Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΒΑΝ ΙΛΙΤΣ – ΛΕΩΝ ΤΟΛΣΤΟΙ, μτφρ: Σταυρούλα Αργυροπούλου,
Ροές.Ο σημερινός άνθρωπος του 2020, μέσα
από την ματιά του Τολστόι, 140 χρόνια πριν.
Στο έργο αυτό «Ο θάνατος του «Ιβάν Ιλίτς» ο Τολστόι επιλέγει
τη φιγούρα ενός κρατικού δικαστικού λειτουργού της εποχής του για να ξετυλίξει
την ιστορία του. Είναι ένα απλό αφήγημα χωρίς ανατροπές ή κάποια ιδιαίτερη
πλοκή. Με τη νουβέλα αυτή ο Τολστόι απέδειξε ότι κινείται με την ίδια άνεση στη
μικρή όσο και στη μεγάλη φόρμα. Στην ουσία πρόκειται για αποτύπωση των δικών
του υπαρξιακών αγωνιών στο έργο, στο πρόσωπο του άχρωμου ήρωα Ιβαν Ιλίτς
αποτυπώνει τα δικά του ερωτηματικά. Ο Ιλιτς είναι ένας δικαστικός υπάλληλος που
από νεαρή ηλικία φιλοδοξεί να ανέλθει και να εξελιχθεί. Παντρεύεται μια όμορφη
γυναίκα σε μια σχέση που με τον καιρό από ερωτική εξελίσσεται σε σχέση ανοχής
του ενός από τον άλλο. Κάνει δυο παιδιά όπως όλοι και προσπαθεί μέσα από την
εξέλιξη του να εξασφαλίσει καλύτερες οικονομικές συνθήκες μέσα από μια
μετάθεση. Βρίσκει καταφύγιο στην χαρτοπαιξία και η ζωή του κυλάει μέσα στο σε
ένα συνηθισμένο μοτίβο, μια γκρίζα, βαρετή ζωή. Όλα αυτά μέχρι που τον χτυπάει
η αρρώστια.
Ο συγγραφέας παρατείνει
την αγωνία του Ιλίτς μέσω μιας μακροχρόνιας ασθένειας που τον εκφυλίζει
σταδιακά. Αυτό εξυπηρετεί την προσπάθεια του να αναδείξει όλες εκείνες τις λεπτομέρειες
και τα μικρά καθημερινά γεγονότα που μετακυλούν την ψυχοσύνθεση του ρώσου
δικαστικού, από την μικρή ελπίδα στην απελπισία. Ο «πόνος» αποτελεί τον πυρήνα
του έργου. Ο πόνος μεγαλώνει σταδιακά μέρα με τη μέρα, ούτε το όπιο και η
μορφίνη δεν ηρεμούν τον δυστυχή άνδρα ο οποίος αναρωτιέται σε τι έφταιξε.
Θέλοντας και μη ταξιδεύει στο παρελθόν και ξαναζεί την ζωή του, συνειδητοποιώντας
τη ρηχότητα της μέσα από την ματαιοδοξία του και την επιφανειακή του θέση
ανάμεσα στα πράγματα. Η χαμηλή συνειδητότητα, η έλλειψη επίγνωσης του «παρόντος
χρόνου», (εδώ ο Τολστόι φωτογραφίζει την πλειοψηφία των ανθρώπων) μέσα από τις πρόσκαιρες
απόλαυσεις μιας εφήμερης καθημερινότητας τον κάνουν μέσα από τον φοβερό σωματικό
αλλά και ψυχικό πόνο, έστω την ύστατη στιγμή να ανέβει «επίπεδο συνειδητότητας».
Ο «θάνατος» στο σπουδαίο αυτό έργο του ρώσου κλασικού αποκτά οντότητα, αποτελεί
μια «κατάσταση» την οποία ο Ιλίτς βιώνει για καιρό, δεν είναι μόνο η στιγμή κατά
την οποία εκπνέει οριστικά. Έτσι ο Τολστόι συνδέει το μοιραίο με την ίδια την εμπειρία της ζωής. Ζωή και
θάνατος αποτελούν αναπόσπαστη σύζευξη της ίδιας εμπειρίας. Ο Ιλίτς του Τολστόι φτάνει
στην έσχατη συνειδητοποίηση ενός «γιογκικού Σαμάντι» μέσα όμως από το δρόμο του
πόνου και της αργής αλλά αυξανόμενης απόγνωσης.
«…Ένοιωσε λύπηση γι αυτούς, κάτι έπρεπε να κάνει για να μην πονάνε. Να τους απαλλάξει και να απαλλαγεί κι ο ίδιος από τα μαρτύρια. “Πόσο ωραίο και πόσο απλό” σκέφτηκε. “Ο πόνος όμως; Αυτός που θα πάει; Που βρίσκεσαι λοιπόν πόνε;” Βάλθηκε να αφουγκράζεται.
“Ναι, νάτος κι αυτός.
