ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2023

ΤΟ ΛΑΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΚΑΙ Ο ΣΗΜΕΡΙΝΟΣ “ΒΟΥΡΚΟΣ” ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΤΑΙ ΣΑΝ ΚΑΘΑΡΗ ΛΙΜΝΗ

 

ΤΟ ΛΑΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΚΑΙ Ο ΣΗΜΕΡΙΝΟΣ “ΒΟΥΡΚΟΣ” ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΤΑΙ ΣΑΝ ΚΑΘΑΡΗ ΛΙΜΝΗ

 


Το τι είναι λαϊκό τραγούδι και ποιες οι καταβολές του, αποτελεί θέμα μεγάλης ανάλυσης, που δεν είναι σκοπός του παρόντος άρθρου. Βασικοί εκπρόσωποι του υπήρξαν οι Τσιτσάνης, Μητσάκης, Παπαϊωάννου με πρωτεργάτη το Βαμβακάρη και ένα σωρό άλλους καλλιτέχνες που οριοθέτησαν, όχι μόνο την εποχή τους αλλά και τον ελληνικό πολιτισμό. Μαζί με το λαϊκό τραγούδι συμπορευόταν και το λεγόμενο ελαφρό (με επιρροές από το ευρωπαϊκό τραγούδι), με σημαντικούς εκπροσώπους τους Γιαννίδη, Σουγιούλ, Χαιρόπουλο, Γούναρη, Πολυμέρη, Μαρούδα Μωράκη, Κωνσταντινίδη κ.ά. το οποίο απευθύνονταν κυρίως στην μεσαία και ανώτερη τάξη, τη λεγόμενη αστική. Η μεγάλη όμως επανάσταση στο Ελληνικό τραγούδι ήρθε μετά το 1960 με την έλευση του Μίκη Θεοδωράκη και των λεγόμενων έντεχνων λαϊκών συνθετών όπως Χατζιδάκις, Ξαρχάκος, Μαρκόπουλος, Πλέσσας, Σπανός, Κουγιουμτζής, Λοΐζος, Μαμαγκάκης, Μούτσης, Γλέζος, Λεοντής και άλλων, οι οποίοι ευτύχησαν με την συνεργασία σπουδαίων στιχουργών όπως οι Γκάτσος, Παπαγιανόπουλου, Λ. Παπαδόπουλος, Μ. Ελευθερίου, κλπ να οδηγήσουν το ελληνικό τραγούδι στις συγκλονιστικότερες στιγμές του, με πρωτεργάτες μεγάλους τραγουδιστές, όπως οι Μπιθικώτσης, Καζαντζίδης, Ξυλούρης, Πουλόπουλος, Κόκοτας, Λίντα, Μοσχολιού, Μητσιάς, Νταλάρας, Μαρινέλλα και αρκετούς άλλους. Η περίοδος αυτής της ακμής διήρκησε – χοντρικά μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ΄70, όπου το έντεχνο λαϊκό τραγούδι συμπορευόταν με το λαϊκό και το ελαφρολαικό (Πάριος).


Μετά το 1980, άρχισε σταδιακά μια συνεχής παρακμή στο ελληνικό τραγούδι.  Φυσικά υπήρχαν νέοι συνθέτες και δημιουργοί αξιόλογοι που παρήγαγαν (ήδη από παλαιότερα, Νικολόπουλος, Μικρούτσικος κ.α) αλλά το συνολικό κλίμα που υπερίσχυε ήταν εκείνο του καψουροτράγουδου, με πιασάρικο κακό στίχο και συμβατικές ή κλισέ μελωδίες χαμηλής ποιότητας. «Κακά» τραγούδια υπήρχαν και παλαιότερα αλλά ήταν λιγότερα. Τα μεγάλα ονόματα μέχρι και τις μέρες μας, ήταν «τραγουδιστές», που υπηρετούσαν το είδος πιστά, και δικαιώνονταν (και δικαιώνονται) σε  υλικά αγαθά και σε δημοφιλία, δημιουργώντας την πλαστή εικόνα ότι : Αυτό είναι το λαϊκό τραγούδι ή έστω η μετεξέλιξη του και αυτοί οι γνήσιοι συνεχιστές του. Από την άλλη πλευρά το «νεοέντεχνο» έβγαλε συνθέτες και τραγουδοποιούς αξιόλογους, με αρκετή επιτυχία κυρίως στο νεανικό  (και όχι μόνο) και πιο «κουλτουριάρικο» κοινό, με τραγούδια που εμπεριείχαν περισσότερο εγκεφαλικό στίχο, συμβατικές μελωδίες που καμία σχέση δεν είχαν με τα αριστουργήματα των Θεοδωράκη, Χατζιδάκι Λοΐζου και ερμηνείες μέτριες, αφού πλέον είχαν εκλείψει οι μεγάλες φωνές του παρελθόντος. Οι λίγες φωνητικά εξαιρέσεις, όπως ο Πασχάλης Τερζής, δεν είχαν ρεπερτόριο ανάλογο να αφήσουν πίσω έργο, οπότε δεν μπορούμε να έχουμε και εικόνα πόσο ψηλά θα έφταναν σε μια εποχή όπως το ‘60 με άλλους δημιουργούς να τους τροφοδοτήσουν.


Το κατρακύλισμα αυτό συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, και περιβάλλεται από αρκετούς με το περίβλημα της «διαφορετικότητας», μέσα από μια λογική: Η κάθε εποχή έχει τους δικούς της μεγάλους, ο καθείς στο είδος του, τους αγαπάει πολύ ο κόσμος, μέχρι και τα νέα παιδιά τους ξέρουν, πάντα έτσι λένε οι παλιοί, ότι κάποτε ήταν καλύτερα, άλλαξαν οι εποχές δε μπορούμε να μένουμε προσκολλημένοι στο παρελθόν και άλλες τέτοιες κοινοτυπίες και κλισέ, που φυσικά δεν απαντάνε στην ουσία ενός προβλήματος που μεγεθύνεται όσο περνάνε τα χρόνια και αποκτά και παρακμιακά παρακλάδια (τραπ). Φυσικά, όπως μου είχε πει ο σπουδαίος Θόδωρος Αντωνίου, το κοινό, αναμασά και «θαυμάζει» με ότι το τροφοδοτείς.

Το πρόβλημα δεν είναι η ύπαρξη του «Γκουσγκούνη» του κάθε είδους. Καλώς υπάρχει και όποιος θέλει το ακολουθεί. Το θέμα είναι η αγραμματοσύνη, η άγνοια και η προσπάθεια των ΜΜΕ και αμύητων περί το λαϊκό τραγούδι ανθρώπων να προσπαθούν να πείσουν είτε ότι ο «Γκουσγκούνης» είναι ο Λώρενς Ολιβιε ή ο Μάρλον Μπράντο, ή ότι τέλως πάντων είναι η εξέλιξη τους.


