΟ ΤΟΥΝΕΛ

Ο Αργεντινός συγγραφέας Ερνέστο Σάμπατο, έγινε γνωστός μετά την έκδοση του πρώτου του βιβλίου με τίτλο «το Τούνελ» το 1948. Το θέμα του μυθιστορήματος είναι κλασικό: η δολοφονία μια ωραίας δεσμευμένης γυναίκας από τον εραστή της. Ο τρόπος όμως που παρουσιάζεται η ιστορία είναι που σαγηνεύει τον αναγνώστη και συντελεί στην επιτυχία του βιβλίου. Η γλώσσα στεγνή, αποφλοιωμένη από λογοτεχνικά φτιασίδια, και η εξέλιξη της αφήγησης, σχεδόν αστυνομικού τύπου τραβούν το ενδιαφέρον παρ’ όλη την αρχική εξομολόγηση του αφηγητή ζωγράφου για το φόνο που διέπραξε. Η εξιστόρηση σε πρώτο πρόσωπο «ζεσταίνει» την αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα, που σε όλο το έργο παλεύει με τον εαυτό του με «ντοστογιεφσκικό» τρόπο. Εκεί έγκειται και η ποιότητα του βιβλίου, στο «σκάψιμο» του Σάμπατο, στα ενδότερα της ψυχής αλλά και του τρόπου με τον οποίο μεταβάλλεται ο ψυχισμός του δολοφόνου. Η επιτυχία αυτής της ενδοσκόπησης είναι ότι ο αφηγητής – ήρωας δε γίνεται ποτέ κουραστικός καθ’ όλη την διάρκεια του μυθιστορήματος. Δεν υπάρχει φλυαρία πουθενά στο έργο. Ο λόγος – εξομολόγηση του δολοφόνου συντελεί στην εν μέρει λύτρωσή του. Επίσης δεν λείπει στο μυθιστόρημα η στοχαστική διάθεση, χωνεμένη όμως με μαεστρία στο ρυθμό του ξετυλίγματος της πλοκής: 

«..Αλλά είναι αρκετά παράξενο που σ' έναν άνθρωπο δεν αρκεί να έχει γλιτώσει τα μαρτύρια και το θάνατο, για να ζει ευχαριστημένος. Όταν αρχίζει να αποκτάει ξανά ασφάλεια, η περηφάνια, η ματαιοδοξία, η υπεροψία, που, φαινομενικά, είχαν εξαφανιστεί για πάντα, αρχίζουν να φανερώνονται ξανά, σαν ζώα που είχαν φύγει τρομαγμένα. Και, κατά κάποιον τρόπο, ξαναγυρίζουν με μεγαλύτερη έπαρση, σαν να ντρέπονταν που δεν είχαν πέσει τόσο χαμηλά».

ΕΒΕΝΙΝΟΣ ΠΥΡΓΟΣ

ΕΒΕΝΙΝΟΣ ΠΥΡΓΟΣ – ΤΖΩΝ ΦΩΟΥΛΣ


Ο «Εβένινος Πύργος» είναι το τελευταίο βιβλίο του Φώουλς. Ο «Πύργος» είναι μια ενδιαφέρουσα νουβέλα, γραμμένη από το χέρι του δημιουργού της «Ερωμένης του Γάλλου υποπλοιάρχου» και του «Συλλέκτη», το 1988. Ο φιλέλληνας Φώουλς – δίδαξε αγγλικά κατά τη δεκαετία του 1950 στις Σπέτσες- έφυγε από τη ζωή το 2005 – ενώ είχε επισκεφτεί την Ελλάδα αρκετές φορές και τα επόμενα χρόνια. Αν και δε τον ενδιέφερε η εμπορικότητα εν’ τούτοις υπήρξε ευπώλητος συγγραφέας, ενώ κατάφερε να συνδυάσει το ποιοτικό με το εύληπτο, αν και τα βιβλία του είναι πολυεπίπεδα. Το έργο του καταπιάνεται με θέματα κοινωνικά, πολιτικά, ερωτικά, ενώ οι ρίζες της έμπνευσης του ξεκινούν από την παράδοση. Το φυσικό περιβάλλον και ο έρωτας εμποτίζουν τον ψυχισμό του κάτι που διαφαίνεται στο σύνολο του έργου του, ενώ η φαντασία του καλπάζει, σε κατά τα άλλα ρεαλιστικά έργα. Επίσης είναι μάστορας στην κατασκευή των διαλόγων των ηρώων. Το στόρυ του «Εβένινου Πύργου», είναι το εξής. Ένας νεαρός ζωγράφος επισκέπτεται έναν ομότεχνο του – θρυλική φιγούρα - ηλικιωμένο στην έπαυλη του όπου ζει με τις δυο του ερωμένες. Αρα το θέμα του έργου είναι αφενός η τέχνη και η σχέση της με τον έξω κόσμο αφετέρου η σύγκρουση των δυο κόσμων, του νέου και του γέρου. Χωρίς να είναι συναρπαστικό βιβλίο, ο «εβένινος Πύργος» έχει όλα εκείνα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που το κατατάσσουν στην υψηλή λογοτεχνία. Βασικά είναι μυθιστόρημα χαρακτήρων – με κύρια εστίαση στους δυο άνδρες και τη σχέση τους – ενώ οι νεαρές συμπληρώνουν τον πίνακα, σαν «ερωτικό αλατοπίπερο».