Έστω ας περάσει ο πόνος”. Κι ο θάνατος; Που ναναι αυτός;”
Γύρευε τον παλιό,
συνηθισμένο φόβο του για το θάνατο και δεν τον έβρισκε. Που ήταν ο θάνατος; Ποιος
θάνατος; Δεν υπήρχε κανένας φόβος για τίποτα, επειδή δεν υπήρχε τίποτα.
Στη θέση του θανάτου
υπήρχε το φως.»
Συνειδητοποιεί το μάταιο της ζωής του, μια ζωή περιτυλιγμένη
με τα πέπλα της μοναξιάς. Τα πρόσωπα που πλαισιώνουν τον πρωταγωνιστή αποτελούν
τον τραγικό περίγυρο που αυξομειώνει την τραγικότητα του ήρωα. Η αδιάφορη και
υποκρίτρια γυναίκα του, η ασυνείδητη κόρη του, ο εξαιρετικός και φιλάνθρωπος
Γεράσιμος, ο μόνος που τον βοηθάει με χαρά γιατί γνωρίζει ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν
την ίδια μοίρα. Ο αμόρφωτος μουζίκος αποδεικνύεται ο πλέον συνειδητός άνθρωπος.
Η ειρωνεία πλανάται στο υπέροχο αυτό έργο στηλιτεύοντας
θέσεις, καταστάσεις, μικροεξουσίες και επίπεδα διαβίωσης. Ο συγγραφέας
ευτελίζει τον «μεγαλογιατρό» σαν σύμβολο της αστικής δύναμης. Απογυμνώνει όχι
το λειτούργημα αλλά τη θέση του μέσα στην κοινωνία. Του «αυτοκράτορα» που όλοι
τον έχουν ανάγκη κι εκείνος απολαμβάνει φήμη και χρήματα. Απογυμνώνει τον ίδιο
το δικαστικό που απολαμβάνει κι εκείνος τα ίδια προνόμια κι έχει τη δύναμη να
παίρνει αποφάσεις που κοστίζουν περιουσίες και ζωές. Απογυμνώνει την ίδια την
εξουσία του χρήματος, ο ίδιος έχει αρκετά αλλά δεν μπορούν να τον σώσουν σε
όσους γιατρούς και να απευθυνθεί. Απογυμνώνει τις σχέσεις των δύο φύλων,
σχέσεις συμφέροντος, χωρίς ουσιαστική αγάπη και έρωτα. Αποθεώνει μόνο την
γνήσια ανθρωπιά που προέρχεται από εκεί όπου δεν υπάρχει συμφέρον. Από τον νεαρό
Γεράσιμο, ο οποίος παρουσιάζεται με υψηλή συνειδητοποίηση του τι είναι ζωή και
τι θάνατος.
«… ‘Έβλεπε ότι κανείς δεν τον λυπόταν, επειδή κανείς δεν ήθελε ούτε καν να καταλάβει την κατάστασή του. Μονάχα ο Γκερασίμ τον καταλάβαινε και τον λυπόταν. Γι αυτό και ο Ιβαν Ιλίτς μονάχα με τον Γκερασίμ ένοιωθε άνετα. Του έκανε καλό όταν ο Γκεράσιμ, νύχτες ολόκληρες μερικές φορές, του κρατούσε τα πόδια και δεν ήθελε να πάει να κοιμηθεί λέγοντάς του: “Μην ανησυχείτε, Ιβαν Ιλίτς, εγω θα κοιμηθώ αργότερα”. […] Κάποτε μάλιστα, ενώ ο Ιβάν Ιλίτς του έλεγε να φύγει, εκείνος του είπε στα ίσια:
“Όλοι μας θα πεθάνουμε.
Γιατί λοιπόν να μην μπω σε αυτόν τον κόπο;» Και με αυτό εννοούσε ότι δε βαρυγκωμούσε
για τον κόπο του, ακριβώς επειδή ότι έκανε το έκανε για έναν ετοιμοθάνατο και πίστευε
ότι όταν θα ερχόταν κι η δική του η ώρα, όλο και κάποιος θα βρισκόταν να κάνει
το ίδιο γι αυτόν»[1].
Ο Τολστόι παρουσιάζει τον μέσο άνθρωπο σε αυτή τη νουβέλα, έναν
άνθρωπο που δεν έχει καμία διαφορά από τον σύγχρονο πολίτη του 2020, ας μην
πούμε ότι με την τεχνολογική πρόοδο και τις ψεύτικες ανάγκες που δημιούργησε ο
μοντερνισμός τον πλησιάζει ακόμα περισσότερο. Ο «θάνατος του Ιβάν Ιλίτς» είναι
ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί.
Γιώργος Πολ. Παπαδάκης
[1] Εδώ ο Τολστόι
περνάει έντεχνα το «νόμο του κάρμα» στο κείμενο. Βαθιά μεταφυσικός ο Ρώσος
κλασικός είχε κάποια εμμονή με το θέμα του θανάτου στο οποίο υπάρχει αναφορά
και σε άλλα έργα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου