ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

«ΣΗΜΑΝΤΡΟ ΑΦΥΠΝΙΣΗΣ», Π.Ζ, Αθήνα, 2011, Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, από Μάρθα Παπαδοπούλου – φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας.


 «ΣΗΜΑΝΤΡΟ ΑΦΥΠΝΙΣΗΣ», Π.Ζ, Αθήνα, 2011, Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, από Μάρθα Παπαδοπούλου – φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας.

Ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης με μια σπάνια δύναμη ποιητικής φλέβας και ταλέντου,  διεισδύει στον πυρήνα της εποχής και των εκφάνσεών της, καταφέρνει να συνδυάσει στο πολύστιχο ποίημά του «Σήμαντρο Αφύπνισης» τον ανατρεπτικό άνεμο του έρωτα με τον προφητικό και επαναστατικό λόγο, με σκοπό να μας κάνει κοινωνούς των δικών του εσωτερικών κλυδωνισμών. Το «Σήμαντρο Αφύπνισης» είναι ένα μεγάλο χειμαρώδες ποίημα με τεράστια σημιολογία και συμβολισμούς.
Μέσα σ’ ένα θολό, ομιχλώδες τοπίο μελαγχολίας, πληγωμένης τρυφερότητας, ερωτικής θλίψης, λίγο πριν σβήσει το φως, λίγο πριν σκεπάσει η σιωπή την απουσία, σε μια ατμόσφαιρα απροσδιόριστης προσμονής, σκληρής συνειδητοποίησης συντελεσμένων γεγονότων που δεν αλλάζουν, στο μεταίχμιο πραγματικότητας και φαντασίας, μεταξύ ιστορίας και μύθου δημιουργείται η εντύπωση, πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια ζωντανή θεατρική σκηνή, όπου δεν λείπει τίποτα. Ο πρωταγωνιστής ποιητής, οι συνθλιπτικές καταστάσεις, το απραγματοποίητο, το ανέφικτο, η θυσία, η μοναξιά, η αμαρτία, ο θάνατος, όλα μιλούν δραματοποιημένα.
«Πώς έκλαψαν οι καθρέφτες σαν έφυγες
Πώς λίγνεψε η πούλια πλάι στη μικρή κορομηλιά της αυλής
Πώς ένιωσα και ’γω σφιχτό το χέρι της προσμονής στα στήθια μου!....
Δεν ξεχνώ τίποτα
Μήτε το φως που στάζει στο περβάζι σαν έφυγες
Μήτε το γυμνό στήθος της παιδούλας».
Το ποίημα γραμμένο σε ελεύθερο στίχο, διαθέτει πολυσημία, απειθάρχητες εικόνες, που διαστέλλουν την πολυπρισματική αντίληψη του κόσμου και της ζωής και την οπτική γωνία θέασης του αναγνώστη. Σε πολλά σημεία του ποιήματος, διακρίνουμε μια ηθελημένη σκοτεινότητα, μια τάση απόδρασης από το έλλογο και συνομιλία με το ρηξικέλευθο και το τολμηρό, που δεν είναι εύκολο να αναλύσει κανείς, αλλά περισσότερο να μαντέψει. Καμιά στιγμή όμως ο αναγνώστης δεν λοξοδρομεί από την έκφραση του ποιητικού πυρήνα.
«Οι ώρες εκείνες που τα χαϊμαλιά
Ανέμιζαν στα ξάρτια των τυφώνων πέρασαν,
Μονάχα οι τράτες της καρδιάς
Κρυφογελούν στις περαντζάδες τους
Στον Αίολο
Στον Απόλλωνα
Στον Τυμφρηστό».
Όλα, όσα λέγονται, μοιάζουν κρυμμένα μέσα στο ποίημα. Υποβάλλονται εντέχνως και ζητούν από τον αναγνώστη να τα ανακαλύψει, να τα αποκωδικοποιήσει υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι  διαθέτει παιδεία, διαίσθηση και υπηρετεί τις δυνάμεις του φωτός.
Υπό το πέπλο μιας αδιόρατης θρησκευτικής, τελετουργικής μυσταγωγίας , συνυφαίνονται στοιχεία παράδοσης, μυθολογίας και ιστορίας, που συνθέτουν την εθνική μας ταυτότητα.