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ – ΣΕΛΙΝ

Ωμός, ανατρεπτικός και ρεαλιστικός πέρα από τα εσκαμμένα, ο Σελίν παρέδωσε το 1932, το αριστούργημά του «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» αδιαφορώντας για τις συνέπειες και τις διαμαρτυρίες που θα προκαλούσε. Ο λόγος του συγγραφέα είναι ανατρεπτικός όχι μόνο για το «προφορικό ύφος» αλλά περισσότερο διότι περιγράφει πρόσωπα και καταστάσεις χωρίς καμιά επιτήδευση και κάλυψη, ακριβώς με τον τρόπο που τα βίωσε. Κοινώς λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Ο Σελίν ήταν άνθρωπος με φιλογερμανικές τάσεις και κατηγορήθηκε ως αντισημίτης. Πουθενά στο βιβλίο δεν διακρίνεται αυτό. Τουλάχιστον από αναγνώστη που δεν επηρεάζεται από ήδη προυπάρχουσες «ετυμηγορίες». Όλο το κείμενο διαπνέεται από την αίσθηση ματαιότητας που αποκόμισε ο συγγραφέας βιώνοντας τη φρίκη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου μέσα από τα χαρακώματα. Δεν κρύβει τίποτα. Δεν παριστάνει τον ήρωα, ευθέως ομολογεί ότι το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να «γλυτώσει από αυτή την κόλαση». Η μια κόλαση διαδέχεται την άλλη. Μετά τον πόλεμο η Αφρική, η μαλάρια, η αφόρητη ζέστη, η ανυπόφορη καθημερινότητα. Η σχέση του με μια πόρνη και τα αισθήματα που αναπτύσσονται είναι το μόνο σημείο παρηγοριάς. Φεύγει κι από εκείνη. Γυρίζει πίσω στη Γαλλία και αφού πάρει το πτυχιο του ασκεί το ιατρικο επάγγελμα. Πάλι ο θάνατος και η τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης σε πρώτο πλάνο. Ο Σελίν προτάσσει και πάλι αυτό που ως φύση έλκει. Το σκοτεινό και δύσβατο. Κάθε μέρα είναι και μια κοπάνα περισσότερη από τα χέρια του θανάτου. Ο άνθρωπος είναι ένα σακί με εντόσθια που απλά καθημερινά αναβάλλει την μέρα που θα «αποχωρήσει». 

Η γλώσσα, είναι χειμαρρώδης και ρέει αβίαστα μεταξύ ωμών περιγραφών, βωμολοχιών αλλά και αριστουργηματικών ποιητικών παραγράφων ή και μίξη των παραπάνω. Το ύφος του βιβλίου μπορεί να εκληφθεί σαν ύφος προσωπικού ημερολογίου, όπου ο συγγραφέας γράφει σαν να πρόκειται μόνο ο ίδιος να ξαναδιαβάσει κάποτε το κείμενο. Τελειώνοντας το βιβλίο νιώθεις μάλλον καλύτερα, αν αναλογιστείς ότι η ζωή σου δεν έχει καμιά σχέση με την κόλαση στην άκρη της νύχτας που περιγράφει ο συγγραφέας. Ισως αυτός είναι ένας παραπάνω λόγος για την ανάγνωση αυτού του τόσο σημαντικού έργου.

«…Είχε πολύ δίκιο η Μόλλυ,άρχιζα να την καταλαβαίνω. Οι σπουδές σ’ αλλάζουν, σε κάνουν άνθρωπο περήφανο. Πρέπει να περάσεις απ’ τις σπουδές για να χωθείς στα βάθη της ζωής. Πριν απ’ αυτές περιστρέφεσαι γύρω της μονάχα. Το παίζεις χειραφετημενος, αλλά σκονταφτεις σε μικρά τίποτα. Ονειρεύεσαι υπερβολικά. Γλιστράς πάνω σε όλες τις λέξεις. Δεν είναι αυτό που θες. Μονο προθέσεις είναι όλα τούτα, προσχήματα. Αλλά χρειάζεται ο αποφασισμένος. Αν και δίχως ιδιαίτερη κλίση, εγώ χάρη στην ιατρική, είχα πλησιάσει τους ανθρώπους, τα ζώα, τα πάντα. Τώρα δεν έμενε παρά να ορμήσω κατευθείαν στο ψητό. Ο θάνατος τρέχει ξοπίσω σου, πρέπει να βιαστείς, και πρέπει να φας ενόσω ψάχνεις, κι επιπλέον πρέπει να γλυτώσεις από τον πόλεμο. Έχεις δηλαδή κάμποσα να κάνεις. Δεν είναι παίξε γέλασε».

Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ


Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ – ΦΡΑΝΤΣ ΚΑΦΚΑ
Έργο σταθμός στην λογοτεχνική ιστορία του 19ου αιώνα, η «Μεταμόρφωση» εκδόθηκε σε βιβλίο όσο ο συγγραφέας ήταν στη ζωή, το 1915. Τα επόμενα σπουδαία έργα του, ο «Πύργος» και η «Δίκη» εκδόθηκαν μετά τον θάνατο του αν και είχε αποφασίσει να τα καταστρέψει. Ευτυχώς τα διέσωσε ο φίλος του Μαξ Μπροντ. Το παράλογο στη «μεταμόρφωση» κάνει την εμφάνιση του πολύ γρήγορα. Ο Γκρέγκορ Σάμσα, δημόσιος υπάλληλος ξυπνάει ένα πρωί μεταμορφωμένος σε σκαθάρι. Από κεί και πέρα το έργο συνεχίζεται βασισμένο σε αυτό το γεγονός με απόλυτα ρεαλιστικό τρόπο. Φυσικά το συμβάν είναι υπερφυσικό αλλά δεν υπηρετεί τους «κανόνες» ενός έργου του φανταστικού, όπως η πρόκληση τρόμου ή η επιστημονική φαντασία. Το «σκαθάρι» είναι η «αφορμή» για μια εκπληκτική αλληγορική ιστορία που καταθέτει τις βασικές εμμονές του συγγραφέα για την σύγχρονη κοινωνία και τον κόσμο. Επίσης η κατάλυση της έννοιας του «δισταγμού» και της αμφιβολίας δυο βασικών θεμελιωδών εννοιών του φανταστικού, απομακρύνει τη «Μεταμόρφωση» από την εκεί κατηγοριοποίηση της. Οι χαρακτήρες του έργου αποδέχονται σχεδόν πλήρως τα αδιανόητο, την μεταμόρφωση ενός ανθρώπου σε έντομο.
Η σατιρική προσέγγιση της υπόθεσης πράγματι προκαλεί το γέλιο σε αρκετά σημεία όπως στο σημείο που κυνηγάνε τον Γκέγκορυ για να τον συνθλίψουν. Δεν είναι όμως αυτός ο σκοπός του Κάφκα. Η μεταμόρφωση των υπολοίπων προσώπων σε καρικατούρες, η αποδόμηση της οικογενειακής συμπαράστασης στα δύσκολα, η τελική αποστασιοποίηση της μητέρας, όπως και το τελικό «πέταγμα» του γιου τους στα σκουπίδια, σηματοδοτεί την «ανάγκη» για αντιμετώπιση της νέας «ρεαλιστικής πραγματικότητας», με το κόστος της διαπόμπευσης και του στιγματισμού - αυτή είναι η «πύρρειος νίκη» του Γκρέγκορυ. Η κυριαρχία του παραλόγου στη σύγχρονη πραγματικότητα είναι η κατάδειξη του Κάφκα. Μια κατάδειξη που θα διατυπωθεί πιο ρεαλιστικά αλλά περισσότερο έντονα στα επόμενα έργα του «Δίκη» και «Πύργος».

Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΙΝΑ

Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΙΝΑ – ΠΑΤΡΙΚ ΚΑΒΑΝΑ
Ο Κάβανα θεωρείται σήμερα ο μεγαλύτερος Ιρλανδός ποιητής μετά τον Γέητς. Κατά την διάρκεια της ζωής του λοιδωρήθηκε, ενώ ήρθε σε αρκετές συγκρούσεις και με το λογοτεχνικό κατεστημένο της εποχής. Είχε το παράπονο ότι το έργο του δεν είχε αναγνωριστεί. Η ζωή του ήταν δύσκολη, μια κλωστή ανάμεσα στην διανόηση και τη βιοπάλη, ανάμεσα στο στοχασμό και τις εξαρτήσεις. Με το σημαντικότερο βιβλίο του «Η μεγάλη πείνα», ο ποιητής προσφέρει μια τοιχογραφία της ιρλανδικής υπαίθρου της δεκαετίας του 1940. Η οιδιπόδεια σχέση μάνας και γιου, η ερωτική έλλειψη και ο σκληρός βίος της υπαίθρου είναι μερικά από τα θέματα του έργου. Η στρωτή γλώσσα του Κάβανα με τις λυρικές εξάρσεις και το γεμάτο χυμούς στιχουργικό του περπάτημα, σαγηνεύει και καθηλώνει. Το κείμενο ξεδιπλώνεται μεταξύ ποιήματος και πεζού λόγου με στέρεο ρυθμικό τέμπο και αφηγείται μια ιστορία. Την ιστορία του Πάτρικ Μαγκουάιαρ, ενός ανέραστου αγρότη πιστού στη ζωή της φάρμας. Έμεινε δίπλα στη μάνα του μέχρι που εκείνη «έφυγε» στα 91 της χρόνια. Εκτός από τις απόλυτα αναμενόμενες μεταφορές και εικόνες, το ποίημα δεν χαρακτηρίζεται από την σκοτεινότητα του μοντερνισμού. Η ανάγνωση του ποιήματος παρόλη την διαφορά κουλτούρας σε σχέση με τον ιρλανδικό τρόπο ζωής μας φαίνεται οικεία διότι χρησιμοποιεί την παράδοση σαν βάση για να αναπτύξει το ανθρώπινο δράμα και το στοιχείο φολκλόρ σαν «ένδυμα». 
«Ένα σκυλί ξαπλωμένο κάτω από το κάρο, πάνω σ’ ένα σκισμένο σακάκι
Ένα άλογο σκυφτό στο ανθισμένο ύψωμα σέρνει το σκουριασμένο αλέτρι.
Τρία κεφάλια κρεμασμένα ανάμεσα σε ορθάνοιχτα πόδια.
Ο Οκτώβρης παίζει μια συμφωνία σε χαλαρό συρμάτινο φράχτη.
Ο Μαγκουάιρ ατενίζει τα ισοπεδωμένα αυλάκια και τους πυρόλιθους…»

Η στοχαστικότητα του Κάβανα απλώνεται διάχυτη σε όλη την έκταση της ποιητικής πρόζας, σοφά αφομοιωμένη από το ύφος.
«Πήγαινε στη λειτουργία και προσευχήσου
και ομολόγησε τις αμαρτίες σου ν’ ανοίξει η τύχη σου». Είπε η μάνα.
Άκουσε το ψέμα. Το γυναικείο παραπέτασμα. Που απλώνουν οι μαλακοί μηροί γύρω από τη συνείδηση…»
Στο Colected Pruse ο ποιητής γράφει: ‘Η αθανασία δεν είναι κάτι μελλοντικό, είναι το πέραν του χρόνου παρόν. Ένα άνθος είναι αθάνατο μέσα στη δική του χρονική στιγμή. Μια λάμψη από καλοκαιρινή ηλιαχτίδα είναι αθάνατη. Στιγμές ευτυχίας, λύπης ή χαράς είναι αθάνατες. Ένας άνθρωπος είναι αθάνατος όταν οι ιδέες του βρίσκουν απήχηση στους νέους».

