ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

«ΣΗΜΑΝΤΡΟ ΑΦΥΠΝΙΣΗΣ», Π.Ζ, Αθήνα, 2011, Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, από Μάρθα Παπαδοπούλου – φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας.


 «ΣΗΜΑΝΤΡΟ ΑΦΥΠΝΙΣΗΣ», Π.Ζ, Αθήνα, 2011, Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, από Μάρθα Παπαδοπούλου – φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας.

Ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης με μια σπάνια δύναμη ποιητικής φλέβας και ταλέντου,  διεισδύει στον πυρήνα της εποχής και των εκφάνσεών της, καταφέρνει να συνδυάσει στο πολύστιχο ποίημά του «Σήμαντρο Αφύπνισης» τον ανατρεπτικό άνεμο του έρωτα με τον προφητικό και επαναστατικό λόγο, με σκοπό να μας κάνει κοινωνούς των δικών του εσωτερικών κλυδωνισμών. Το «Σήμαντρο Αφύπνισης» είναι ένα μεγάλο χειμαρώδες ποίημα με τεράστια σημιολογία και συμβολισμούς.
Μέσα σ’ ένα θολό, ομιχλώδες τοπίο μελαγχολίας, πληγωμένης τρυφερότητας, ερωτικής θλίψης, λίγο πριν σβήσει το φως, λίγο πριν σκεπάσει η σιωπή την απουσία, σε μια ατμόσφαιρα απροσδιόριστης προσμονής, σκληρής συνειδητοποίησης συντελεσμένων γεγονότων που δεν αλλάζουν, στο μεταίχμιο πραγματικότητας και φαντασίας, μεταξύ ιστορίας και μύθου δημιουργείται η εντύπωση, πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια ζωντανή θεατρική σκηνή, όπου δεν λείπει τίποτα. Ο πρωταγωνιστής ποιητής, οι συνθλιπτικές καταστάσεις, το απραγματοποίητο, το ανέφικτο, η θυσία, η μοναξιά, η αμαρτία, ο θάνατος, όλα μιλούν δραματοποιημένα.
«Πώς έκλαψαν οι καθρέφτες σαν έφυγες
Πώς λίγνεψε η πούλια πλάι στη μικρή κορομηλιά της αυλής
Πώς ένιωσα και ’γω σφιχτό το χέρι της προσμονής στα στήθια μου!....
Δεν ξεχνώ τίποτα
Μήτε το φως που στάζει στο περβάζι σαν έφυγες
Μήτε το γυμνό στήθος της παιδούλας».
Το ποίημα γραμμένο σε ελεύθερο στίχο, διαθέτει πολυσημία, απειθάρχητες εικόνες, που διαστέλλουν την πολυπρισματική αντίληψη του κόσμου και της ζωής και την οπτική γωνία θέασης του αναγνώστη. Σε πολλά σημεία του ποιήματος, διακρίνουμε μια ηθελημένη σκοτεινότητα, μια τάση απόδρασης από το έλλογο και συνομιλία με το ρηξικέλευθο και το τολμηρό, που δεν είναι εύκολο να αναλύσει κανείς, αλλά περισσότερο να μαντέψει. Καμιά στιγμή όμως ο αναγνώστης δεν λοξοδρομεί από την έκφραση του ποιητικού πυρήνα.
«Οι ώρες εκείνες που τα χαϊμαλιά
Ανέμιζαν στα ξάρτια των τυφώνων πέρασαν,
Μονάχα οι τράτες της καρδιάς
Κρυφογελούν στις περαντζάδες τους
Στον Αίολο
Στον Απόλλωνα
Στον Τυμφρηστό».
Όλα, όσα λέγονται, μοιάζουν κρυμμένα μέσα στο ποίημα. Υποβάλλονται εντέχνως και ζητούν από τον αναγνώστη να τα ανακαλύψει, να τα αποκωδικοποιήσει υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι  διαθέτει παιδεία, διαίσθηση και υπηρετεί τις δυνάμεις του φωτός.
Υπό το πέπλο μιας αδιόρατης θρησκευτικής, τελετουργικής μυσταγωγίας , συνυφαίνονται στοιχεία παράδοσης, μυθολογίας και ιστορίας, που συνθέτουν την εθνική μας ταυτότητα.
Αγροί με ηλιοτρόπια, πλατάνια, πεύκα, μυγδαλιές, χαμομήλι, βασιλικός και δυόσμος, τρυγόνια σε απάτητες βουνοκορφές, τ’ αγνάντεμα του πελαργού στην κορφή των λόφων, αηδόνια, χελιδόνια, παλιά πηγάδια, θαλασσινές σπηλιές με κοχύλια και κοράλλια συνθέτουν ένα ελληνικό τοπίο που σφύζει από ομορφιά, αρμονία, αισθητική. Η αγέρωχη θάλασσα με τις μικρές φώκιες κι ο ουρανός με τον Αυγερινό, τα ολοστρόγγυλα φεγγάρια, με τη βροχή, το ουράνιο τόξο και τον παντεπόπτη Ήλιο σηματοδοτούν τον σεβασμό και την αγάπη του ποιητή για την Ελλάδα, ως έναν τόπο ιερό, πλημμυρισμένο από πνευματικό φως και ηθική ελευθερία. Υπάρχουν σαφώς επιρροές από τον Ελύτη και το Σεφέρη, αφομοιωμένες όμως ουσιαστικά και ξεδιπλωμένες με σαφώς πρωτότυπο τρόπο.