Αγροί με ηλιοτρόπια, πλατάνια, πεύκα, μυγδαλιές, χαμομήλι, βασιλικός και δυόσμος, τρυγόνια σε απάτητες βουνοκορφές, τ’ αγνάντεμα του πελαργού στην κορφή των λόφων, αηδόνια, χελιδόνια, παλιά πηγάδια, θαλασσινές σπηλιές με κοχύλια και κοράλλια συνθέτουν ένα ελληνικό τοπίο που σφύζει από ομορφιά, αρμονία, αισθητική. Η αγέρωχη θάλασσα με τις μικρές φώκιες κι ο ουρανός με τον Αυγερινό, τα ολοστρόγγυλα φεγγάρια, με τη βροχή, το ουράνιο τόξο και τον παντεπόπτη Ήλιο σηματοδοτούν τον σεβασμό και την αγάπη του ποιητή για την Ελλάδα, ως έναν τόπο ιερό, πλημμυρισμένο από πνευματικό φως και ηθική ελευθερία. Υπάρχουν σαφώς επιρροές από τον Ελύτη και το Σεφέρη, αφομοιωμένες όμως ουσιαστικά και ξεδιπλωμένες με σαφώς πρωτότυπο τρόπο.
Μέσα από λέξεις κλειδιά ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης ξεφυλλίζει τα φύλλα της ιστορίας, βυθίζεται στο βαθύ ποτάμι των προγόνων και συνομιλεί με την μακραίωνη παράδοσή μας. Θα αναφερθεί στην αρχαία ελληνική μυθολογία και στον Δία, πατέρα Θεών κι ανθρώπων, προστάτη των κανόνων δικαίου, του όρκου και της οικογένειας, των ηθικών νόμων του μέτρου και της ισορροπίας, οι οποίοι είναι απαραίτητοι για τη διατήρηση του σύμπαντος.  Έπειτα, θα φέρει στη μνήμη μας τον αιώνιο έφηβο, τον Απόλλωνα, τον Θεό του φωτός, της μαντικής τέχνης και των οραμάτων, της θεραπείας, της μουσικής, των τραγουδιών και της ποίησης, αλλά και τον Άδη, τον βασιλιά του Κάτω κόσμου, τον θεό του θανάτου και των νεκρών.
Οι Αχαιοί, επίσης, οι πρώτοι Έλληνες, που επηρεάστηκαν από τον κυκλαδικό και μινωικό πολιτισμό και δημιούργησαν τον μυκηναϊκό, που έγιναν έμποροι, που ταξίδεψαν στη Μεσόγειο, που κατέκτησαν την Τροία, «που πήγαν στην άβυσσο για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη», έχουν τη θέση τους στο ποίημα. Θα μας ταξιδέψει, επιπλέον,  ο ποιητής στην πόλη -κράτος της αρχαίας Σπάρτης  για να θυμηθεί αυτομάτως ο νους την  τέχνη των οπλιτών της στρατιωτικής φάλαγγας, τη θρυλική μάχη μέχρις εσχάτων στις Θερμοπύλες με επικεφαλής τον βασιλιά Λεωνίδα απέναντι στον κολοσσιαίων διαστάσεων περσικό στρατό και τον ηρωϊσμό του «ή ταν ή επί τας.» Και φυσικά δεν θα μπορούσε να μην ανακαλέσει στη μνήμη μας την Αθήνα της κλασσικής εποχής, της αίγλης, του πολιτισμού, του Παρθενώνα, της δημοκρατίας, της ισότητας, της ατομικής και πολιτικής ελευθερίας, την πατρίδα της φιλοσοφίας, της γέννησης του θεάτρου, της τραγικής ποίησης, της γλώσσας, του «παν μέτρον άριστον», του «το εύδαιμον το ελεύθερον, το δε ελεύθερον το εύψυχον». 
«Αν μπολιαστείς μ’ ένα κλαδί ελιάς δεν ξέρεις
Μπορεί και το χώμα να σηκωθεί να τρυγήσει την ιστορία
Ν’ αποκαλύψει τα παλιά μαντάτα στους Αχαιούς
Τους Σπαρτιάτες να προτρέψει
Να ξαναδούν τη μοίρα τους
Τους Αθηναίους να ξαναρματώσει, που γιόρτασαν μιαν εποχή για πάντα!»