JOSEPH ROTH – HOTEL SAVOY - 1924

JOSEPH ROTH – HOTEL SAVOY - 1924

Το ξενοδοχείο του μεσοπολέμου Hotel Savoy, είναι το αριστούργημα του Ροθ, γραμμένο το 1923. Οι επτά όροφοι του κτίσματος αποτελούν επίπεδα στην ίδια την κόλαση, (όσο ανεβαίνει κάνει σε ορόφους η φτώχεια είναι περισσότερο έκδηλη) όπου ο συγγραφέας περιγράφει την ζωή των ανθρώπων της εποχής. (μάλλον από τον Ροθ επηρεάστηκε ο Ιταλός Ντίνο Μπουτζάτι στο έργο του, «οι 7 αγγελιοφόροι») Προσωπικότητες διαταραγμένες, κουρασμένες, ανήμπορες για ψυχική ανακούφιση περιφέρονται σαν βρυκόλακες που ονειρεύονται την ανακούφιση και τον πλούτο. Ο Γκάμπριελ Νταν, αυστριακός στρατιώτης είναι κατά κάποιον τρόπο ο πρωταγωνιστής του έργου. Ο Νταν αποτελεί «όχημα» για τον συγγραφέα, για να περιγράψει τις αντιθέσεις που υπάρχουν μέσα στο ξενοδοχείο και να τονίσει τις αντιξοότητες. Το «ωραίο» με τον Ροθ είναι ότι καταφέρνει μέσα από μια απλή γραφή χωρίς επιτηδεύσεις, όχι μόνο να περιγράψει την κατάσταση μέσα στο ξενοδοχείο, αλλά και να προβάλλει τις κοινωνικές και πολιτικές αντιθέσεις που κυριαρχούν. Μια κηδεία για παράδειγμα, αποτελεί μια απλή διαδικασία, μια τελετή διεκπεραίωσης, ο φτωχός «πετιέται» σε μια γωνιά και σκεπάζεται. Ο κυνισμός αυτός δοσμένος με έναν «καφκικό» τρόπο και μια λεπτή ειρωνεία, όπως και σε άλλα του έργα αποτελεί το σήμα κατατεθέν της γραφής του.
«Μια φορά είδε στον ύπνο του ότι έθαβαν τον πατέρα του. Ξύπνησε κι έκλαιγε κι εγώ δεν ήξερα τι να τον κάνω αυτόν τον μεγαλόσωμο άντρα που έκλαιγε.Κάποια άλλη νύχτα βλέπει στον ύπνο του μια αγελάδα να ψοφάει, μου το λέει, μοιάζει αδιάφορος…»

ΜΑΚΒΕΘ

ΜΑΚΒΕΘ – ΟΥΙΛΛΙΑΜ ΣΑΙΞΠΗΡ
Το να καταπιάνεται κανείς με αυτά τα τεράστια σε λογοτεχνικό μέγεθος έργα συνιστά μια πραγματική απόλαυση. Ειδικότερα αν πρόκειται για έργα του ανυπέρβλητου δραματουργού, Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, του ανθρώπου που οριοθέτησε όχι μόνο την εποχή του αλλά και όλη την μετέπειτα λογοτεχνική εξέλιγκτική πορεία. Ο «Μάκβεθ» έργο γραμμένο μεταξύ 1603 και 1606, θεωρείται από τις σημαντικότερες τραγωδίες του συγγραφέα κι είναι η συντομότερη τραγωδία του δραματουργού αποτελούμενη από πέντε πράξεις. Τα κεντρικά πρόσωπα του έργου είναι ο ίδιος ο στρατηγός Μάκβεθ μετέπειτα βασιλιάς – κι η γυναίκα του Λαίδη Μάκβεθ. Στόχος η κατάληψη της εξουσίας από τον νόμιμο βασιλιά Ντάνκαν. Το έργο σε πρώτη ανάγνωση είναι μια ίντριγκα, μια περιπέτεια με δολοφονίες, μάγισσες, δολοπλοκίες και ανατροπές. Στην ουσία όμως αποτελεί όμως μια πλατύτερη τοιχογραφία της ανθρώπινης ψυχής και των μύχιων επιθυμιών της. Το έργο πραγματεύεται θέματα όπως η δίψα για εξουσία, η ανησυχία ο φόβος, η επιρροή σε κοντινά πρόσωπα, ο φθόνος, η δολοφονία και φυσικά η έννοια της μοίρας και του πεπρωμένου. Οι μάγισσες συνθέτουν ένα πραγματικά ατμοσφαιρικό περιβάλλον. Είναι εκείνες που άναψαν τη σπίθα στο μυαλό του Μάκβεθ, και την μετέτρεψε σε φλόγα η σατανική γυναίκα του η Λαίδη Μάκβεθ. Γεννιούνται κατά την ανάγνωση πολλά ερωτηματικά. Είναι ο άνθρωπος δέσμιος του πεπρωμένου του ή δύναται να το επηρεάσει; Ποια η αντίδραση του καπηλευτή του θρόνου όταν ένα «ολόκληρο δάσος θα βαδίσει πάνω του»; Όταν δηλαδή όλοι θα στραφούν εναντίον του. Ο Μάκβεθ είναι ολόκληρος μια τραγική φιγούρα, έρμαιο των «συμβουλών» της γυναίκας του.
Η δολοφονία αποτελεί «εργαλείο» προώθησης των σαιξπηρικών έργων. Είναι καταλύτης. Υπάρχει άλλοθι για την δολοφονική πράξη ή ο φόνος αποτελεί αναπόφευκτο «μέσο» κυριαρχίας για την κατάληψη μιας θέσης στην ιστορία; Για τους Μάκβεθ αποτελεί μια αναγκαία πράξη για την επίτευξη των στόχων τους. Η Λάιδη Μάκβεθ, αντιπροσωπεύει την αιώνια σύζυγο που υπόγεια κινεί τα νήματα ενός άβουλου ανδρός ή απλώς αντανακλά το πνεύμα της ίδιας της μοχθηριάς; Τελικά κι ίδια πέφτει θύμα της ίδιας της, της σατανικής φύσης. Το ίδιο το έργο μπορεί να γεννήσει πάμπολλα ερωτηματικά και να προσδώσει αντίστοιχες απαντήσεις, η ίδια η διαχρονικότητα του όμως οφείλεται εκτός από την γλώσσα και το πνεύμα, στην νοοτροπία και τον τρόπο σκέψης των ηρώων που είναι πάντα επίκαιροι.
Σε μια διαφορετική ανάγνωση ο Μάκβεθ γίνεται συμπαθής στο κοινό, ο ίδιος είναι ένα θύμα , υποχείριο της μοίρας και της σατανικής λαίδης, δεν είναι από φύση κακός όπως ο Ριχάρδος ο 3ος (σε ένα έργο όπου και πάλι αναδεικνύεται η δίψα για εξουσία), «αναγκάζεται» να διαφθαρεί. Μήπως ο ίδιος ο σφετεριστής βασιλιάς, είναι ένας από εμάς, υποχείριο της ειμαρμένης; Μήπως το κυνήγι για την εξουσία αντανακλά την αιώνια δίψα του ανθρώπου για την ευτυχία που τελικά μετατρέπεται στην ίδια του την νέμεση;
Ο ίδιος (ο Μάκβεθ) αναφέρει: (σκηνή 7)
«…Όμως σε περιπτώσεις όπως η τωρινή, οι πράξεις μας εδώ κρίνονται,
και όταν δίνουμε μαθήματα για φόνο, κάποια στιγμή αυτά
γίνονται όπλα των μαθητών και τιμωρούν τον δάσκαλο.
Και η δικαιοσύνη παίρνει στα σωστά της χέρια το κύπελλο
Με το δικό μας το φαρμάκι και μας το φέρνει στα χείλη…»