Μέσα από λέξεις κλειδιά ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης ξεφυλλίζει τα φύλλα της ιστορίας, βυθίζεται στο βαθύ ποτάμι των προγόνων και συνομιλεί με την μακραίωνη παράδοσή μας. Θα αναφερθεί στην αρχαία ελληνική μυθολογία και στον Δία, πατέρα Θεών κι ανθρώπων, προστάτη των κανόνων δικαίου, του όρκου και της οικογένειας, των ηθικών νόμων του μέτρου και της ισορροπίας, οι οποίοι είναι απαραίτητοι για τη διατήρηση του σύμπαντος.  Έπειτα, θα φέρει στη μνήμη μας τον αιώνιο έφηβο, τον Απόλλωνα, τον Θεό του φωτός, της μαντικής τέχνης και των οραμάτων, της θεραπείας, της μουσικής, των τραγουδιών και της ποίησης, αλλά και τον Άδη, τον βασιλιά του Κάτω κόσμου, τον θεό του θανάτου και των νεκρών.
Οι Αχαιοί, επίσης, οι πρώτοι Έλληνες, που επηρεάστηκαν από τον κυκλαδικό και μινωικό πολιτισμό και δημιούργησαν τον μυκηναϊκό, που έγιναν έμποροι, που ταξίδεψαν στη Μεσόγειο, που κατέκτησαν την Τροία, «που πήγαν στην άβυσσο για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη», έχουν τη θέση τους στο ποίημα. Θα μας ταξιδέψει, επιπλέον,  ο ποιητής στην πόλη -κράτος της αρχαίας Σπάρτης  για να θυμηθεί αυτομάτως ο νους την  τέχνη των οπλιτών της στρατιωτικής φάλαγγας, τη θρυλική μάχη μέχρις εσχάτων στις Θερμοπύλες με επικεφαλής τον βασιλιά Λεωνίδα απέναντι στον κολοσσιαίων διαστάσεων περσικό στρατό και τον ηρωϊσμό του «ή ταν ή επί τας.» Και φυσικά δεν θα μπορούσε να μην ανακαλέσει στη μνήμη μας την Αθήνα της κλασσικής εποχής, της αίγλης, του πολιτισμού, του Παρθενώνα, της δημοκρατίας, της ισότητας, της ατομικής και πολιτικής ελευθερίας, την πατρίδα της φιλοσοφίας, της γέννησης του θεάτρου, της τραγικής ποίησης, της γλώσσας, του «παν μέτρον άριστον», του «το εύδαιμον το ελεύθερον, το δε ελεύθερον το εύψυχον». 
«Αν μπολιαστείς μ’ ένα κλαδί ελιάς δεν ξέρεις
Μπορεί και το χώμα να σηκωθεί να τρυγήσει την ιστορία
Ν’ αποκαλύψει τα παλιά μαντάτα στους Αχαιούς
Τους Σπαρτιάτες να προτρέψει
Να ξαναδούν τη μοίρα τους
Τους Αθηναίους να ξαναρματώσει, που γιόρτασαν μιαν εποχή για πάντα!»
Ακολουθούν το «άτι του Μεγαλέξανδρου» και η ελληνιστική περίοδος κατά την οποία οι Έλληνες συναντούν και βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση με πολιτισμούς  της Ανατολής και εξαπλώνεται ευρέως η ελληνική γλώσσα κι ο πολιτισμός.  Με «δυο φτέρες ποτισμένες με μύρο Βυζαντινής πηγής» και με «δυο αγγέλους τρυφερούς» θα δηλωθεί, επιπροσθέτως, η συνείδηση της ελληνικότητας και η σφυρηλάτηση της εθνικής ενότητας των Ελληνοβυζαντινών, καθώς και η Ορθοδοξία, ως κιβωτός του ελληνισμού. Ο Χριστιανισμός της αγάπης, της Σταύρωσης, της βροχερής Παρασκευής, της  Ανάστασης, της  Λαμπρής δημιουργεί μια υποβλητική ατμόσφαιρα στο ποίημα και προβάλλει το μήνυμα, ότι ο δρόμος προς την ευδαιμονία είναι αντιευδαιμονιστικός.
Μα δεν σταματάει εδώ η έννοια της ελληνικότητας για τον ποιητή, αλλά μεταξύ Ανατολής και Δύσης και σε συνεχή αλληλεξάρτηση μ’ αυτές, πρωτοτυπεί αναμιγνείωντας στοιχεία πρωτογενώς ετερόκλητα αλλά δευτερογενώς εξαρτημένα από τα βαθύτερα νοήματα μιας παγκόσμιας πολιτισμικότητας πάντα σε σχέση με την παράδοση. Ο ποιητής εκφράζεται με μοντέρνο λόγο αλλά αντλεί τα υλικά του από τις ένδοξες παραδόσεις.
 Και δεν σταματά εδώ. Εισχωρεί στην παραμυθία,  με τις νεράϊδες, στα δημοτικά μας τραγούδια, στις λαϊκές δοξασίες, στις μεγάλες πνευματικές φυσιογνωμίες της νεοελληνικής ιστορίας. Ο Ελληνισμός που ερωτεύεται, που αναπροσαρμόζεται, που δημιουργεί, που εφευρίσκει τρόπους να υπάρχει και ν’ αφήνει το στίγμα του ανά τους αιώνες, που εσωτερικεύεται, συντρίβεται από τα λάθη του, διαλέγεται, αναπλάθει, αναγεννάται από τις στάχτες του,  που κρούει το σήμαντρο της αφύπνισης, που επαναστατεί, που μάχεται με σθένος τα ερπετά, ως φύλακας του φωτός μιας άρρητης συμπαντικής γνώσης!