Είναι τελείως διαφορετικό να πάς σε ένα «μαγαζί» να ακούσεις τον «Χ» «σκυλά» για κοινωνικούς λόγους, ή επειδή «περνάς μια φάση» αλλά έχοντας γνώση τι αντιπροσωπεύει αυτός και το όλο κλίμα και άλλο να έχεις άγνοια και να νομίζεις ότι ο Χ είναι αντίστοιχος του Μπιθικώτση ή του Καζαντζίδη, η του Πουλόπουλου ή του Ξυλούρη. Ο νέος από 15 έως 35 ετών, που έχει μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον με αμόρφωτους γονείς και βομβαρδίζεται από το πρωί έως το βράδυ με «τραγούδια» αυτού του τύπου, σίγουρα νομίζει ότι αυτοί είναι «κανονικοί λαϊκοί τραγουδιστές» και αυτά που ακούει «κανονικά τραγούδια». Δυστυχώς αυτό είναι το πρόβλημα και όσο ο καιρός περνάει και τα ΜΜΕ γιγαντώνονται και πλαισιώνονται από ανθρώπους που προβάλλουν «ως κανονικότητα» το παρακμιακό, ο βούρκος θα γίνεται μεγαλύτερος και η δυσωδία του θα πλαταίνει, οδηγώντας τον σύγχρονο Έλληνα σε μια σουρεαλιστική κοινωνία, όπου η κανονικότητα (σε όλα τα επίπεδα πια) θα είναι αυτή που θέλει ο πολύς κόσμος, θα προβάλλουν τα κανάλια και θα παίζουν τα ραδιόφωνα. Κανείς φυσικά δε θα μπορεί να βγει και να μιλήσει και «να σκούξει» όπως έλεγε στο τραγούδι «Ρήτορες», ο Νίκος Γκάτσος το 1979. Γιατί;; Γιατί θα έρθει σε σύγκρουση με το «ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ». Κι αν έρθεις δημόσια σε σύγκρουση με το «ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ», αυτό θα σε καταπιεί.


Γιώργος Πολ. Παπαδάκης


 

 

 

 

 

 

Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2023

«Δεκαπέντε βήματα προς την άβυσσο», του Γιώργου Πολ. Παπαδάκη, εκδ. Μωραΐτης (του Πάνου Τουρλή)

 

«Δεκαπέντε βήματα προς την άβυσσο», του Γιώργου Πολ. Παπαδάκη, εκδ. Μωραΐτης



Μια αρκούδα επιτίθεται σε κυνηγούς της Αλάσκας. Δικηγόρος κλείνεται σε άσυλο. Ένα παλιό αρχοντικό κρύβει θανάσιμα μυστικά. Ένας άντρας πέφτει θύμα κατάρας και χάνει τη γεύση του. Ένας σκύλος επιστρέφει στο αφεντικό του μετά τον θάνατό του. Υπάρχει ο κόμης Δράκουλας ή η μορφή του είναι απότοκο μυθευμάτων; Αυτές και άλλες ιστορίες ξεδιπλώνονται στην ατμοσφαιρική συλλογή διηγημάτων που έγραψε ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης κι είναι γεμάτες σασπένς, τρόμο, ανατροπές και απρόσμενα φινάλε.

Βιβλίο Δεκαπέντε βήματα προς την άβυσσο 
Συγγραφέας Γιώργος Πολ. Παπαδάκης
Κατηγορία Συλλογή διηγημάτων Τρόμου

Εκδότης Μωραΐτης
Συντάκτης: Πάνος Τουρλής

Η συλλογή αποτελείται από δεκαπέντε διηγήματα μεσαίας έκτασης, δηλαδή μεταξύ 10 και 20 σελίδων, που όλα τους διαδραματίζονται στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Αγγλία. Ρεαλισμός, κινηματογραφικές σκηνές, γρήγορη γραφή, σωστή «σκοτεινή» ατμόσφαιρα, ιδανική μίξη κατάρας, μαύρης μαγείας και της καθημερινότητας εκείνης της εποχής, εναλλαγές σκηνών, ενδιαφέροντες χαρακτήρες, ποικίλη θεματολογία, κλιμακωτές εξελίξεις που δεν προϊδεάζουν για τη συνέχεια είναι μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας ανθολογίας κειμένων που με ξενύχτησαν και μου χάρισαν πολλές ανατριχίλες. Η γραφή ζωντανεύει με τέχνη και αφηγηματική δεινότητα τις διάφορες συνθήκες και εποχές, οι χαρακτήρες παρουσιάζονται με διεισδυτικά ψυχογραφήματα και οι ιστορίες ξεδιπλώνονται με τρόπο που δημιουργεί αγωνία για το τι θα γίνει παρακάτω αλλά και για το τι κρύβεται πίσω από τα όσια διαδραματίζονται. Επίσης, σε κάποια κείμενα παρατηρούμε κοινούς άξονες, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την απόλαυσή τους, μιας και η φαντασία του συγγραφέα είναι ανεξάντλητη: σε κάποιες υπάρχει προοικονομία αλλά η εξιστόρηση μας κάνει να αναρωτιόμαστε για το πώς φτάσαμε ως το σημείο καμπής με το οποίο ξεκινάνε, σε κάποια διηγήματα ο ήρωας έχει μια καλή ζωή όμως κάτι γίνεται κι αρχίζει να καταστρέφεται ή καταφεύγει στο όπιο χωρίς να είναι αυτό η αιτία της καταστροφής του, σε άλλα ο ήρωας έχει φτάσει στο κατώτατο σημείο κι αποφασίζει να γράψει την εμπειρία του ως παρακαταθήκη για όσους διαβάσουν το σημείωμα κλπ.

Στα «Δεκαπέντε βήματα προς την άβυσσο» ταξιδεύουμε από την Αλάσκα στη Βιρτζίνια κι από κει στο Λονδίνο, στην Κορνουάλη αλλά και στα Καρπάθια. Ζώα και άνθρωποι, μέντιουμ και σεάνς, στοιχειωμένα σπίτια, φαντάσματα και σκιές, παιχνίδια του μυαλού και ανυπόστατες φήμες, άντρες και γυναίκες, επιτυχίες και καταστροφές, τιμωρίες και αποδράσεις, φυλακές και βάλτοι ξεπηδούν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου και με ταξίδεψαν σε κόσμους μυστηριακούς, επικίνδυνους, φαινομενικά αθώους και άκρως συναρπαστικούς.


Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2023

Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, Δεκαπέντε βήματα προς την άβυσσο, κριτικό άρθρο Χαρ. Δερμιτζάκης

 

Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, Δεκαπέντε βήματα προς την άβυσσο

Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, Δεκαπέντε βήματα προς την άβυσσο, Μωραΐτης 2023, σελ. 188

 

  Τα δεκαπέντε βήματα είναι «15 ιστορίες βικτωριανής εποχής», όπως διαβάζουμε στον υπότιτλο, που βέβαια ανάγουν την καταγωγή τους στο γοτθικό μυθιστόρημα, μισό αιώνα πιο πριν, με το «Κάστρο του Οτράντο» (1764, να το θυμάστε μνημονικά, εκατό χρόνια από τη γέννηση του Σαίξπηρ). Έχουν βραβευθεί από τον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσός και κυκλοφορούν και σε αγγλική μετάφραση.

