ΟΙ
ΓΚΑΦΕΣ, (;) ΟΙ ΣΩΣΤΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ «ΣΧΕΤΙΚΟ» ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Είναι
σύνηθες το φαινόμενο, όταν κάποιος ποιητής (κυρίως) παρουσιάζεται σε κοινό ή συστήνεται
να αποφεύγει τη χρήση του όρου: ποιητής.
Η γνωστή δικαιολογία – (κουραστική κοινοτυπία) πλέον είναι: «Είναι βαριά η λέξη
«ποιητής», απλά γράφω κάποιους στίχους», φράση εκφερόμενη με «ταπεινοφροσύνη» ή
ταπεινοφροσύνη. (για να μην θεωρηθεί ψώνιο). Η πραγματικότητα είναι, ότι
πράγματι είναι ποιητής, κάποιος λογοτέχνης ο οποίος ασχολείται με την ποίηση
για χρόνια, έχει εκδώσει πάνω από τρεις – τέσσερεις ποιητικές συλλογές κι ασχολείται
με το αντικείμενο. (καλός, κακός μέτριος δεν έχει σημασία). Αν η συζήτηση
συνεχιστεί θα αναφερθεί το κλασικό (κι αυτό) πλέον: «Ο χρόνος θα δείξει τι θα μείνει» κλπ…
Η παραπάνω αναφορά γίνεται, για να τονιστεί αφενός η επιφυλακτικότητα που αντιμετωπίζεται η ποίηση και δη η λογοτεχνία, και τα ρευστά όρια ανάμεσα στο «κακό», το «καλό», το «μέτριο» και το «αριστούργημα». Μπορεί αυτός που ντρέπεται να συστηθεί ως ποιητής, σε τριάντα χρόνια να βρίσκεται στην κορυφή της λογοτεχνικής πυραμίδας. Είναι γνωστή η απόρριψη που δέχθηκε ο Καβάφης από το κατεστημένο της εποχής του, αλλά και από τον ήδη σπουδαίο και καταξιωμένο Κωστή Παλαμά (αυτό δεν είναι ποίηση είναι δημοσιογραφία). Μόνο ο Ξενόπουλος είδε κάτι καινούργιο και αναγνώρισε σαν ποιητή τον Αλεξανδρινό. Αυτό δεν κάνει τον Παλαμά, «κακό» και τον Ξενόπουλο «καλό» η οξυδερκή. (σε άλλες περιπτώσεις ο Ξενόπουλος, ο οποίος κατηγορείτο από το κατεστημένο για γραφή χωρίς βάθος, είχε πέσει έξω). Η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Ένα έργο τέχνης και δη ένα ποιητικό ή λογοτεχνικό έργο, δεν έχει σαφή, «μαθηματικά» πλαίσια στα οποία εντάσσεται και να μπορεί κάποιος να αποφανθεί, είτε για τον δημιουργό, είτε για το ίδιο το έργο. Δεν υπάρχουν θέσφατα, υπάρχουν μόνο υποκειμενικές κρίσεις, ή «εξυπνάδες», δοσμένες με έντεχνο λόγο και «επιχειρήματα», τα οποία μπορεί στο μέλλον να ανατραπούν εντελώς. Τι καθιστά τότε ένα έργο μεγάλο, αφού δεν υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια; Προφανώς και υπάρχουν στοιχεία και χαρακτηριστικά για να ξεχωρίσει κάποιος ένα καλό από ένα κακό κείμενο, αλλά από κει και πέρα, αυτό που μπορεί να διαχωρίσει ένα αριστούργημα από ένα πολύ καλό κείμενο ή ένα κείμενο που πέρασε απαρατήρητο στην εποχή του (αλλά πιθανότητα αναγνωρίστηκε 100 χρόνια μετά), είναι ένας συνδυασμός: ποιότητας, timing, πιθανής πρωτοτυπίας, προβολής του έργου, κριτικών και τύχης.
Αφορμή γι αυτό το κείμενο είναι οι απορριπτικές κρίσεις του Τ.Σ. Έλιοτ για τα έργα τον Τζ. Τζόυς και Τζ. Οργουελ.