Σήμερα, όμως, βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή. Ο Παπαδάκης μέσα από τους στίχους του θα εκφράσει την απογοήτευση, την αγωνία του, το αδιέξοδο της εποχής μας και σε προσωπικό και σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αναρωτιέται, γιατί είναι τόσο δύσκολη η ερωτική ενδοσκόπηση, γιατί οι άνθρωποι δεν κοιτάζουν τον άλλον «εσωτερικά»; Πώς έρχονται και φεύγουν οι στιγμές  καταδικασμένες στη ρηχότητα του είναι μας; Πώς η τρυφερότητα έγινε αμαρτία κι αρπακτική λύσσα; Πώς οι νεράιδες μεταμορφώθηκαν σε μάγισσες με άσπρα μαλλιά; Πώς έπεσαν οι γέφυρες και φούντωσε η ομίχλη; Πώς βυθίστηκαν τα λόγια στην άβυσσο και δεν πάλλονται πια στον ρυθμό της ψυχής μας; Γιατί μονάχα καπνός και φωτιά γύρω μας; Γιατί μας μαχαιρώνει ο αδυσώπητος χρόνος και δεν μπορούμε να ξανασηκώσουμε ανάστημα; Όλα αραχνιασμένα, στοιβαγμένα, βαλσαμωμένα. Πώς εξαντλήθηκε το ανεξάντλητο; Παραθέτω στίχους που σκιαγραφούν το τέλμα:
«Μα δεν έμεινε κόκκος από βροχή στα δάχτυλά μου
Ηλιόσπορος ατρύγητος στην απόχη μου
Ένα δεμάτι αίμα πάρτε απ’ τις χιλιάδες καρδιές
Των παιδιών
Που αιωρούνται ανάμεσα
Στο αδράχτι της ύπαρξης και
σ’ ένα αύριο αμφίβολης συνουσίας
Μίκρυνε ο κόσμος;
Κόσμε τυφλέ τι προσδοκάς;
Ομίχλη γύρω πνιγηρή, υγρή
Αστείρευτες βουβές κοιλάδες
Μονάχα την άκρη ατενίζουμε εκείνη
Που ταλαντεύεται πριν την άκρη του Άδη».
Το «Σήμαντρο Αφύπνισης» του Γιώργου Πολ. Παπαδάκη, σε μια εποχή που ο άνθρωπος έχει χάσει τον στόχο του και επιλέγει να ετεροκαθορίζεται από πλέγματα εξουσίας, σ’ έναν κόσμο που αποτελεί κράμα από αφέντες και δούλους, θέτει τα θεμέλια προκειμένου να συντελεστεί μια βαθιά υπαρξιακή και μεταφυσική επανάσταση, ως προϋπόθεση της ιστορικής επανάστασης.
Κι όπως ο γνήσιος έρωτας διευρύνει τα όρια του ατόμου ως απελευθέρωση, αναγέννηση, επιστροφή της ζωτικής δύναμης, έτσι ακριβώς θα πρέπει να λειτουργήσει στον κάθε άνθρωπο και η εσωτερική, υπαρξιακή, εκ βάθρων επανάσταση. Υπάρχουν έρωτες επαναστατικοί, που μάλλον δεν συμβαίνουν στα νεανικά χρόνια, όπως νομίζουμε, αλλά μετά τη μέση ηλικία, διότι χρειάζονται λιγότερη φλόγα και περισσότερο βάρος, προκειμένου να επινοήσει κανείς τον καινούργιο του εαυτό, ν’ αναζητήσει τη δυνατότητα μιας πιο ουσιαστικής ζωής και πιο κατασταλαγμένων συναισθημάτων. Κλείνει, έτσι, ο άνθρωπος οριστικά το παρελθόν, την  προϊστορία και μέσα από μια πραγματική ωρίμανση και χωρίς εγγύηση ασφάλειας  περνάει στην όντως ιστορία του έρωτα.
Τα ίδια χαρακτηριστικά φαίνεται να έχει και η υπαρξιακή επανάσταση, ως ένα οριακό γεγονός, ως απόλυτη και τέλεια κατάφαση στο στοιχείο της ύπαρξης, μια οντολογική μεταβολή του υποκειμένου, η επιστροφή στον εαυτό του,  η αντίσταση στον παραγκωνισμό, η αυτοκατάργηση και αυτοαπαλλαγή αυτομάτως του ατόμου από τη θέση του δούλου.  Το ποιητικό υποκείμενο με το τρίτο μάτι της διόρασης ενεργοποιημένο λέγει:
«Βλέπω τις σειρές τις άνισες
από ερπετά που πλησιάζουν
Μη σκιάζεστε
Μαζώχτε τις πεσμένες αητοφτερούγες
Ζευτείτε τ’ άλογα του πολέμου
Αγρυπνείτε
σαν κοιμάται το πρωινό στα χέρια της ουτοπίας!
Σύρετε να δώσετε ιδρώτα μαζεμένο απ’ τους Αιώνες.
Τι περιμένετε;
Αστράφτει έξω
Βροντοκοπά μοναχικά ο Δίας
Χτυπώντας τον Όσιρη ανάμεσα στα μάτια».