  Ο Γιώργος, με αυτή του τη συλλογή διηγημάτων αναδεικνύεται ως ο Έλληνας Έντγκαρ Άλαν Πόε.

  Έχω διαβάσει πάρα πολλά διηγήματα του Poe, μήπως δεν τον θυμάμαι καλά; Για να ρωτήσω τον bing (Microsoft edge).

  Τον ρωτάω και μου απαντάει:

   «Ο Πόε ήταν γνωστός για τα έργα του που ανήκαν στα είδη του τρόμου, της φαντασίας, της επιστημονικής φαντασίας και του αστυνομικού μυθιστορήματος.

   Κάποια από τα χαρακτηριστικά των διηγημάτων του Πόε είναι:

  1. Η χρήση του πρώτου προσώπου αφήγησης, που δίνει μια άμεση και έντονη επαφή με τον αναγνώστη και τον κάνει να μπει στη θέση του αφηγητή. Οι αφηγητές του Πόε είναι συχνά αναξιόπιστοι, διαταραγμένοι ή παράφρονες, που προσπαθούν να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους ή να πείσουν τον αναγνώστη για τη λογική τους. 

  2. Η χρήση του συμβολισμού, που προσδίδει μια βαθύτερη σημασία στα στοιχεία της ιστορίας. Ο Πόε χρησιμοποιεί συχνά συμβολικά αντικείμενα, όπως το ρολόι, το καθρέφτη, το μάτι, την καρδιά, τον κόρακα, τον γύπα, το καμπαναριό, το κόκκινο χρώμα κ.α. για να αναφερθεί σε θέματα όπως ο χρόνος, ο θάνατος, η τρέλα, η ενοχή, η αγάπη, η απώλεια, η απελπισία κ.α.

  3. Η χρήση της επανάληψης, που δημιουργεί μια ατμόσφαιρα αγωνίας, τρόμου και υπερβολής. Ο Πόε επαναλαμβάνει συχνά λέξεις, φράσεις, ήχους ή σκηνές για να τονίσει την ένταση, την παράνοια, την εμμονή ή την παραίσθηση των χαρακτήρων του.

  4. Η χρήση του γότθικου στοιχείου, που προσθέτει μια αίσθηση μυστηρίου, τρόμου και ρομαντισμού. Ο Πόε χρησιμοποιεί συχνά γότθικες τοποθεσίες, όπως σκοτεινά κάστρα, μοναστήρια, νεκροταφεία, υπόγεια, κρυφά δωμάτια κ.α. για να δημιουργήσει μια απειλητική και θλιβερή ατμόσφαιρα. Επίσης, χρησιμοποιεί γότθικα θέματα, όπως ο υπερφυσικός τρόμος, η μαγεία, η αναστάσεις, οι κατάρες, οι προφητείες, οι οράματα, οι εφιάλτες, οι αιμοδιψείς, οι βασανισμοί, οι φόνοι, οι αυτοκτονίες κ.α. για να προκαλέσει συναισθήματα φόβου, αποστροφής, έκπληξης ή συμπάθειας στον αναγνώστη».

  Επειδή δεν έχω καλή μνήμη, και τα διηγήματα του Γιώργου τα διάβασα πριν κάμποσο καιρό αλλά δεν ευόδωσα να γράψω γι’ αυτά πιο πριν (ας μην αναφέρω τους λόγους) δεν είμαι σίγουρος για την επανάληψη, όσο για τον συμβολισμό, επειδή είμαι ενάντια στην υπερβολική συμβολιστικοποίηση που παρατηρείται στις μέρες μας (να μην αναφερθώ πάλι στον Ελύτη και στην «Τρελή ροδιά»), δεν αναζήτησα κρυμμένα σύμβολα, έστω και αν ο Γιώργος όντως χρησιμοποίησε κάποια αντικείμενα συμβολικά.   

  Όμως ας δούμε τα διηγήματα.

  «Η αρκούδα του βουνού Mckinley» είναι μια αρκούδα Mckinley που σκορπίζει τον τρόμο. Κάποιοι όμως είναι ατρόμητοι, όπως ο αφηγητής και ο φίλος του.

  Ατρόμητος σημαίνει ότι ρισκάρεις. Είναι μια επιλογή, όπως το να μην φοράς μάσκα σε κλειστούς χώρους. Ο τρόμος έρχεται μετά μπροστά στον επικείμενο θάνατο· από τον οποίο θα ξεφύγει ο αφηγητής, για να γνωρίσει όμως τη φρίκη μπροστά στον κατακρεουργημένο φίλο του.

  Μπορεί να σοκάρω, αλλά θα το γράψω.

  Δεν υποστηρίζω τη διάσωση ειδών που στη διατροφική αλυσίδα βρίσκονται πιο πάνω από τον άνθρωπο, που θα μπορούσε ο άνθρωπος να αποτελέσει τροφή του. Ούτε ειδών που αποτελούν κίνδυνο για τη ζωή ενός ανθρώπου, όπως ένα δηλητηριώδες φίδι.

  Δεν θυμάμαι πού διάβασα για τον ετήσιο μέσο όρο θυμάτων της αρκούδας.

  Στο επόμενο διήγημα, «Εκείνη, η μοναδική γυναίκα», έχουμε πάλι τον πρωτοπρόσωπο αφηγητή αλλά ο τρόμος εδώ δεν είναι ο ρεαλιστικός του προηγούμενου, είναι ο τρόμος από κάτι το εξωπραγματικό.

  «Με την άκρη του ματιού μου είδα το πρόσωπο που είχα ερωτευτεί και αγαπήσει με όλη τη δύναμη της ψυχής μου να έχει αλλάξει και τη θέση του να έχει πάρει μια σιχαμερή πέτσινη σάρκα».

  Μεγάλο το σοκ.

  «…μετά, όπως μου είπαν, νοσηλεύτηκα. Κανείς δεν πίστευε ότι θα επανέλθουν τα λογικά μου. Ειλικρινά, ακόμη και τώρα που γράφω δεν είμαι εντελώς καλά.

  Εντελώς ποε-ικό διήγημα. Φανταστικό, τρόμος, ψυχολογική διαταραχή του πρωτοπρόσωπου αφηγητή.

  «Ήμουν πάντοτε ένας μοναχικός άνθρωπος, αλλά, περνούσαν τα χρόνια, αντιλαμβανόμουν την αίσθηση της μοναξιάς να με κατακλύζει όλο και περισσότερο».

  Έτσι ξεκινάει το «Σπίτι», με τον αφηγητή να αυτοπροσωπογραφείται.