Ακολουθούν το «άτι του Μεγαλέξανδρου» και η ελληνιστική περίοδος κατά την οποία οι Έλληνες συναντούν και βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση με πολιτισμούς  της Ανατολής και εξαπλώνεται ευρέως η ελληνική γλώσσα κι ο πολιτισμός.  Με «δυο φτέρες ποτισμένες με μύρο Βυζαντινής πηγής» και με «δυο αγγέλους τρυφερούς» θα δηλωθεί, επιπροσθέτως, η συνείδηση της ελληνικότητας και η σφυρηλάτηση της εθνικής ενότητας των Ελληνοβυζαντινών, καθώς και η Ορθοδοξία, ως κιβωτός του ελληνισμού. Ο Χριστιανισμός της αγάπης, της Σταύρωσης, της βροχερής Παρασκευής, της  Ανάστασης, της  Λαμπρής δημιουργεί μια υποβλητική ατμόσφαιρα στο ποίημα και προβάλλει το μήνυμα, ότι ο δρόμος προς την ευδαιμονία είναι αντιευδαιμονιστικός.
Μα δεν σταματάει εδώ η έννοια της ελληνικότητας για τον ποιητή, αλλά μεταξύ Ανατολής και Δύσης και σε συνεχή αλληλεξάρτηση μ’ αυτές, πρωτοτυπεί αναμιγνείωντας στοιχεία πρωτογενώς ετερόκλητα αλλά δευτερογενώς εξαρτημένα από τα βαθύτερα νοήματα μιας παγκόσμιας πολιτισμικότητας πάντα σε σχέση με την παράδοση. Ο ποιητής εκφράζεται με μοντέρνο λόγο αλλά αντλεί τα υλικά του από τις ένδοξες παραδόσεις.
 Και δεν σταματά εδώ. Εισχωρεί στην παραμυθία,  με τις νεράϊδες, στα δημοτικά μας τραγούδια, στις λαϊκές δοξασίες, στις μεγάλες πνευματικές φυσιογνωμίες της νεοελληνικής ιστορίας. Ο Ελληνισμός που ερωτεύεται, που αναπροσαρμόζεται, που δημιουργεί, που εφευρίσκει τρόπους να υπάρχει και ν’ αφήνει το στίγμα του ανά τους αιώνες, που εσωτερικεύεται, συντρίβεται από τα λάθη του, διαλέγεται, αναπλάθει, αναγεννάται από τις στάχτες του,  που κρούει το σήμαντρο της αφύπνισης, που επαναστατεί, που μάχεται με σθένος τα ερπετά, ως φύλακας του φωτός μιας άρρητης συμπαντικής γνώσης!
Σήμερα, όμως, βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή. Ο Παπαδάκης μέσα από τους στίχους του θα εκφράσει την απογοήτευση, την αγωνία του, το αδιέξοδο της εποχής μας και σε προσωπικό και σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αναρωτιέται, γιατί είναι τόσο δύσκολη η ερωτική ενδοσκόπηση, γιατί οι άνθρωποι δεν κοιτάζουν τον άλλον «εσωτερικά»; Πώς έρχονται και φεύγουν οι στιγμές  καταδικασμένες στη ρηχότητα του είναι μας; Πώς η τρυφερότητα έγινε αμαρτία κι αρπακτική λύσσα; Πώς οι νεράιδες μεταμορφώθηκαν σε μάγισσες με άσπρα μαλλιά; Πώς έπεσαν οι γέφυρες και φούντωσε η ομίχλη; Πώς βυθίστηκαν τα λόγια στην άβυσσο και δεν πάλλονται πια στον ρυθμό της ψυχής μας; Γιατί μονάχα καπνός και φωτιά γύρω μας; Γιατί μας μαχαιρώνει ο αδυσώπητος χρόνος και δεν μπορούμε να ξανασηκώσουμε ανάστημα; Όλα αραχνιασμένα, στοιβαγμένα, βαλσαμωμένα. Πώς εξαντλήθηκε το ανεξάντλητο; Παραθέτω στίχους που σκιαγραφούν το τέλμα:
«Μα δεν έμεινε κόκκος από βροχή στα δάχτυλά μου
Ηλιόσπορος ατρύγητος στην απόχη μου
Ένα δεμάτι αίμα πάρτε απ’ τις χιλιάδες καρδιές
Των παιδιών
Που αιωρούνται ανάμεσα
Στο αδράχτι της ύπαρξης και
σ’ ένα αύριο αμφίβολης συνουσίας
Μίκρυνε ο κόσμος;
Κόσμε τυφλέ τι προσδοκάς;
Ομίχλη γύρω πνιγηρή, υγρή
Αστείρευτες βουβές κοιλάδες
Μονάχα την άκρη ατενίζουμε εκείνη
Που ταλαντεύεται πριν την άκρη του Άδη».