Με μια χροιά προφητική και μαντική των μελλούμενων ο ποιητής καλεί τον σύγχρονο άνθρωπο να μην  επαναπαύεται, να μην αδρανεί. Αυτοί που δεν στοχάζονται, χειραγωγούνται ευκολότερα, δασκαλεύονται, αγελάζονται, γίνονται βορά των επιτηδείων. Πνευματική  εγρήγορση  και ηθική ανδρεία απαιτείται για να καταπολεμηθούν τα ερπετά, οι δυνάμεις του σκότους και τα τερατογενή δημιουργήματά τους. Κυβερνήσεις, λέσχες, μαφία, εμπόριο όπλων και ναρκωτικών, πολυεθνικές εταιρείες και τραπεζοπιστωτικά ιδρύματα, μεταλλαγμένα τρόφιμα, βιολογικά όπλα, λιπάσματα και χημικές ουσίες. Η εποχή μας μοιάζει να θέλει  να προχωρήσει ακάθεκτη, εκλογικεύοντας και μαθηματικοποιώντας, στην υποταγή όλων των μορφών ανθρώπινης ύπαρξης και επικοινωνίας, σε μια κυριαρχία που δεν αφήνει χώρο ούτε και δίνει χρόνο για το ατομικό, το ιδιαίτερο, το εσωτερικό. Ο φόβος, βέβαια, ναρκώνει τους ανθρώπους για να μην αλλάξουν τα συμβατικά και τα καθιερωμένα. Ο φόβος καθηλώνει στην ενοχή. Μα, ο στοχασμός οδηγεί στην ανάγκη για ελευθερία.
Μέσα στο  άδηλο, εκ πρώτης όψεως, εξεγερσιακό πνεύμα του ποιήματος υπάρχει η συνειδητοποίηση και η επιθυμία του ατόμου να κρίνει και ν’ αναγνωρίσει πως αδικείται. Το άτομο θα επαναστατήσει ενάντια στον συλλογικό πόνο υπογραμμίζοντας την αρχή της ανθρώπινης αλληλεγγύης. Θα αρνηθεί τη φθορά, την αδικία, τον πόνο, την ανθρώπινη θνητή φύση, τον θάνατο. Θα διεκδικήσει την ενότητα του κόσμου και τη δικαιοσύνη.
Ο επαναστατημένος άνθρωπος είναι στην πραγματικότητα ένας καλλιτέχνης, αφού θα αναδημιουργήσει τον κόσμο από την ανάγκη του να υπάρξει μέσα σ’ αυτόν με την αξιοπρέπεια, που αρμόζει στην Ύπαρξη.
Για να μεταμορφώσει τον κόσμο, δίνοντάς του το νόημα που θέλει, πρέπει να διαλέξει και δράσει.
Ο ποιητής ανά τους αιώνες, ως πνευματικός άνθρωπος και καλλιτέχνης, είναι το σύμβολο του ανθρώπου, που μοίρα του είναι να ζει όλο τον γρίφο του ανθρώπινου μαρτυρίου, μιας προσωπικής κόλασης πολλές φορές, προκειμένου να δώσει περιεχόμενο στη ζωή και ν’ ανοίξει έναν δρόμο προς την ελευθερία. Βέβαια, όπως τονίζει στο Σήμαντρο Αφύπνισης ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης,
«Δύσκολο ν’ αλλάξουν τα ειπωμένα λόγια όσο κραδαίνουν τη λόγχη οι τυφλοί μονάρχες, όσο γεμίζουν αίμα τα σακιά τους οι περαστικοί βοριάδες» . Ναι, είναι δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο.
Το πιο δύσκολο είναι να πάρει κανείς την απόφαση ν’ αγωνιστεί, να μην αφήσει τη χαρά να ματώσει κι άλλο.
Η πραγματικότητα, άλλωστε, δεν είναι ενιαία λογική διαδικασία, καθορισμένη εκ των προτέρων, αλλά σύνολο από άπειρες δυνατότητες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η δυνατότητα της αποτυχίας και του μηδενός. Η έννοια της ζωής δεν είναι εγγυημένη από πριν, από έναν καθολικό νόμο, αλλά είναι μια δυνατότητα , της οποίας η πραγματοποίηση ή η αποτυχία βαρύνει το άτομο με ευθύνη του. Πρέπει ν’ αποφασίσουμε μόνοι μας πώς θέλουμε να ζήσουμε. Η ύπαρξη είναι μια ρωγμή εντός της αντικειμενικής πραγματικότητας και προηγείται της ουσίας. Η ουσία είναι ταυτόσημη με την πράξη και η πράξη είναι συνέπεια της εκλογής. Μόνο κατά τη στιγμή της εκλογής ο άνθρωπος καθίσταται μοναδικός, γίνεται ο solus ipse. Πρέπει ο καθένας ξεχωριστά, αλλά και όλοι μαζί μέσα από τον αγώνα και συχνά την οδύσσεια να φωτίσουμε τα ανήλιαγα βάθη της εσωτερικής μας πραγματικότητας και να ξεφύγουμε απ’ τον λήθαργο.
Οι πληγές, η αποτυχία, η ήττα, η συντριβή είναι όλα συνυφασμένα με τη ζωή και τον αγώνα μας να τη φωτίσουμε. Ακόμα και σ’ αυτήν την εκδοχή, ο ποιητής Γιώργος Πολ. Παπαδάκης με μιαν ανωτερότητα πνευματική και ηθική,  επαναλαμβάνει τρεις φορές μέσα στο ποίημα:
«Μην ξεχνάμε
Το βόλι σαν βγει απ’ την πληγή μην το πετάξουμε
Είν’ μπολιασμένο απ’ το αίμα μας
Είν’ μοιρασμένο με το μπόι της ψυχής μας».
Το Σήμαντρο Αφύπνισης χτυπάει δυνατά και μας καλεί. Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω!