ΜΠΕΝΙΤΟ ΣΕΡΕΝΟ

Herman Melville – ΜΠΕΝΙΤΟ ΣΕΡΕΝΟ – 1855.

Μια σφιχτοδεμένη νουβέλλα με έμφαση περισσότερο στους χαρακτήρες και λιγότερο στην πλοκή,είναι το Μπενίτο Σερένο του Μέλβιλ (δημιουργού του αριστουργηματικού «Μόμπυ Ντικ»). Ο συγγραφέας σκιαγραφεί με λεπτομέρεια την σχέση δυο πλοιάρχων, του Αμεσσάι Ντηλέηνο και του Μπενίτο Σερενο. Το έργο βασίζεται στην αφήγηση του πλοιάρχου Ντηλέηνο (1817) και αφορά μια εξέγερση σκλάβων το 1799, σε ένα ισπανικό εμπορικό πλοίο. Μπροστά από την εποχή του, ο συγγραφέας, περιορίζει το λεκτικό «βερμπαλισμό» της εποχής και παρουσίαζει μια πυκνή φόρμα μέσα από μια άρτια αφήγηση. Ο Μέλβιλ «παίζει με το μυαλό» σε ότι αφορά την σχέση των δυο ανδρών, αλλά και του αναγνώστη, θυμίζοντας αφηγήματα μοντερνιστών. Οι εκ των πραγμάτων αναφορες σε μαύρους σκλάβους γεννά ερωτηματικά για την άποψη του συγγραφέα για την δουλεία. Στην πραγματικότητα ο Μέλβιλ απλά θέλει να προκαλέσει ερωτήματα στη σχέση «λευκού-μαύρου» και «αφέντη – δούλου». Παραθέτουμε απόσπασμα:
«Αν είναι δυνατόν, σκέφτηκε ο πλοίαρχος Ντηλέηνο, μήπως ο Δον Μπενίτο με ανάγκασε με τη βαρυθυμία του να αποσυρθώ για να αφήσει ελεύθερη την σπανιόλικη μνησικακία του να ξεσπάσει στο κεφάλι του κακόμοιρου φίλου του; Αχ, η δουλεία γεννάει άσχημα πάθη στον άνθρωπο. Τον ταλαίπωρο!»