Το «Σήμαντρο Αφύπνισης» του Γιώργου Πολ. Παπαδάκη, σε μια εποχή που ο άνθρωπος έχει χάσει τον στόχο του και επιλέγει να ετεροκαθορίζεται από πλέγματα εξουσίας, σ’ έναν κόσμο που αποτελεί κράμα από αφέντες και δούλους, θέτει τα θεμέλια προκειμένου να συντελεστεί μια βαθιά υπαρξιακή και μεταφυσική επανάσταση, ως προϋπόθεση της ιστορικής επανάστασης.
Κι όπως ο γνήσιος έρωτας διευρύνει τα όρια του ατόμου ως απελευθέρωση, αναγέννηση, επιστροφή της ζωτικής δύναμης, έτσι ακριβώς θα πρέπει να λειτουργήσει στον κάθε άνθρωπο και η εσωτερική, υπαρξιακή, εκ βάθρων επανάσταση. Υπάρχουν έρωτες επαναστατικοί, που μάλλον δεν συμβαίνουν στα νεανικά χρόνια, όπως νομίζουμε, αλλά μετά τη μέση ηλικία, διότι χρειάζονται λιγότερη φλόγα και περισσότερο βάρος, προκειμένου να επινοήσει κανείς τον καινούργιο του εαυτό, ν’ αναζητήσει τη δυνατότητα μιας πιο ουσιαστικής ζωής και πιο κατασταλαγμένων συναισθημάτων. Κλείνει, έτσι, ο άνθρωπος οριστικά το παρελθόν, την  προϊστορία και μέσα από μια πραγματική ωρίμανση και χωρίς εγγύηση ασφάλειας  περνάει στην όντως ιστορία του έρωτα.
Τα ίδια χαρακτηριστικά φαίνεται να έχει και η υπαρξιακή επανάσταση, ως ένα οριακό γεγονός, ως απόλυτη και τέλεια κατάφαση στο στοιχείο της ύπαρξης, μια οντολογική μεταβολή του υποκειμένου, η επιστροφή στον εαυτό του,  η αντίσταση στον παραγκωνισμό, η αυτοκατάργηση και αυτοαπαλλαγή αυτομάτως του ατόμου από τη θέση του δούλου.  Το ποιητικό υποκείμενο με το τρίτο μάτι της διόρασης ενεργοποιημένο λέγει:
«Βλέπω τις σειρές τις άνισες
από ερπετά που πλησιάζουν
Μη σκιάζεστε
Μαζώχτε τις πεσμένες αητοφτερούγες
Ζευτείτε τ’ άλογα του πολέμου
Αγρυπνείτε
σαν κοιμάται το πρωινό στα χέρια της ουτοπίας!
Σύρετε να δώσετε ιδρώτα μαζεμένο απ’ τους Αιώνες.
Τι περιμένετε;
Αστράφτει έξω
Βροντοκοπά μοναχικά ο Δίας
Χτυπώντας τον Όσιρη ανάμεσα στα μάτια».
Με μια χροιά προφητική και μαντική των μελλούμενων ο ποιητής καλεί τον σύγχρονο άνθρωπο να μην  επαναπαύεται, να μην αδρανεί. Αυτοί που δεν στοχάζονται, χειραγωγούνται ευκολότερα, δασκαλεύονται, αγελάζονται, γίνονται βορά των επιτηδείων. Πνευματική  εγρήγορση  και ηθική ανδρεία απαιτείται για να καταπολεμηθούν τα ερπετά, οι δυνάμεις του σκότους και τα τερατογενή δημιουργήματά τους. Κυβερνήσεις, λέσχες, μαφία, εμπόριο όπλων και ναρκωτικών, πολυεθνικές εταιρείες και τραπεζοπιστωτικά ιδρύματα, μεταλλαγμένα τρόφιμα, βιολογικά όπλα, λιπάσματα και χημικές ουσίες. Η εποχή μας μοιάζει να θέλει  να προχωρήσει ακάθεκτη, εκλογικεύοντας και μαθηματικοποιώντας, στην υποταγή όλων των μορφών ανθρώπινης ύπαρξης και επικοινωνίας, σε μια κυριαρχία που δεν αφήνει χώρο ούτε και δίνει χρόνο για το ατομικό, το ιδιαίτερο, το εσωτερικό. Ο φόβος, βέβαια, ναρκώνει τους ανθρώπους για να μην αλλάξουν τα συμβατικά και τα καθιερωμένα. Ο φόβος καθηλώνει στην ενοχή. Μα, ο στοχασμός οδηγεί στην ανάγκη για ελευθερία.