                                                     Μάρθα Παπαδοπούλου - φιλόλογος

"ΤΟ ΥΠΑΡΧΟΝ ΦΩΣ", ποίηση, 2003, Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, από Μάρθα Παπαδοπούλου

  ΥΠΑΡΧΟΝ ΦΩΣ, ποίηση, 2003,  Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, από Μάρθα Παπαδοπούλου

Ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης κάπου εκεί στη μελαγχολία της Κυριακής, σ’ ένα ερημοκλήσι, αγναντεύοντας τον έρωτα στην άκρη της θάλασσας με τα μάτια της προσμονής υγρά, δυο τρία λεπτά μετά το σούρουπο μέσ’ στη σιωπή, ανάμεσα στη μοναξιά και στο όνειρο δημιουργεί το παραμυθένιο, ονειρικό σκηνικό της ποιητικής του συλλογής «Το Υπάρχον Φως».
«Ένα τσουβάλι δάκρυα πεταμένα στην όχθη
Παρέα μ’ αυτό που αγάπησες και δεν ήρθε
Παρέα μ’ αυτό που φώναξες κι άργησε ν’ ακούσει
Μιαν ώρα μακριά
Μια λέξη πριν απ’ το τέλος».
Στα ποιήματά του αναδύονται  «τα ξεραμένα φύλλα των αναμνήσεων», η νοσταλγία, «μια ξέπλεκη στιγμή απ’ το σάλι του πόθου» μιας νεράιδας ερωτικής, η αστείρευτη ηδονή στις «βρεγμένες συναντήσεις απ’ το παρελθόν», οι προσδοκίες που πέρασαν στη λησμονιά, αλλοτινές αγάπες που έσβησαν κι αυτό το αδυσώπητο άγγιγμα του χρόνου, που ασπρίζει  τα  τα μαλλιά μας, που ραγίζει τα βλέφαρα και τις κουρασμένες φτερούγες μας, μα ποτέ την ψυχή μας, διότι αυτή δεν γερνά.
Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της συλλογής επιβάλλει τη σιωπή, η οποία με την εσωτερική της ηθική φανερώνει όλα τα ανείπωτα και αποκαλύπτει την αλήθεια. Μέσα στο σκοτάδι της σιωπής λάμπει το φως της αλήθειας. Τα καλά μελετημένα λόγια, τα αμήχανα χαμόγελα, οι ψεύτικες υποσχέσεις, τα δήθεν, οι συμβάσεις και η χρυσόσκονη με την οποία τυλίγουμε τη ρηχή ύπαρξή μας καταργούνται αυτομάτως μέσ’ στη σιωπή.
«Περιδιαβαίνω!
Χαμένος είμαι στην ξέρα της ασύδοτης σιωπής
Σαν χίμαιρα πνιγμένη απ’ το χώμα
Σαν νούφαρο πεσμένο απ’ την άκρη της σιωπηλής νιφάδας!».
Είναι αμείλικτη η σιωπή, όμως θεραπεύει την κενότητα και μας δεσμεύει ηθικά.  Άλλωστε, όσα λόγια και να πει κανείς, δεν θα μπορέσει ποτέ να εκφράσει τίποτα περισσότερο απ’ αυτό που όντως είναι. Οι μάσκες πέφτουν γρήγορα και όπως «η αλήθεια θα βρεθεί μέσ’ στην αλήθεια»  έτσι και το «Υπάρχον Φως» φανερώνεται μέσα από το φως, την αγάπη, τη συμπαντική ουσία. Κι εμείς χωρίς τις παρεμβολές του εγώ θα γίνουμε καλύτεροι δέκτες της ανώτατης συχνότητας, που εκπέμπει το αγνό θεϊκό φως και για να θεραπευτούμε απ’ την ψευδαίσθηση της ύλης, που μας κρατάει σε απόσταση από τον Θεό, πρέπει ν’ ανυψώσουμε το επίπεδο της συνειδητότητάς μας, ν’ αφυπνιστούμε.
«Μη λησμονείς τη ζωή», επαναλαμβάνει ο ποιητής.
«Όσο χτυπολογάει η καρδιά μου
Κι όσο φέγγει η κόψη του ηλιόφωτος πίσω απ’ τ’ αδράχτι του πέρατος
Θ’ αναζητούμε αιώνια το σχήμα της μορφής μας
Της χαμένης και μπερδεμένης
μες τα χλωμά μετάξια των καιρών».
Όντως, η πραγματική  φύση του ανθρώπου έχει επικαλυφθεί από τα διάφορα επίκτητα μεταξωτά πέπλα, του υλισμού, του χρήματος, της άγνοιας, της πλάνης, του φθηνού εντυπωσιασμού, που οφείλει να παραμερίσει για να βγει πάλι στο φως και στη γνώση της αλήθειας.
Δυστυχώς, είμαστε οι αλυσοδεμένοι δεσμώτες της Πολιτείας του Πλάτωνα, καταδικασμένοι  μέσα σ’ ένα υπόγειο σπήλαιο ν’ αντικρίζουμε μόνο σκιές. Μόνο όταν ελευθερωθούμε, όταν βγούμε έξω από το σπήλαιο και στρέψουμε το βλέμμα στο φως του ήλιου, θα καταλάβουμε πως αυτός είναι η αλήθεια, ο προστάτης και ο ζωοδότης όλων των όντων. Η αλήθεια σχετίζεται με  το φως, το δε αντίθετό της με το σκότος.
Το πρόσωπο του ανθρώπου είναι ένας ατέλειωτος και ανεξάντλητος πυρήνας ακτινοβολίας και φωτός, εφόσον βρίσκεται σε σχέση οντολογική με το Θείο Πρόσωπο, την απέραντη πηγή του φωτός.
Το σχήμα της μορφής του ανθρώπου, που εναγωνίως αναζητάει ο ποιητής, έχει τη βάση του στην υπέρτατη άφθαρτη ενότητα του Λόγου, στο ενσυνείδητο φως των ματιών,  στην αγάπη χωρίς σκιά εγωισμού και όχι μέσα στα υλικά στοιχεία, τα οποία διαλύονται με τον θάνατο. Κι ας μην ξεχνάμε, ότι δεν βρίσκεται ο άνθρωπος μέσα στον κόσμο. Ο κόσμος υπάρχει μέσα στον άνθρωπο. Ο κόσμος υπάρχει με τις ρίζες του στο αόριστο βάθος του ανθρώπου, όπως υπάρχει στο αόριστο βάθος του Λόγου.
«Δεν προσποιούμαι ότι επιδιώκω το ωραίον. Το ωραίον είναι πανταχού παρόν. Το ωραίον υπερήφανα ακροβατεί ανάμεσα στην αθανασία και στο χώμα. Είμαι το ωραίον», αναφωνεί ο ποιητής. Το ωραίον είναι ο κόσμος, ως κόσμημα, ως στολίδι της ύπαρξης. Είναι μέσα του, είναι η σφραγίδα του εκλεκτού, το φανέρωμα του Δημιουργού,  το παν εν πάσι.  «Και γένηται τα πάντα εν πάσιν αυτός ο Θεός πάντα περιλαβών και ενυποστήσας εαυτώ».
Είναι το στίγμα της αθανασίας μέσα σε μια ύπαρξη, που αναπότρεπτη μοίρα της είναι να φθείρεται και να θνήσκει. Γι’ αυτό μέσα στη φύση του ανθρώπου είναι η έννοια του απώτερου σκοπού, η δίψα για γνώση, η αναζήτηση της ευτυχίας, η ανάγκη για περισσότερο φως. Η γνώση του θανάτου ανοίγει δρόμους προς την αθανασία. Ο άνθρωπος δηλαδή βρίσκεται απ’ την αρχή, ήδη, φορτωμένος με κάποια ευθύνη για τον κόσμο.