  Τα τέτοια άτομα είναι επιρρεπή σε ψευδαισθήσεις και παραισθήσεις. Όμως αυτά που είδε δεν ήταν ούτε παραίσθηση ούτε ψευδαίσθηση.

  Το σπίτι είναι στοιχειωμένο, και το κληρονόμησε από τον θείο του.

  Το στοιχειωμένο σπίτι είναι ένας κοινός τόπος στη λογοτεχνία του είδους.

  Στην «Κατάρα της γεύσης» έχουμε πάλι το υπερφυσικό. Μου άρεσε πολύ αυτό το διήγημα με το θέμα της εκδίκησης, ένα θέμα που μου αρέσει.

  Το αντίστροφο έχουμε στο «Εκείνος στο νοτιοδυτικό κελί». «Εκείνος» βοηθάει τον φυλακισμένο να δραπετεύσει. Φυσικά ο «Εκείνος» δεν ανήκει σ’ αυτό τον κόσμο.

  Από το «Έκτακτο παράρτημα» θα παραθέσω το παρακάτω απόσπασμα.

  «Ένας θάνατος στον ύπνο μου θα ήταν ίσως ό,τι καλύτερο. Απλά να κοιμηθώ και να μην ξυπνήσω ξανά» (σελ. 78).

  Το έχω σκεφτεί πολλές φορές. Ο καλύτερος θάνατος για σένα, ο χειρότερος για τους δικούς σου. Συνέβη σε ένα φίλο μου και στον άντρα μιας ξαδέλφης μου.   

  Διαβάζοντας τα διηγήματα του Γιώργου, συνειδητοποίησα ότι με την πρωτοπρόσωπη αφήγηση έχουμε ένα quasi happy end. Ο αφηγητής, για να αφηγείται, σημαίνει ότι τη γλίτωσε, όπως στο πρώτο διήγημα.

  Αμ δε.

  Ξέχασα ότι υπάρχει περίπτωση να αφηγείται ένας νεκρός, όπως στο «Τρομοκρατικό κτύπημα» της Γιασμίνας Χαντρά.

  Δεν είναι η περίπτωση του διηγήματος στο οποίο μόλις αναφερθήκαμε. Το unhappy end δίνεται στο τέλος με τριτοπρόσωπη αφήγηση.

  Μπορεί να υπάρξουν φαντάσματα σκύλων;

  Φαίνεται πώς μπορούν.

  «Ο σκύλος, τζακ».

  Τα δυο επόμενα διηγήματα διαδραματίζονται στα Καρπάθια, όπου έζησε ο Δράκουλας. Στο πρώτο έχουμε το υπερφυσικό, με τον σταυρό. Το δεύτερο, από τα καλύτερα διηγήματα της συλλογής, είναι μεν διήγημα τρόμου, όμως κινείται μέσα στα όρια του πραγματικού. Πώς θα νιώθατε αν σας είχε περικυκλώσει μια αγέλη λύκων;

  Στο «Είδωλο του θανάτου», με το μοτίβο του καταραμένου πετραδιού που έχω δει σε κάποιες ταινίες, παρά την πρωτοπρόσωπη αφήγηση έχουμε unhappy end. Εδώ δεν χρειάζεται καν το κλείσιμο με τριτοπρόσωπη αφήγηση.

  Ο «Καταχθόνιος γέρος» κινείται στη σφαίρα του φανταστικού και είναι εντελώς πρωτότυπο. Θυμίζει αμυδρά το «Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι».

  Το «Έγκλημα χωρίς κίνητρο» μου άρεσε διπλά. Πρώτον, για τον φιλοσοφικό στοχασμό του, και δεύτερον για το απροσδόκητο τέλος του.

  Για τον φιλοσοφικό στοχασμό θα αναφέρω απλά ότι ο Νίτσε θεωρεί τον εγκληματία ως μια ανώτερη φύση. Μάλιστα λέει κάπου χαρακτηριστικά ότι ο εγκληματίας δεν στέκεται συχνά στο ύψος του εγκλήματός του. Τέτοιον θεωρεί ο αφηγητής τον Ρασκόλνικοφ. «Έγκλημα χωρίς κίνητρο» είναι και του «Ξένου», στο ομώνυμο διήγημα του Καμύ.

  Και το απροσδόκητο;

  Να μην το αποκαλύψω.

  Να αναφέρω μόνο ένα αληθινό περιστατικό που διάβασα παλιά στα media. Ο πατέρας πηγαίνει στην πόλη (δεν θα πω ποια) για δουλειές, και σκέφτεται να μπερμπαντέψει. Ζητάει μια escort. Κτυπάει η πόρτα, ανοίγει, και πέφτει κάτω ξερός. Μπροστά στην πόρτα στεκόταν η κόρη του.  

  Στο «Εγώ, ο Τζακ ο αντεροβγάλτης» ο Γιώργος πραγματεύεται μια εκδοχή (πολύ πιθανή) γιατί δεν αποκαλύφθηκε ποτέ ποιος ήταν.

  Πόσες φορές δεν λαχταρήσαμε να ξαναδούμε αγαπημένο πρόσωπο που έχει πεθάνει;

  Πολλοί καταφεύγουν σε μέντιουμ, για να το ακούσουν τουλάχιστον. Με το «Πηγάδι των επιθυμιών» θα μπορούσε να πραγματωθεί αυτή η επιθυμία.

  Το τελευταίο διήγημα της συλλογής, «Τα όνειρα στο σπίτι βόρεια του Πλάντον», την κλείνουν κυκλικά, με το μοτίβο που είδαμε και στο πρώτο διήγημα: Ο αφηγητής την γλιτώνει, όχι όμως και ο φίλος του.

  Θα το ξαναγράψω, ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης είναι ο Έλληνας Έντγκαρ Άλαν Πόε.

  Όλα τα διηγήματα είναι θρίλερ.

  Σε πάρα πολλά απ’ αυτά κυριαρχεί ο τρόμος.

  Σε πάρα πολλά εισβάλει το υπερφυσικό.

  Όλα τα διηγήματα είναι εξαιρετικά.

  Και χάρη στο στόρι, και χάρη στη γλαφυρή πένα του Γιώργου (το γλαφυρό πληκτρολόγιο καλύτερα, για να κάνουμε update στις μεταφορές).

  Και οι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι που έπεσαν στην αντίληψή μας

Αλλά δεν είχε νόημα να φέρω αντιρρήσεις

Το ξέφρενο τρεχαλητό ανάμεσα στα δέντρα

Να εκτεθώ δημόσια σε τέτοιες συζητήσεις

Το βάλτο που ζωντάνεψε και που τον κυνηγούσε

  Και ένας ανάπαιστος.