ΤΟ ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΡΑΝΤΕΤΣΚΥ


ΤΟ ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΡΑΝΤΕΤΣΚΥ - ΓΙΟΖΕΦ ΡΟΤ
Ένα βιβλίο που από πολλούς κατατάσσεται στα "μεγάλα έργα" του 20 αιώνα. Ο στρατιώτης Φον Τρόττα σώζει τον αυτοκράτορα από βέβαιο θάνατο, (διαδραματίζεται την εποχή των Αψβούργων), στην μάχη του Σολφερίνο. Η υπόθεση εξελίσσεται πάνω στη ζωή των Τρόττα (γιού και εγγονού), κι εξελίσσεται αργά, χωρίς "θορυβώδη" πλοκή. Αυτός είναι κι ο λόγος που ο αναγνώστης πρέπει να το διαβάσει χωρίς μεγάλες διακοπές, έχει σημασία να "απορροφήσει" τις χαμηλότονες περπατησιές της εξέλιξης της ιστορίας, που αντανακλούν το δρόμο προς την παρακμή της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας. Ο τρόπος του Ροτ είναι πρωτότυπος, περιγράφει σημαντικές στιγμές και συγκινησιακές καταστάσεις σχετικά "αθόρυβα", χωρίς στόμφο και με απλότητα. Μας θυμίζει ευρωπαϊκή ταινία "διανόησης¨, όπου η συγκίνηση αντλείται έμμεσα, - από τις "μικρές στιγμές" κι όχι μέσα από κραυγαλέες ερμηνείες κι εντυπωσιακά εφέ. Γενικότερα, ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ενός αδιόρατου σαρκασμού που υποβόσκει, ακριβώς, λόγω αυτής της κοφτής, ρεαλιστικής "χαμηλόφωνης" γλώσσας :
"Αυτά είπε ο Σκόβρονεκ και σώπασε. Ο έπαρχος ξαναπήρε το μπαστούνι του από τα χέρια του γιατρού. εμειναν κι οι δυό αμίλητοι. Μόνο το μπαστούνι στα χαλίκια ακουγόταν. Ας μου αρνηθει, ψιθύρισε τέλος ο έπαρχος. Δεν φοβάμαι!". πρόσθεσε με δυνατότερη φωνή. "Αλλά τι θα κάνω μετά;"
Θα διαφωνήσουμε ασφαλώς με την άποψη του Κ Παπαγιώργη, (οχι σε ότι αφορά την ποιότητα του έργου) ότι:
"αν ο αναγνώστης δεν μείνει με την εντύπωση ότι κάτι απερίγραπτο τον έκρουσε διαβάζοντας (... με τη μόνιμη ηχώ τού σκοτεινού θροΐσματος από τις φτερούγες του θανάτου στην ψυχή), πιθανώς είναι ταμένος για άλλα αναγνώσματα. Δεν μιλάμε για την ευρέως εννοούμενη «λογοτεχνία», αλλά για γνεψίματα που την ξεπερνούν. Πηγή: www.lifo.gr"
Ο καθένας όσο "ψαγμένος" κι αν είναι, δεν είναι υποχρεωμένος να του "αρέσουν όλα", διότι διαφέρουν τα αισθητικά κριτήρια, αλλά και οι συνισταμένες ανάγνωσης που προτάσσει. Και μιλώ πάντα για σπουδαία λογοτεχνία.

Ο ΚΥΝΗΓΟΣ ΤΩΝ ΑΡΟΥΡΑΙΩΝ

ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΓΚΡΙΝ – Ο ΚΥΝΗΓΟΣ ΤΩΝ ΑΡΟΥΡΑΙΩΝ
Αριστουργηματική νουβέλα γραμμένη από έναν επίγονο των μεγάλων σοβιετικών συγγραφέων με θεματική διαφορετική από το πνεύμα εκείνων κι έξω από το επαναστατικό κλίμα της δεκαετίας του 1920. Ο συγγραφέας κινείται στα μονοπάτια της ονειρικής – φανταστικής λογοτεχνικής γραφής και ομολογουμένως δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τους μετρ του είδους, Πόε, Λάβκραφτ, Χόφμαν. Η νουβέλα «ο κυνηγός των αρουραίων» αναπτύσσεται σε κλασική πρωτοπρόσωπη αφήγηση με προσήλωση στην λεπτομέρεια και το σταδιακά αυξανόμενο τέμπο αγωνίας, με «μοχλό ανάπτυξης» την αναμονή του να συμβεί κάτι. Η γοτθική ατμόσφαιρα περιγραφής εσωτερικού χώρου, του οποίου η αποπνικτική αύρα, συντελεί στην ανάπτυξη του ρυθμού, κυριολεκτικά καθηλώνει. Ο Γκριν κινούμενος στα όρια του έντεχνου παραμυθιού και του ονειρικού τρόμου μαγνητίζει με την γραφή του, ενώ πιθανότατα έχει επηρεαστεί από τον τρόπο ανάπτυξης του Λάβκραφτ με τον οποίο έζησαν την ίδια εποχή. Ο Γκρην που στο κείμενο του διακρίνονται και τα καφκικά στοιχεία, της μοναξιάς και του παραλόγου, δήλωνε : «Δεν θέλω να ζω με επιδόματα, να χαρακτηριστώ ανάπηρος και ακόμα περισσότερο δεν θέλω να πάρω πολιτική σύνταξη. Ολη την ενήλικη ζωή μου ήμουν συγγραφέας. Αυτό ήταν το μόνο που σκεφτόμουν, αυτό ήταν το μόνο που με κρατούσε στη ζωή. Συγγραφέας λοιπόν θα παραμείνω μέχρι τέλους. Από την πολιτική απομακρύνθηκα μια και καλή όσο ήμουν ακόμη νέος και δεν πρόκειται να τραφώ τώρα από αυτό που μου είναι πλέον τόσο ξένο και άχρηστο. Στα νιάτα μου αφιερώθηκα στην πολιτική, τώρα όμως δεν έχω άλλα πάρε-δώσε με αυτή. Έχουμε πατσίσει. Τελεία και παύλα».
Διαβάζουμε απόσπασμα από την νουβέλα – σε εξαιρετική μετάφραση του Γιώργου Τσακνιά:
«Ήδη το προαίσθημα πως δεν θα καταφέρω να αποφύγω τη συνάντηση άγγιζε αποτρόπαια τη συνείδηση μου. Σηκώθηκα και ξανακάθισα χωρίς να είμαι βέβαιος τι πρέπει να κάνω. Ο σφυγμός μου εξακολουθούσε με ακρίβεια τη ζωηρότητα ή τις διαλείψεις των βημάτων, τελικά όμως υπερίσχυσε η σκοτεινή ατονία του σώματος, η καρδιά μου άρχισε να χτυπά με πλήρη ένταση, έτσι που σε κάθε χτύπο της να αισθάνομαι πλήρως την κατάστασή μου….»

ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ Erri de Luca (Il peso della farfalla)


ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ - ΕΡΙ ΝΤΕ ΛΟΥΚΑ


Το «Βάρος της πεταλουδας» είναι το πρώτο βιβλίο του Ιταλού συγγραφέα και ακτιβιστή Ερι Ντε Λούκα που διαβάσαμε και πραγματικά εντυπωσιαστήκαμε.  Σπάνια ένα πεζό κείμενο καταφέρνει να συνδυάσει τόσα θετικά στοιχεία. Ποιητική γλώσσα, σφιχτό λόγο, χαμηλότονη λυρικότητα, ευρηματικότητα, εξαιρετικές μεταφορές και μια επαρκή πλοκή, ώστε να υπάρχει «κίνητρο ανάγνωσης» για τον μέσο αναγνώστη. Η μετάφραση άψογη. Η βάση εξέλιξης της ιστορίας είναι μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Αντιμέτωποι, ένας κυνηγός κι ένα αγριόγιδο. Ποιος θα επικρατήσει σε αυτή τη μάχη επικράτησης; Ο κυνηγός έχει την εμπειρία του βουνού για πολλά χρόνια, το αγριόγιδο όμως αποτελεί τμήμα του όρους, γέννημά του. Ο χρόνος που κυλά  φέρνει αντιμέτωπο τον άνθρωπο με τη θλίψη που αναδύεται μέσα από την σταδιακή φθορά των  φυσικών δυνάμεων, που τον εγκαταλείπουν, ενώ αυτός αγωνίζεται να σπάσει τα όρια του :

Μτφρ: Άννα Παπασταύρου

"Υπάρχουν χάδια που, αν προστεθούν σε ένα φορτίο, το κάνουν να κλονιστεί. Ήπιε μια γουλιά και κράτησε το χέρι του γύρω από το ποτήρι. Αν σ' εκείνη τη φάση η γυναίκα του το χάιδευε, η αντοχή του, το φορτίο και το κοφίνι θα κατέρρεαν..."

Ο Ντε Λούκα αγαπάει τους συμβολισμούς. Από τη μια πλευρά στέκει η φύση, το βουνό, το αγριόγιδο, ο αετός,  από την άλλη ο άνθρωπος. Η σύγκρουση είναι φαινομενική, ο άνθρωπος αυτός είναι μέρος της φύσης, τη σέβεται και την αγαπά. Το αγριόγιδο μπορεί να τον σκοτώσει μα δεν το κάνει, τον αφήνει να ανακαλύψει μόνος του τα όρια του, τα όρια του (ανθρώπου) απέναντι στη φύση κι απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό. Ο Ντε Λούκα μας δείχνει μέσα στην μικρή αυτή νουβέλα πώς μπορεί κάποιος να ξεπεράσει τα όρια του, αλλά μέχρι ενός σημείου. Υπάρχει πάντα μια λεπτή γραμμή που αν την ξεπεράσει δεν υπάρχει γυρισμός.

Υπάρχουν κάποια βιβλία που σε μαγεύουν και σε επηρεάζουν βαθιά, ίσως γιατί αγγίζουν βαθύτερες χορδές της ύπαρξης. Ο Ντε Λούκα μπορεί να επηρεάστηκε από το "γέρο και τη θάλασσα" του Χάμινγουαιη, μπορεί και όχι. Σημασία έχει ότι μέσα από τη νουβέλα αυτή, αναδύονται εκτός από συναισθήματα και προβληματισμοι σχετικά με την έννοια του "δικαίου" και του "ηθικού".  Πολλαπλά τα σημεία που "χτυπάει" ο ποιητής. Διότι περί ποιητή πρόκειται. Η αλληγορική σημειολογία του και οι γοργόφτερη ανάπτυξη του τον κατατάσσουν στους κορυφαίους λογοτέχνες της γενιάς του. 

«…Εκείνος δεν αντέδρασε, όμως του ήρθε να καταπιεί το σάλιο του. Μπορούσε να το κρύψει, πίνοντας μια γουλιά από πάνω, αλλά δεν θέλησε και κατάπιε χωρίς. Πήρε τα μάτια απ’ τα χέρια του και κοίταξε στο παράθυρο πίσω από τους ώμους ης γυναίκας. Ένας υδάτινος μίσχος ξεχυνόταν από ένα βράχο πέρα μακριά, λευκή γραμμή πάνω σε μαύρη σελίδα, ο ήχος του δεν έφτανε στα αυτιά τους.Η γυναίκα στράφηκε να κοιτάξει κι αυτή το σημείο όπου είχε προσηλωθεί εκείνος. Έτσι του προσέφερε τον αυχένα της, το πέπλο των λιτών μαλλιών που έπεφταν στιλπνά πάνω στους ώμους, πηδώντας από την καμπύλη του λαιμού. Όπως κυλάει το νερό πάνω στο βράχο, αθόρυβα κατηφόριζαν κι αυτά».

«Το βάρος της Πεταλούδας» εκτός από βραχύ αφήγημα μπορεί κάποιος να το αγοράσει και σαν εγχειρίδιο «καλής λογοτεχνίας». Προτείνεται σε όλων των ειδών τους αναγνώστες, τους ποιητές, τους πεζογράφους κάθε είδους, τους φοιτητές και τους διανοούμενους. 

Στην Ελλάδα έχουν μεταφραστεί κι άλλα του βιβλία: Η μουσική της θάλασσας (Περίπλους) και Τρία άλογα (Αλεξάνδρεια), αλλά τα σκήπτρα έχουν πάρει τώρα οι εξαιρετικές εκδόσεις ¨Κέλευθος». Βραβευμένος στη Γαλλία (1994) και τη Γερμανία, χαρακτηρίστηκε από τον ιταλικό Τύπο «συγγραφέας της δεκαετίας». Ο Έρι ντε Λούκα αυτοπροσδιορίζεται ως «μέλος της τελευταίας επαναστατικής γενεάς του 20ού αιώνα».
                                                                                   Γιώργος Πολ. Παπαδάκης




ΟΙ ΕΠΤΑ ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΙ

ΝΤΙΝΟ ΜΠΟΥΤΖΆΤΙ – ΟΙ 7 ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΙ
Ο γνωστός για το έργο του «Η έρημος των ταρτάρων», Ντίνο Μπουτζάτι, είχε πει: «Λένε πως μιμούμαι τον Κάφκα. Θα έλεγα ότι μάλλον η ζωή είναι αυτή που τον μιμείται». Στο βιβλίο των εκδόσεων «Αστάρτη» «Οι 7 αγγελιοφόροι», παρουσιάζονται κάποια από τα διηγήματα που έγραψε ο λογοτέχνης – δημοσιογράφος, με κορυφαίο το αριστουργηματικό, «Οι 7 όροφοι». Ο Μπουτζάτι συνδυάζει τα χαρακτηριστικά μιας απλής εύληπτης γραφής, με ένα θα λέγαμε «παραμυθένιο» τρόπο αφήγησης. Τα γραπτά του εμπεριέχουν στοιχεία του φανταστικού (π.χ. Πόε) στηριγμένα σε ένα αλληγορικό – καφκικό υπόβαθρο, ενώ σε αρκετά σημεία έχουν πινελιές «μαγικού ρεαλισμού». Η θεματολογία του έχει ως άξονα «το πέρασμα του χρόνου» και την ματαιότητα της ύπαρξης, με βασικούς πυλώνες τη μοναξιά, τα ερωτικά αδιέξοδα, τις λεπτομέρειες της καθημερινότητας κ.α. Οι «επτά όροφοι», (εδώ μπορεί ως προς τη σύλληψη να επηρεάστηκε από το Hotel Savoy του Ροθ), είναι πραγματικά ένα διήγημα καταπληκτικό με δραματική κορύφωση, δοσμένο όμως με μιαν λεπτή ειρωνεία που συναρπάζει. Και μόνο γι αυτό το διήγημα πρέπει κάποιος να αγοράσει το βιβλίο. Ένας ελαφρά ασθενής από φυματίωση, επισκέπτεται ένα διάσημο σανατόριο, με σκοπό να θεραπευτεί σύντομα..

ΠΕΔΡΟ ΠΑΡΑΜΟ

ΠΕΔΡΟ ΠΑΡΑΜΟ – ΧΟΥΑΝ ΡΟΥΛΦΟ
Το «Πέδρο Πάραμο» δεν είναι ένα συμβατικό μυθιστόρημα. Είναι ένα έργο έκφρασης συναισθημάτων, δοσμένο με ποιητικό τρόπο. Ανήκει στο κίνημα του «μαγικού ρεαλισμού» που αναδεικνύει, το μη ρεαλιστικό ή το αλλόκοτο σαν κάτι φυσικό, μέσα στη ροή αφήγησης. Δεν πρέπει ο αναγνώστης να εμπλέξει τον «μαγικό ρεαλισμό» με την φανταστική λογοτεχνία, διότι εκεί το υπερφυσικό στοιχείο αναδεικνύεται κυρίαρχο και αναταράσσει τα ύδατα του ρεαλιστικού κόσμου (π.χ ένα στοιχειωμένο σπίτι όπου τα φαντάσματα καταδιώκουν τους ενοίκους). Στο «μαγικό ρεαλισμό» η θεματική δεν λειτουργεί έτσι. Για παράδειγμα στο Πέδρο Πάραμο υπάρχουν φαντάσματα αλλά το πρωτεύον στοιχείο δεν είναι η υπερφυσική λειτουργία τους, αλλά το ευρύτερο πλαίσιο ένταξης τους στο αφήγημα και η έκφραση συναισθημάτων και άλλων βαθύτερων λειτουργιών μέσα από αυτό. Στην πραγματικότητα το βιβλίο πραγματεύεται το οικουμενικό θέμα του θανάτου και του «κάτω κόσμου» μέσα από την τοπική κοινωνία ενός μεξικάνικου χωριού.
Το μυθιστόρημα αυτό, έχει σαν θέμα την αναζήτηση ενός πατέρα από τον γιό του, βάση της υπόσχεσης που έδωσε στην ετοιμοθάνατη μητέρα του. Ο γιος στην ουσία επιχειρεί μια κατάβαση στον Άδη, με έναν όμως τρόπο, πρωτοποριακό, όπως τον προσδίδει ο Ρούλφο, που ανατρέπει τα μέχρι τότε μυθιστορηματικά δεδομένα. Οι συνδιαλέξεις του πρωταγωνιστή με τα πνεύματα των νεκρών, μέσα από ευφάνταστους διαλόγους, τοποθετημένους σε ένα περιβάλλον πάνω από χρόνο και τόπο, καθιστούν την ανάγνωση απολαυστική. Η δυσκολία στην προσέγγιση του βιβλίου δεν έγκειται στην γλώσσα αλλά στις χρονικές μετατοπίσεις που κάνει ο συγγραφέας, με αρκετά «μπρος – πίσω» γι αυτό ίσως χρειαστεί και δεύτερη και αλλά και τρίτη ανάγνωση. Θεωρούμε πως ένα βιβλίο που συντάραξε τον Μάρκες αλλά και τους περισσότερους λατινοαμερικάνους - και όχι μόνο – συγγραφείς δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να λείπει από καμιά βιβλιοθήκη. Ένα αριστούργημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας του 20ου αιώνα. Ο συγγραφέας Χουάν Ρούλφο θεωρείται πλέον θρυλική μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας, μέσα από αυτό και μόνο το έργο μιας και η λογοτεχνική παραγωγή του υπήρξε ελάχιστη.

ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΒΡΑΒΕΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΩΝ ΗΘΟΠΟΙΩΝ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ (MOST AWARDED MEN ACTORS)

 Η έρευνα αφορά, το άθροισμα βραβείων και υποψηφιοτήτων σε ότι αφορά τα σπουδαιότερα βραβεία, σε κινηματογράφο, θέατρο και τηλεόραση, των με...