Δεν παράγεται όπως ένα αντικείμενο, αλλά καλείται να υπάρξει διά του Λόγου και όντας  εικόνα της θείας υπόστασης, είναι προικισμένος με τη νοερή ψυχή, η οποία εκτείνεται και πάνω στα πράγματα. Η ψυχή είναι ενέργεια. Η ψυχή ικανοποιείται με την ταπείνωση και την αγάπη, δηλαδή την εξαφάνιση του εγώ και τη βίωση της ενότητας των πάντων.  Οι άνθρωποι φωτίζονται, τελειοποιούνται και ενώνονται μέσα στην αγάπη.
Αυτή είναι η υπέρτατη αλήθεια, αλλά δεν υπάρχει μονοπάτι που να οδηγεί στην αλήθεια. Όλα τα μονοπάτια είναι λανθασμένα, διότι τα ανοίγει ο νους. Ο νους υιοθετεί δόγματα, κατευθύνει, είναι δυνάστης, παίζει παιχνίδια. Πρέπει να φύγει το εμπόδιο του νου για να υπάρξει η αλήθεια.
«Ανακύκλωσα πολλές απ’ τις ιδέες μου
Άλλες μίκρυναν και χάθηκαν
Άλλες πέταξαν πριν σκεπαστούν από ομίχλη...
Κι απόμεινα δίχως ιδέες
Σαν πιο καθαρό τώρα ένιωθα το μυαλό
δίχως ιδέες
πιο γεμάτο
από γαλήνη κι αύρα ονειρεμένη
πιο κυρίαρχο από καθαρό φως!»,
Η αλήθεια βρίσκεται στην ελευθερία, όχι στη φυλακή. Τα πουλιά πρέπει να πετούν, όχι να είναι φυλακισμένα. Μόνο η ψυχή πετάει και είναι ελεύθερη. Άρα η αλήθεια βρίσκεται στην ενέργεια της ψυχής. Η αλήθεια βρίσκεται και στον ενδόμυχο  διάλογο, που κάνει η ψυχή με τον εαυτό της την ώρα που στοχάζεται το υπερουράνιο, το απόλυτο Αγαθό, όταν εξαϋλώνεται. 
«Μια ριπή απ’ την ενέργεια
Τη θεϊκή
Που διαχέεται
Ας με χτυπήσει
Κι ας με τινάξει ως ψήγμα ψήγματος
Στα ουράνια εδάφη!
Ας με εξαϋλώσει
Ως κάποιον κόκκο άμμου
Ας μ’ απογυμνώσει από το ψέμα
Και την άρμη του απέραντου
Ας μ’ αφομοιώσει
Μια ψιχάλα πίσω απ’ το σύγνεφο ας με κάνει
Να βρέξω την έρημο στο στήθος!
Κι ας χαθώ!»
Γίνεται ολοφάνερο, ότι έχουμε να κάνουμε με έναν ποιητή, στοχαστή. Ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης  με την ενδογενή ποιότητά του, προερχόμενη από την ευρύτητα του νου του και το επίπονο λάξευμα της ψυχής του, συγκινεί, μαγεύει, ταξιδεύει τον αναγνώστη στο υπερβατικό. Εισχωρεί στις λεπτές αποχρώσεις του νου και των συναισθημάτων του και πατώντας γερά στο γήινο και στο ρεαλιστικό υψώνεται στο ρομαντικό, στο λυρικό και έπειτα κάνει το δύσκολο άλμα στο απόκοσμο, στο υπερφυσικό. Κλείνει τα βλέφαρά του και πλανιέται σε λιβάδια εξώκοσμα και πεδιάδες , σε πόλεις τεράστιες με μυριάδες φώτα, σε υπόγεια τούνελ, ταξιδεύει από την Αθήνα στην Οδησσό, από τον Όλυμπο στο Αραράτ, διαλέγεται με τον Ηράκλειτο και τον Πλάτωνα, παρασύρεται απ’ τους βοριάδες, κρύβεται κάτω απ’ τις πέτρες και τα φυλλώματα του χρόνου, συνομιλεί στα άδυτα του υπερφυσικού με θεϊκά πλάσματα κι αγγέλους. Με την ορμή του ιλίγγου του γίνεται αερικό άπιαστο, γιατί φλέγεται να μάθει ποιος πραγματικά είναι, ποιος είναι ο προορισμός του, πόσος χρόνος του υπολείπεται ακόμη για να σκάψει στα έγκατα της ύπαρξής του, γιατί φλέγεται να αγγίξει το κρυμμένο χρυσάφι και την ουσία της ζωής, ακόμα και γιατί πολλές φορές το Φως παρα είναι οδυνηρό για να το αντέξει κανείς. Αυτή είναι η γοητεία της ποίησής του!
Επίσης, γοητευτική είναι και η μοναχικότητα που εκπέμπει ο ποιητικός του λόγος, η στροφή δηλαδή των προβολέων ενδογενώς, για να φωτίσει τα βάθη της εσωτερικής του πραγματικότητας, για να ανασύρει μνήμες, για να θεραπεύσει τραύματα, για να «αναπνεύσει την αναπνοή του», για να αφουγκραστεί τις μύχιες επιθυμίες του, για να αυτοβυθιστεί. Ο ποιητής θέλει να ανακαλύψει τον εαυτό του, πριν συναντήσει τον άλλον. Οι πραγματικές συναντήσεις και η αίσθηση του ανήκειν περνούν αναγκαστικά απ’ την αναζωογονητική, ανατροφοδοτική μοναχικότητα. Οι μοναχικοί άνθρωποι συνδέονται βαθύτερα με τους άλλους και η μοναχικότητα  είναι συνοδοιπόρος της πνευματικής ανύψωσης, της γνήσιας καλλιτεχνικής δημιουργίας και της ποιητικής εντιμότητας.
Το άλλο στοιχείο της γραφής του, που είναι πολύ σημαντικό και τον κατατάσσει ως πολίτη στων «Ιδεών την πόλη», είναι ότι ξαναζωντανεύει την ελληνική γλώσσα, όπως όλοι οι σημαντικοί ποιητές σταθμοί στην ιστορία της λογοτεχνίας, προσδίδοντας στις λέξεις απεριόριστες δυνατότητες χρήσης και ερμηνείας τους, λεπτές σημασιολογικές αποχρώσεις, συνταιριάζοντας  το ήπιο ουσιαστικό με ένα  απροσδόκητο επίθετο ή εφευρίσκοντας το ρήμα εκείνο που θα φλογίσει τον στίχο,  ή ζωγραφίζοντας το χρώμα εκείνο, που αλλάζει την όψη της εικόνας. Προσφέρει στην ελληνική γλώσσα θαλπωρή, την αφήνει να ρέει και να τον καθοδηγεί σε ευρύτερες κάθε φορά προοπτικές. Δεν επιβάλλεται στη γλώσσα, αντιθέτως υποτάσσεται στο μεγαλείο της κι ακολουθεί πίσω απ’ τα βουνά το  Υπάρχον αναμμένο φως της, «τόσα χρόνια αναμμένο όσο οι άνθρωποι θυμούνται το φεγγάρι!». Η ποίηση του Γιώργου Πολ. Παπαδάκη είναι ένα  αδιαμφισβήτητο Υπάρχον Φως.
                                                            Μάρθα Παπαδοπούλου (φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας)