Ξαγρυπνούσα τις νύχτες μαζί της

 

  Μπάμπης Δερμιτζάκης

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

Νέα Ατραπός – Λαξευτής Τοπίων : Δύο ξεχωριστά λιμάνια Ποιητικής Τέχνης, (κριτικό σημείωμα, 2022)

 

Νέα Ατραπός – Λαξευτής Τοπίων : Δύο ξεχωριστά λιμάνια Ποιητικής Τέχνης

 


Στα τρία χρόνια που μεσολάβησαν στη συγγραφή τους (2014 εκδόθηκε η «Νέα Ατραπός» και το 2017 ο «Λαξευτής Τοπίων»), αλλά πιθανόν και η ολοκλήρωση της αλλαγής ύφους του ποιητή σε σχέση με τα πρώτα  έργα του, δικαιολογούν τις διαφορές, αλλά και τις ομοιότητες που κάνουν τις δύο ποιητικές συλλογές εξίσου ξεχωριστές και πολύτιμες σαν τροφή πνευματική και ταυτόχρονα σαν αξιόλογα δημιουργήματα της σύγχρονης ελληνικής ποίησης, για τα οποία σίγουρα ο Γ. Πολ. Παπαδάκης είναι άξιος πολλών επαίνων.

Σε μια πρώτη προσέγγιση, καθαρά μορφολογική, η «Νέα Ατραπός» είναι μία σειρά ποιημάτων σε ελεύθερο στίχο, που μελετώντας τα  συνθέτουν ένα ενιαίο, μεγάλο ποίημα που περιέχει εικόνες, αισθήσεις, αναζητήσεις και βαθύτερα ερωτήματα και νοήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, αφού καμιά πτυχή της δεν μένει ακάλυπτη (ζωή, θάνατος, πραγματικότητα, φαντασία, όνειρα, κοινωνικές συναναστροφές, φιλία, έρωτας, δημιουργία, ιδανικά όπως η δικαιοσύνη, θεσμοί όπως ο «Νόμος»).


Οι στίχοι είναι άλλοτε πιο εκτεταμένοι και άλλοτε πιο συνοπτικοί, τελειώνουν με τελεία ή κόμμα, ενώ ενίοτε περιλαμβάνουν και εισαγωγικά σε έννοιες («κοινωνική παιδεία»), διαλόγους («Επιχειρείν κύριοι, επιχειρείν…»), προσομοιώσεις – μεταφορές «…Όταν τα θηρία φεύγουν, βρίσκω έναν τρόπο να «υπάρχω». Να υπάρχω χωρίς εμένα.») αλλά και σύνολα λέξεων που αποδίδουν περιφραστικά καταστάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης «Τότε κατάλαβα τι είναι αυτό το «πράγμα που ονομάζουμε ζωή».»). Συναντάμε επίσης ερωτηματικά που ακουμπούν βαθύτερες πτυχές της ύπαρξης: («Τι είσαι; Ένα δέντρο μοναχό στο δάσος του γαλαξία») και θαυμαστικό στις απορίες του ποιητή και συναισθήματα ή πράξεις που του προκαλούν δέος ή βαθειά απόλαυση («Τα βράδια, σύναξη μυστική με Μπλέηκ, με ήχους γλυκείς μιας άρπας!», «Σαν γεράκι πρωτόπειρο στης στέπας τη μανία παλεύω το τέρας μέσα μου που με συνθλίβει!».

Από το πρώτο μέχρι το τελευταίο από τα τριάντα ποιήματα της συλλογής, η ροή των στίχων είναι τέτοια που κινητοποιεί τον αναγνώστη να προχωράει μέχρι το τέλος χωρίς να κουράζεται και να ακολουθεί τις υπαρξιακές αναζητήσεις του ποιητή, να μεταφέρεται στα φυσικά τοπία στα οποία λυρικά τις τοποθετεί, να βιώνει την αγωνία του, τον αγώνα του, αλλά και τις βεβαιότητες που τον καταδυναστεύουν.

 

«ΛΑΞΕΥΤΗΣ ΤΟΠΙΩΝ», 2017, ΔΙΦΡΟΣ.

 


Στον αντίποδα της «Νέας Ατραπού», ο «Λαξευτής Τοπίων» που ακολουθεί χρονικά (2017), είναι μία ποιητική συλλογή όπου το καθένα από τα τριάντα ένα ποιήματα  είναι σαν ένας τεράστιος στίχος, γιατί ο τρόπος που είναι γραμμένο – προσομοιάζει με πεζοτράγουδο ή αφήγηση με μουσική/ποιητική χροιά – έχει τέτοια πυκνή ροή νοημάτων που δεν επιτρέπει στον αναγνώστη να σταματήσει πριν φτάσει στο τέλος. Στο «Λαξευτή Τοπίων»  δεν μπορεί να απομονωθεί ο στίχος από το σύνολο, στη «Νέα Ατραπό» υπάρχουν στίχοι που μόνοι τους αποδίδουν την κεντρική ιδέα του ποιήματος ή τα νοήματα που επιχειρεί να προσεγγίσει ο ποιητής.

Κυρίαρχο σημείο στίξης η τελεία, που πολλές φορές χρησιμοποιείται σαν κόμμα που τονίζει εμφατικά και κοφτά το στίχο, την εικόνα, την αίσθηση («Ένα ανοιχτό παράθυρο να περάσει το φως μου αρκεί. Να κοιτάζω λίγο έξω. Να συνομιλώ με τον αέρα.». Σχεδόν τετραγωνισμένη αφηγηματική γραφή, σε πλήρη στοίχιση, πλαισιώνει την περιπλάνηση του ποιητή στο χρόνο, τη ζωή, τους ανθρώπους, τον έρωτα, τις αγωνίες, τις εμμονές και τους στόχους του.

Έντονα χαρακτηριστική της συλλογής η διακειμενικότητα, (όπως και στην «Ατραπό»), με παραθέσεις χωρίων από πεζογραφήματα, νουβέλες και ποιήματα Ελλήνων και ξένων δημιουργών, όπως ο Baudelaire ( απ΄ όπου ο ποιητής εμπνεύστηκε τον τίτλο του δεύτερου ποιήματος της συλλογής «Άλμπατρος»), o Όσκαρ Ουάιλντ, ο Γ. Σεφέρης, ο Πολ Βαλερύ και επεξηγούνται στις δεκαοκτώ υποσημειώσεις του έργου.

Ξεκινώντας με τον σώφρονα που του δόθηκε η εντολή «Eris sacerdos in aeternum” («Θα είσαι ιερεύς εις τον αιώνα») και κατέληξε «να παίζει με την άρπα του κάθε απόγευμα, την ίδια ώρα, στο ίδιο δωμάτιο με τα ίδια δάχτυλα, τις ίδιες νότες» και την απορία στο πρόσωπό του καταστάλαγμα σοφίας, τα ποιήματα του «Εγώ» σαν Άλμπατρος συντροφεύουν νωχελικά τον ποιητή στα βήματά του, τη θλίψη του που δεν έχει δάκρυα και επειδή είναι άπιαστα προσφέρουν μια ψευδαίσθηση αθανασίας, ενώ οι σκέψεις πετούν ελεύθερα και χωρίς φόβο.