Επιστολή του Έλιοτ προς τον Τζέιμς
Τζόις, για το μυθιστόρημά του Οδυσσέας:
«Εξετάσαμε το ζήτημα μιας πιθανής έκδοσης του Οδυσσέα στην Αγγλία όσο το δυνατόν πιο
διεξοδικά, και έχουμε λάβει κάθε πιθανή γνώμη για τις προοπτικές της. […]
Μας συμβούλευσαν πως μια τέτοια κίνηση εγκυμονεί τον κίνδυνο να
αντιμετωπίσουμε ποινική δίωξη και βαριές ποινές, πως υπάρχει η πιθανότητα ο
πρόεδρος της εκδοτικής να μείνει για έξι μήνες στην φυλακή, κάτι που από μόνο
του θα ήταν καταστροφικό για την επιχείρησή μας».
Επιστολή
του προς τον Τζορτζ Όργουελ, για το βιβλίο του «Οι άθλιοι του Παρισιού και του Λονδίνου»:
«Λυπάμαι που καθυστέρησα το
χειρόγραφό σας. Πιστεύω πως παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, όμως θα πρέπει να
σας πω πως δεν πιστεύω ότι μπορούμε να το εκδώσουμε. Είναι αναμφισβήτητα πολύ
σύντομο, και για ένα βιβλίο τέτοιας έκτασης, η δομή του δεν είναι αρκετά
σφιχτή, καθώς λίγα πράγματα συνδέουν τα περιστατικά στην Αγγλία με τα
περιστατικά στη Γαλλία».
Δεύτερη επιστολή του προς τον Όργουελ, για τη «Φάρμα των ζώων»:
«Ξέρω πως θα επιθυμούσατε μια
γρήγορη απόφαση για τη Φάρμα των Ζώων• όμως για να βγει μια τέτοια απόφαση
χρειάζονται οι απόψεις τουλάχιστον δύο διευθυντών, και αυτό δεν γίνεται να
συμβεί σε λιγότερο από μια εβδομάδα. Για να κερδίσουμε χρόνο, δεν ζήτησα από
τον πρόεδρο να εξετάσει το θέμα. Ο δεύτερος διευθυντής συμφωνεί με τα βασικά
επιχειρήματά μου. Συμφωνούμε πως το κείμενό σας είναι ξεχωριστό• πως έχετε
γράψει ένα παραμύθι με επιδεξιότητα και πως η αφήγηση αιχμαλωτίζει το
ενδιαφέρον του αναγνώστη - και αυτό είναι κάτι που πολύ λίγοι συγγραφείς έχουν
καταφέρει από τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ κι έπειτα. Από την άλλη, δεν έχουμε την
πεποίθηση (και είμαι βέβαιος πως οι υπόλοιποι διευθυντές θα συμφωνούσαν μαζί
μας) πως η οπτική που προτείνετε είναι κατάλληλη για να εξετάσουμε την τρέχουσα
πολιτική κατάσταση. Λυπάμαι πολύ, γιατί όποιος το δημοσιεύσει φυσικά θα έχει
την ευκαιρία να δημοσιεύσει και τα μελλοντικά σας έργα: εκτιμώ τη δουλειά σας,
γιατί γράφετε καλά, με μεγάλη εντιμότητα».
Ένα
άλλο αξιοσέβαστο μέλος του Οίκου, έγραψε για τον «Άρχοντα των μυγών» (Από τα αριστουργήματα
της παγκόσμιας λογοτεχνίας).
«Η ιστορία
εκτυλίσσεται στο μέλλον. Παράλογη και βαρετή ιστορία φαντασίας σχετικά με την
έκρηξη μιας ατομικής βόμβας κάπου στις αποικίες. Μια ομάδα παιδιών
προσγειώνεται σε μια ζούγκλα κοντά στη Νέα Γουινέα. Σκουπίδι και βαρετό. Χωρίς
νόημα. Απορρίπτεται».
Ο Faber and Faber εντέλει προχώρησε
με την έκδοση του βιβλίου, παρά τις ενστάσεις του συγκεκριμένου μέλους του. (Ο Έλιοτ
εδώ, στήριξε τον συγγραφέα και την έκδοση του βιβλίου στην Αμερική, όπου και έγινε
διάσημο).