Λαξευτής Τοπίων, Γιωργος Πολ. Παπαδάκης, Δίφρος, 2017, (από Σαράντο Καργάκο)


Λαξευτής Τοπίων, Γιωργος Πολ. Παπαδάκης, Δίφρος, 2017, (από Σαράντο Καργάκο)



      Η συλλογή ποιημάτων «Λαξευτής Τοπίων», πέρα του εξαίρετου τίτλου,  δείχνει ξεκάθαρα ότι ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης είναι ένας φτασμένος ποιητής, που μπορεί σαν τον Παπαδιαμάντη να δημιουργεί ποίηση μέσω του πεζού λόγου. Τι νόημα θα είχε άλλωστε να «τεμαχίσει» , δήθεν σε στίχους το σύνολο του γραπτού κειμένου του; Στο λόγο του υπάρχει ένα λεκτικό κελάρυσμα, μια σύνθεση ποιητικών εικόνων, μια παλμική ροή που , ιδιαίτερα αν κάποιος το διαβάσει δυνατά, είναι αδύνατο να μη νοιώσει τον ποιητικό κραδασμό!

Παρασκευή 17 Αυγούστου 2018

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ


Δεν χρειάζεται πολύς χρόνος για να μαγευτεί ο ταξιδιώτης από την ινδική ατμόσφαιρα. Μόνο να κοιτάξει τον ουρανό και να αντικρύσει τις διαφορετικές δέσμες φωτός να εναλλάσονται κατά το κύλημα της μέρας, ειδικά το σούρουπο. Δεν είναι απαραίτητο να βρίσκεται στο ύπαιθρο για να αισθανθεί την μεγαλοσύνη της δημιουργίας. Είτε ο δρόμος του περνάει μέσα από ρυζοχώραφα και κοκκοφοίνικες, είτε διασχίζει τις πυκνοκατοικημένες λεωφόρους μιας πόλης το δέος είναι το ίδιο. Μια μέρα στο «Νέο Δελχί», αρκεί για να αλλάξει κάποιος την οπτική που βλέπει τον κόσμο και τα πράγματα. Δεν έχει σημασία αν βρεθεί εκεί σαν απλός τουρίστας, σαν μέλος μιας μυστικιστικής ομάδας, ή για κάποια δουλειά. Ο τόπος αποπνέει από μόνος του μια πνευματικότητα η οποία διαχέεται όχι σε τόπους λατρείας, αλλά παντού. 


Ο ίδιος ο ινδικός αέρας μεταφέρει μια μαγευτική αύρα από τα βάθη της αρχαίας Ανατολής. Λένε πως η Ινδία αποτελεί το επίκεντρο κάθε πνευματικής και μυστικιστικής εμπειρίας εδώ και πολλά χρόνια. Όσο γρηγορότερα καταφέρει  κάποιος να βγάλει τα «δυτικά γυαλιά», ίσως μπορέσει να δει ένα μέρος αυτής της αύρας. Αλλιώς – και δεν είναι λίγο αυτό – θα αντλήσει τις εμπειρίες του μέσα από τα εκατοντάδες αξιοθέατα, όπως ο «Ναός  του Λωτού», το «Ταζ Μαχάλ», το «Κόκκινο Οχυρό»,
και πολλά άλλα αξιοθαύμαστα μέρη!


Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτό που αντικρίζει ο ταξιδιώτης τον ευχαριστεί πάντα. Το αντίθετο. Οι αντιφάσεις είναι μέσα στην καθημερινότητα στους περιπάτους στο «Νέο Δελχί». Συνοικίες με χαμόσπιτα και παράγκες, άνθρωποι μικρόσωμοι καχεκτικοί σε κοιτούν με περιέργεια λες κι ήρθες από άλλο πλανήτη. Η βρωμιά κυριαρχεί παντού, στους δρόμους, στα τρίκυκλα ταξί, στα πεζοδρόμια. Μικρόσωμοι μελαψοί παρίες εκλιπαρούν για λίγες ρουπίες. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν μιλάνε καν αγγλικά. Αλλάζοντας συνοικία, μόλις λίγα μέτρα απόσταση στέκεσαι εμπρός σε πολυτελείς επαύλεις με καλοζωισμένους Σιχ να πλένουν τις τεράστιες μερσεντές τους (όχι οι ίδιοι, αλλά οι υπηρέτες τους) και να μιλούν σε κινητά τελευταίας τεχνολογίας. 