Μέσα στο  άδηλο, εκ πρώτης όψεως, εξεγερσιακό πνεύμα του ποιήματος υπάρχει η συνειδητοποίηση και η επιθυμία του ατόμου να κρίνει και ν’ αναγνωρίσει πως αδικείται. Το άτομο θα επαναστατήσει ενάντια στον συλλογικό πόνο υπογραμμίζοντας την αρχή της ανθρώπινης αλληλεγγύης. Θα αρνηθεί τη φθορά, την αδικία, τον πόνο, την ανθρώπινη θνητή φύση, τον θάνατο. Θα διεκδικήσει την ενότητα του κόσμου και τη δικαιοσύνη.
Ο επαναστατημένος άνθρωπος είναι στην πραγματικότητα ένας καλλιτέχνης, αφού θα αναδημιουργήσει τον κόσμο από την ανάγκη του να υπάρξει μέσα σ’ αυτόν με την αξιοπρέπεια, που αρμόζει στην Ύπαρξη.
Για να μεταμορφώσει τον κόσμο, δίνοντάς του το νόημα που θέλει, πρέπει να διαλέξει και δράσει.
Ο ποιητής ανά τους αιώνες, ως πνευματικός άνθρωπος και καλλιτέχνης, είναι το σύμβολο του ανθρώπου, που μοίρα του είναι να ζει όλο τον γρίφο του ανθρώπινου μαρτυρίου, μιας προσωπικής κόλασης πολλές φορές, προκειμένου να δώσει περιεχόμενο στη ζωή και ν’ ανοίξει έναν δρόμο προς την ελευθερία. Βέβαια, όπως τονίζει στο Σήμαντρο Αφύπνισης ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης,
«Δύσκολο ν’ αλλάξουν τα ειπωμένα λόγια όσο κραδαίνουν τη λόγχη οι τυφλοί μονάρχες, όσο γεμίζουν αίμα τα σακιά τους οι περαστικοί βοριάδες» . Ναι, είναι δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο.
Το πιο δύσκολο είναι να πάρει κανείς την απόφαση ν’ αγωνιστεί, να μην αφήσει τη χαρά να ματώσει κι άλλο.
Η πραγματικότητα, άλλωστε, δεν είναι ενιαία λογική διαδικασία, καθορισμένη εκ των προτέρων, αλλά σύνολο από άπειρες δυνατότητες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η δυνατότητα της αποτυχίας και του μηδενός. Η έννοια της ζωής δεν είναι εγγυημένη από πριν, από έναν καθολικό νόμο, αλλά είναι μια δυνατότητα , της οποίας η πραγματοποίηση ή η αποτυχία βαρύνει το άτομο με ευθύνη του. Πρέπει ν’ αποφασίσουμε μόνοι μας πώς θέλουμε να ζήσουμε. Η ύπαρξη είναι μια ρωγμή εντός της αντικειμενικής πραγματικότητας και προηγείται της ουσίας. Η ουσία είναι ταυτόσημη με την πράξη και η πράξη είναι συνέπεια της εκλογής. Μόνο κατά τη στιγμή της εκλογής ο άνθρωπος καθίσταται μοναδικός, γίνεται ο solus ipse. Πρέπει ο καθένας ξεχωριστά, αλλά και όλοι μαζί μέσα από τον αγώνα και συχνά την οδύσσεια να φωτίσουμε τα ανήλιαγα βάθη της εσωτερικής μας πραγματικότητας και να ξεφύγουμε απ’ τον λήθαργο.
Οι πληγές, η αποτυχία, η ήττα, η συντριβή είναι όλα συνυφασμένα με τη ζωή και τον αγώνα μας να τη φωτίσουμε. Ακόμα και σ’ αυτήν την εκδοχή, ο ποιητής Γιώργος Πολ. Παπαδάκης με μιαν ανωτερότητα πνευματική και ηθική,  επαναλαμβάνει τρεις φορές μέσα στο ποίημα:
«Μην ξεχνάμε
Το βόλι σαν βγει απ’ την πληγή μην το πετάξουμε
Είν’ μπολιασμένο απ’ το αίμα μας
Είν’ μοιρασμένο με το μπόι της ψυχής μας».
Το Σήμαντρο Αφύπνισης χτυπάει δυνατά και μας καλεί. Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω!




                                                     Μάρθα Παπαδοπούλου - φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΒΡΑΒΕΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΩΝ ΗΘΟΠΟΙΩΝ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ (MOST AWARDED MEN ACTORS)

 Η έρευνα αφορά, το άθροισμα βραβείων και υποψηφιοτήτων σε ότι αφορά τα σπουδαιότερα βραβεία, σε κινηματογράφο, θέατρο και τηλεόραση, των με...