«Η ζωή μας» όμως, είναι μια κλωστή ευλύγιστη, που «Κάποτε στητή και κάποτε ρωμαλέα, παριστάνει το σκοινί» που ταλαντεύεται σαν χορδή κιθάρας σε δυο σταθερά δοκάρια της αβύσσου και μπορεί να σπάσει και να οδηγήσει στην άβυσσο τη «μαυροφόρα, που με ρεμβώδη μάτια και το πένθιμο παρελθόν, έχει λόγους να ποθεί το τέλειο κρεσέντο».

Η «Αλήθεια» είναι στο Όλον, που διασχίζοντας τη φύση και το σπέρμα της ζωής καταλήγει στο Ένα (όπως και στην «Νέα Ατραπό»), ενώ το άπειρο σίγουρα δεν μπορείς να το μετρήσεις «με το κουταλάκι του καφέ» (διακειμενικότητα :  ποίημα του T.S. Eliot, «Το Τραγούδι του Προύφροκ», μτφρ. Γ. Σεφέρης), δεν πιάνεται, και η μόνη ερωτική ζεύξη το αέναου γίγνεσθαι είναι φως και σκοτάδι.  «Τα νερά της Αθανασίας» είναι ένα «ακούραστο, αδιασάλευτο κύλημα υδάτινης μάζας» όπου «τα βότσαλα γυαλισμένα, καθρέφτες του χρόνου, παίζουν το φιλμ του παρελθόντος» σε μια μοναδική και αέναη ισορροπία αθανασίας.

Κλείνοντας την περιήγηση στις δύο ποιητικές συλλογές, το ταξίδι που προσφέρει ο ποιητής είναι μοναδικό, ξεχωριστό και συναρπαστικό και αναμφίβολα αποτελεί λιμάνι για τους φίλους της ποίησης γιατί χαρακτηρίζεται από εσωτερικότητα, περιγραφικότητα και βαθύτερες αναζητήσεις και προσεγγίσεις στο ανθρώπινο είναι.

                                                                                                  Α.  Μάνου 

 

 

 

 

Κυριακή 13 Αυγούστου 2023

Λ Α Ξ Ε Υ Τ Η Σ Τ Ο Π Ι Ω Ν, 2017, ΔΙΦΡΟΣ υπό Πάτροκλου Λεβεντόπουλου (2018)

 

         Λ Α Ξ Ε Υ Τ Η Σ    Τ Ο Π Ι Ω Ν, 2017, ΔΙΦΡΟΣ

                        Υπό  Πάτροκλου   Λεβεντόπουλου


Η πρόσφατη ποιητική συλλογή του  Γιώργου  Πολ.  Παπαδάκη  ΄΄ ΛΑΞΕΥΤΗΣ  ΤΟΠΙΩΝ ΄΄σηματοδοτεί  εμφανώς μια αλλαγή της διαχείρισης κυρίως του αισθητικού -μορφολογικού και του  γνωστικού σημαντολογικού  του πεδίου,  καθώς τελικά καταφεύγει σε λιτότερα και λακωνικότερα μέσα έκφρασης, που διασφαλίζουν μια  διαύγεια στις προθέσεις του, αλλά και την δυνατότητα εμβάθυνσης  στον αναγνώστη για επισταμένη ανάλυση με αντικειμενικά κριτήρια των πονημάτων του.

Ο Γ.Π.Π  συνέθεσε ένα σπονδυλωτό φιλοσοφικό λεύκωμα στοχασμών και άλλοτε αφέθηκε από την  λυρική παρόρμηση στην αναπόληση  μιας εκλεκτικής εικονοπλασίας περιστρεφόμενος μέσα από μια οικουμενική οπτική με απόλυτο έλεγχο της εκφοράς του λόγου .

Στο βιβλίο αυτό Ο Γ.Π.Π  άλλοτε εμπνεόμενος από την παρατήρηση του περιβάλλοντος αυτόν χώρου κι άλλοτε από ενδοστρέφεια και εσωτερική ανάγκη  στρέφεται  με αυτήν την διαδικασία στην  λυρική  εξαγωγή ποικίλων συμπερασμάτων και σχολιασμών για την ανθρώπινη ύπαρξη και την σκοπιμότητά της στον κόσμο.

Με έκδηλη φιλοσοφική προδιάθεση αναλώνεται σε μια κριτική ανασκόπηση και αποτίμηση του βίου σε σύμπυκνες διατυπωμένες λυρικές αποστροφές, όπου κυριαρχεί η οικονομία των εκφραστικών μέσων  και η  ανεπιφύλακτα αποδοχή των πεπραγμένων της ζωής. Ο  ίδιος σαν τελετάρχης της υπαρξιακής εμπειρίας , την αποτυπώνει με τα ιδεογράμματα της προσωπικής του έκφρασης  για να την εξιδανικεύσει σαν μοναδική  συγκίνηση δια της τέχνης.

Ο Γ.Π.Π εκπόνησε μια σπονδυλωτή συλλογή ποιημάτων δομημένη με ενιαίο κλίμα και δόκιμη γλωσσική μορφή και αυτό εντυπωσιάζει. Σαν ποιητικός λιθοξόος ΄΄λάξευσε ΄΄ 30 ποιήματα εν είδει  πολύτιμων  και άλλοτε αδιαμόρφωτων εύθρυπτων ΄΄τετραγωνισμένων μικρολίθων που όλα  μαζί «συναρμολογημένα» αποτελούν μια καλαίσθητη συνεκτική μορφολογικά συλλογή, με ενότητα ύφους, αξιοσημείωτα πλούσιο λεξιλογικό πλούτο και δύναμη έκφρασης .


Ο   ποιητής  εσκεμμένα εστιάζει την όποια εξωστρέφεια του σε ένα τοπίο από ένθετους  διαισθητικούς καθρέφτες που αντανακλούν αφενώς τον εξωτερικό κόσμο ενώ προβάλλουν με ποικίλους τρόπους και το είδωλο του σε μια φαντασιωτική εικαστική ατμόσφαιρα μελοδραματικού ρητορικού διαλόγου.

Αρκετά από τα ποιήματα διακρίνονται  με την δωρική τους αυτάρκεια για την  αισθητική τους κομψότητα και αμεσότητα και συγκεκριμένα αναφέρω την ΄΄ΣΚΙΑ΄΄   ή ΄΄ΟΙ ΔΥΟ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ΄΄ και κυρίως την ΄΄ΑΠΟΣΚΕΥΗ ΄΄ και το  ΄΄ΣΕΝΤΟΥΚΙ΄΄.

  «Με ακολουθεί αυτή η σκιά, προπέτασμα καπνού απ’ τις αναμνήσεις. Ξεφύτρωσε απ’ το τίποτα. Ξαφνικά. Δεν υπήρχε φως να την εμποδίσει. Πολλές φορές αποποιείται το σχήμα της για να πετύχει τον σκοπό της. Παίρνει διάφορα σχήματα, να με παραπλανήσει, λουλούδι, καρέκλα, ακόμα και φεγγάρι. Το κατάλαβα όταν σκόνταψα στο μαύρο της φουστάνι. Δεν μπορώ να αντιληφθώ το παιχνίδι της. Τρέμω και μόνο στην ιδέα του σκοπού της. Εγώ είμαι ένας άνθρωπος του φωτός, γι’ αυτό βαδίζω στο σκοτάδι, μην με βρει η σκιά και με καταπιεί».

Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, Η σκιά, από τη συλλογή Λαξευτής τοπίων, Δίφρος, 2017

 

 

 

 

Τρίτη 8 Αυγούστου 2023

ΓΥΝΑΙΚΕΣ, ΤΣΑΡΛΣ ΜΠΟΥΚΟΒΣΚΙ, 1977

 

 ΓΥΝΑΙΚΕΣ, ΤΣΑΡΛΣ ΜΠΟΥΚΟΒΣΚΙ, 1977

Η ηθική είναι ο πιο αποτελεσματικός μηχανισμός για να σέρνεις την                 ανθρωπότητα από τη μύτη.

Φρήντριχ Νίτσε

 

           


Ο Χένρυ Τσινάσκι, ταυτιζόταν με τον Τσάρλς Μπουκόφσκι; Κατά ένα μεγάλο μέρος ίσως. Σε ένα βιβλίο σεμινάριο για το πώς η κοινωνική άνοδος και το στάτους, οδηγεί σε αποδοχή από τις γυναίκες, ο συγγραφέας παρουσιάζει την αχαλίνωτη σεξουαλική ζωή του συγγραφέα Χένρυ Τσινάσκι. Τέσσερα χρόνια είχε να πάει με γυναίκα ο Χανκ, όπως χαϊδευτικά φώναζαν τον Τσινάσκι οι ερωμένες του. Κι όμως, μόλις απέκτησε μερική αναγνώριση, δεν προλάβαινε να συναντά γυναίκες, οι οποίες μάλιστα του πρόσφεραν τον εαυτό τους με εκπληκτική ευκολία. Το βιβλίο αποτελεί «οδηγό», στο πως ένας άσχημος, κακοφτιαγμένος πενηντάρης, γίνεται ελκυστικός στις γυναίκες, μόλις αποκτά value, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα τα χρήματα. Καλώς η κακώς οι ανθρώπινες συμπεριφορές έλκουν την καταγωγή τους από τους προγόνους της African Savana. Αυτό όμως αποτελεί αντικείμενο άλλου άρθρου. 

Το βιβλίο αποτελεί μια επιτομή ρεαλιστικής ενίοτε και κυνικής αναπαράστασης, της δεκαετίας της σεξουαλικής απελευθέρωσης, εκείνης του ’70 και αντενδείκνυται για πουριτανούς και άντρες με ψυχογένεια ή σεξουαλικά απωθημένα. Είναι πιθανόν να τους οδηγήσει βαθύτερα στην εσωτερική οδύνη. Επίσης, καλό θα ήταν να το αποφύγουν, άτομα που έχουν την τάση να κρίνουν το παρελθόν συγκριτικά με το παρών  με υποσυνείδητο πάντα σκοπό, (αλλά και συνειδητό πολλές φορές), να διακρίνουν, «ρατσιστικά», «ομοφοβικά» ή «αντιφεμινιστικά» στοιχεία. Αυτού του είδους οι νεόκοποι υποκριτές, που έχουν την τάση να φιλτράρουν τα πάντα, μέσα από μετανεωτερικά ή προσωπικά ιδεολογικά φίλτρα, σίγουρα θα θεωρήσουν ότι ο Μπουκόφσκι ήταν ένας μισογύνης, ανήθικος και ποταπός γερό μπεκρής. Φυσικά είναι το εντελώς αντίθετο, (για το μπεκρής, δεν θα είμαστε απόλυτοι), αλλά αυτή την «ανακάλυψη» την αφήνουμε στη διάθεση του υγιή αναγνώστη που θα θελήσει να προσεγγίσει το βιβλίο με ανοικτό μυαλό. Το μυθιστόρημα χείμαρρος, αποτελείται από κεφάλαια, που συνιστούν στιγμιότυπα των συναντήσεων, του Τσινάσκι με διάφορες γυναίκες, σε πολλές περιπτώσεις κατά πολύ νεότερες του, πάντα όμως ενήλικες. Το κείμενο βρίθει από ρεαλιστικές σεξουαλικές περιγραφές που όμως σε αντίθεση με ένα πορνογράφημα δεν αποτελούν αυτοσκοπό, αλλά φυσική απόρροια μιας καθημερινότητας. Ο επιβήτορας συγγραφέας διαρκώς αναρωτιέται: γαμάει, γιατί του αρέσει; Γαμάει γιατί θέλει να καλύψει τον χαμένο χρόνο; Γαμάει γιατί υπάρχει άφθονη προσφορά; Ο συγγραφέας με παράδοξο τρόπο, στηλιτεύει την ίδια του τη ζωή. Αλλά τι είναι η «ηθική» τελικά;


«…Τα γαμήσια μας ήταν μεγαλείο, καλοπερνούσαμε, γελούσαμε. Δεν θυμόμουν να είχα περάσει πιο πολιτισμένα, κανένας απ΄ τους δυο να μην έχει άλλες απαιτήσεις, κι ωστόσο να υπάρχει ζεστασιά, να υπάρχει συναίσθημα, να μην είναι μονάχα σαν κρέας που σμίγει με κρέας. Το απεχθανόμουν αυτό το νταραβέρι, αυτό το σεξ που συναντάς στο Λος Άντζελας, στο Χόλυγουντ, στο Μπελ Ερ, στο Μαλιμπού, στο Λαγκούνα Μπιτς. Ξένοι όταν συναντιέστε, ξένοι κι όταν χωρίζεστε – ένα γυμναστήριο όλο κορμιά που ανώνυμα μαλακίζουν το ένα το άλλο. Οι άνθρωποι δίχως ηθικούς κώδικες συχνά περνιούνται για πιο απελευθερωμένοι, αλλά στην πραγματικότητα τους λείπει η ικανότητα να αισθανθούν ή να αγαπήσουν. Κι έτσι γίνονται απλώς σεξουλιάρηδες. Πεθαμένοι πηδάνε πεθαμένους. Κανένα ρίσκο κανένα χιούμορ, τίποτα στο παιχνίδι τους – πτώματα πηδάνε πτώματα. Οι ηθικές αξίες είναι περιοριστικές, αλλά έχουν θεμελιωθεί στην ανθρώπινη πείρα μέσα στους αιώνες. Μερικές ηθικές αξίες τείνουν να κρατάνε σκλάβους τους ανθρώπους στα εργοστάσια, στις εκκλησίες στο κράτος. Άλλες ηθικές αξίες, είναι απλούστατα σωστές και λογικές. Είναι σαν κήπος που έχει και δηλητηριώδεις καρπούς,  αλλά και καλούς καρπούς. Το θέμα είναι να ξέρεις ποιόν καρπό να κόψεις και να φας, και ποιόν να αφήσεις εκεί που είναι».