Αυτό που σίγουρα θα παρατηρήσει ο διαβάτης είναι ότι όλοι έχουν σύγχρονα κινητά τηλέφωνα. Αυτοκίνητα οποιασδήποτε μάρκας συναντώνται σε κάθε βήμα. Αφού αρχικά συνηθίσει ο επισκέπτης την αριστερή πλευρά πλεύσης των οχημάτων σύμφωνα με τα αγγλικά πρότυπα, θα συνειδητοποιήσει ότι είναι αδύνατον να συνηθίσει την κόρνα. Από νωρίς το πρωί ένας δαιμονισμένος θόρυβος από κόρνες που χτυπούν για να προάγουν την προτεραιότητα σου θυμίζει ότι είσαι έξω από την «πολιτισμένη δύση». Γι αυτούς που κυκλοφορούν όμως εκεί είναι ένας «θόρυβος ρουτίνας», που δεν τους προκαλεί κανέναν εκνευρισμό. 

Τα πάντα είναι φθηνότερα εκεί, αλλά αν γίνει κατανοητό ότι ο μισθός του καθηγητή στο σχολείο είναι αντίστοιχος των 50€ σε σχέση με τη Δύση θα συνειδητοποιήσει ταυτόχρονα τι σημαίνει να δουλεύει κάποιος για ψίχουλα, ακόμα κι αν το κόστος ζωής είναι χαμηλότερο. Η Ελλάδα φαντάζει παράδεισος σε αρκετές περιπτώσεις.
Όταν ο περαστικός στρίψει πάλι σε ένα σοκάκι η αθλιότητα τον πλησιάζει με ταχύτητα. Σκελετωμένες αγελάδες, περπατούν με αργό, ράθυμο ύφος ανάμεσα στα αυτοκίνητα. Οι οδηγοί δε δίνουν καμιά σημασία και συνεχίζουν την ξέφρενη οδήγησή τους κορνάροντας μανιασμένα. Περνούν ανάμεσα στις αγελάδες χωρίς να τις ακουμπούν. Εκείνες ενίοτε σκύβουν στους ανά τόπους σκουπιδότοπους και τρώνε ότι βρουν. Καταβροχθίζουν κυριολεκτικά και τις πλαστικές σακούλες που περιέχουν τα σκουπίδια.
Η μυρωδιά του αέρα είναι ένα μίγμα καμένου και αποχέτευσης. Σε μια δυο μέρες ο νεοφερμένος έχει συνηθίσει απόλυτα και δεν δυσανασχετεί. Κοιτώντας ψηλά εκτός από τα κοράκια, συχνά πυκνά αντικρίζει να πετούν και αετοί συνήθως μαύροι, σχηματίζοντας τεράστιους νοητούς κύκλους.

Ο αέρας κοντά στο ποτάμι μυρίζει σαν βόθρος. Αν σκύψει και κοιτάξει μέσα από τα πελώρια κιγκλιδώματα θα διακρίνει έναν πραγματικό βούρκο. Δίπλα στα λήμματα που πλέουν υπάρχει στην όχθη βλάστηση ανάκατη με σκουπίδια. Εκεί κινούνται με ταχύτητα μαύρα τεράστια γουρούνια που ψάχνουν για τροφή και ανταγωνίζονται τα κοράκια και τις κουρούνες.  

 Το εσωτερικό των ναών δεν έχει καμία σχέση με τον έξω κόσμο. Τα πάντα απαστράπτουν από καθαριότητα. Ο επισκέπτης προτού μπει μέσα βγάζει κατά το έθιμο τα παπούτσια του, ενώ απαγορεύονται οι φωτογραφικές μηχανές. Τα χρυσοποίκιλτα αγάλματα του Μπράχμα, του Κρίσνα και των άλλων θεοτήτων μοιάζουν ζωντανά, με μάτια που σπινθηρίζουν από μια απόκοσμη καθαρότητα. Άλλωστε κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει το 1995 όταν όλα τα αγάλματα των ινδουιστικών θεοτήτων έπιναν γάλα από τα χέρια πιστών σε όλες τις περιοχές του κόσμου, όχι μόνο στην Ινδία. Αυτό είναι κάτι που δεν εξηγήθηκε ποτέ. (http://www.share-gr.org/milk.htm)   

   
  Η εμπειρία είναι κάτι παραπάνω από μοναδική. Η Ινδία είναι ένας διαφορετικός κόσμος και όπως κάθε τι διαφορετικό εμπεριέχει ένα άρωμα γοητείας που σαγηνεύει τον ταξιδιώτη. Για εκείνους που επιθυμούν μια βαθύτερη κατάδυση στη μυστικιστική όψη της Ινδίας ας προμηθευτούν το βιβλίο: Η αυτοβιογραφία ενός Γιόγκι, Παραμαχάνσα Γιογκανάντα, Κάκτος. Το βιβλίο αυτό ήταν το αγαπημένο ανάγνωσμα του Στηβ Τζόμπς.


Γιώργος Πολ. Παπαδάκης

ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΒΡΑΒΕΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΩΝ ΗΘΟΠΟΙΩΝ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ (MOST AWARDED MEN ACTORS)

 Η έρευνα αφορά, το άθροισμα βραβείων και υποψηφιοτήτων σε ότι αφορά τα σπουδαιότερα βραβεία, σε κινηματογράφο, θέατρο και τηλεόραση, των με...