Η γραφή του Μπουκόφσκι, απολαυστική, χειμαρρώδης, καταφέρνει να αποκαλύψει έναν κεκαλυμμένο συναισθηματισμό και μια ραγισμένη ευαισθησία   πίσω από την βιτρίνα μιας κατακερματισμένης κοινωνικής ηθικής. Εξαιρετική η μετάφραση του Γ. Ι. Μπαμπασάκη.

                                                                        Γιώργος Πολ. Παπαδάκης

                                                                    

Παρασκευή 28 Ιουλίου 2023

ΔΡΑΚΟΥΛΑΣ Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ, ΜΙΧ. ΔΑΓΚΛΗΣ

 


Τελευταία δουλειά είναι το Δράκουλας: H εξομολόγηση του, σε σενάριο Γιώργου Πολ. Παπαδάκη, από εκδόσεις 'Δρόμων'. Εδώ βαδίζουμε σε πιο mainstream μονοπάτια, μα με το άρωμα του retro να εξακολουθεί να είναι έντονο παρότι διαδραματίζεται στην σύγχρονη εποχή. Αποτελεί την μεγαλύτερη (σε έκταση) δουλειά του Νίκου και την πιο ώριμη. Είναι η ιστορία του Δράκουλα μέσα από μια διαφορετική οπτική. Έχει πολλούς χαρακτήρες, μεγάλες σκηνές δράσης, μια δουλεμένη ιστορία, ενώ δεν παραλείπεται το μακελειό. Το αγαπημένο, λατρεμένο μακελειό. Η ιστορία σφύζει από την αγάπη των δημιουργών για τον χαρακτήρα του Μπραμ Στόκερ. Θέλουμε οι δουλειές των καλλιτεχνών να είναι φτιαγμένες με αγάπη και μεράκι και όχι να υπάρχουν για να εξυπηρετήσουν το κοινό, και αυτό ακριβώς συμβαίνει εδώ. Το Δράκουλας: η εξομολόγηση του είναι ένα αριστοτεχνικό κόμικ και αξίζει μεγαλύτερης αναγνώρισης. Ελάτε, έχουμε Έλληνες να διασκευάζουν το "Δράκουλα" - πόσες φορές θα τύχει να το πούμε αυτό;! Θα βρείτε το κόμικ online και σε κομιξάδικα.

Πέμπτη 6 Ιουλίου 2023

ΔΡΑΚΟΥΛΑΣ, Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ, ΚΡΙΤΙΚΗ GREEKCOMICS1 (INDIAN)

 



Προσωπικά δηλώνω λάτρης των ιστοριών του Δράκουλα κι αυτός ήταν ο βασικός λόγος που αγόρασα τον εν λόγω graphic novel (ένας δεύτερος λόγος είναι το υπέροχο σχέδιο του Malk). Για να είμαι, όμως, ειλικρινής, περίμενα να μην εκπλαγώ με την αφήγηση, μιας κι όλοι ξέρουμε πάνω-κάτω το origin του χαρακτήρα και την πορεία του στον χώρο της λογοτεχνίας, του κινηματογράφου και των κόμικς. Συνήθως μένει να δούμε απλά μία νέα προσέγγιση στον ήδη υπάρχοντα μύθο. Με χαρά μου, λοιπόν, διαπίστωσα ότι εδώ δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

 

Ο κ.Παπαδάκης, πολύ μαεστρικά, δημιουργεί ένα σενάριο που αντιτίθεται στα κλισέ και τα αναμενόμενα, αλλά ταυτόχρονα κρατάει την υφή και την αίγλη του origin. Το σενάριο εκτυλίσσεται, όχι στον μεσαίωνα, αλλά στην σύγχρονη εποχή, αυτή που ζούμε και μας ταξιδεύει μέσα στην καρδιά του άντρου του Ρουμάνου Βοεβόδα. Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιες μικρές αναδρομές στο παρελθόν, οι οποίες βοηθούν στην σωστότερη κατανόηση της αφήγησης. Η πλοκή ξεκινάει ήπια, αλλά από την αρχή κιόλας μάς υπόσχεται ότι αυτή η ηρεμία, σε λίγο, θα μετατραπεί στον απόλυτο τρόμο. Όσο κυλούν οι σελίδες η ένταση ανεβαίνει και κορυφώνεται. Όσον αφορά τον Δράκουλα, ο συγγραφέας, φροντίζει να του αποδώσει περισσότερα ανθρώπινα χαρακτηριστικά και να βάλει τον αναγνώστη να δει την “καλή” του πλευρά. Να ακούσει την ιστορία, από το στόμα του κι όχι από τις κλασικές περιγραφές των εχθρών του. Προσωπικά βρήκα ευφυή και πρωτότυπη αυτή την συγγραφική προσέγγιση. :clap2: Εννοείται, πάντως, ότι η σατανική του υπόσταση υπάρχει. Πώς δεν θα μπορούσε άλλωστε, μιας και μιλάμε για τον Δράκουλα? :P Το φινάλε κλείνει την ιστορία με αρκετό αίμα (όπως αρμόζει), με θλίψη, αλλά και με όμορφα τοπία. Κάπου αχνά ένιωσα και μία αίσθηση δικαίωσης του βασιλιά του σκότους. Εν κατακλείδι, πρόκειται για μία ιστορία που την προτείνω ανεπιφύλακτα σε όλους τους λάτρεις της κουλτούρας του Δράκουλα, που επιθυμούν να διαβάσουν κάτι διαφορετικό. :)

 


Για το σχέδιο δεν μπορούμε να πούμε πολλά. Ο Malk, έχει δώσει από παλιά δείγματα γραφής κι έχει καθιερωθεί στον χώρο με το πανέμορφο κι άκρως ρεαλιστικό σχέδιό του. Έτσι κι εδώ, έχουμε μία απόδοση τοπίων αριστοτεχνική, ενώ και οι χαρακτήρες ήταν καλοσχεδιασμένοι κι ο αναγνώστης διέκρινε στα πρόσωπά τους την θλίψη, τον τρόμο, την απογοήτευση, τον πόνο και γενικά όλες τις εκφάνσεις που έπρεπε να έχουν την κάθε στιγμή. Ο Δράκουλας φέρνει πολύ στον μεγάλο Christopher Lee, ενώ κάποιες κινήσεις του (όπως πχ όταν βάζει το εσωτερικό της παλάμης του κάτω από τα μάτια του) φέρνουν στο στυλ του, άλλου μεγάλου, Bela Lugosi:clap2: Το ασπρόμαυρο χρώμα νομίζω ότι δένει πολύ καλά με το περιεχόμενο και γενικά με το στυλ που θέλουν οι συντελεστές να επικρατήσει. Και για να μην λέτε ότι δεν κάνω παράπονα, ας πω ένα. :P Το σχέδιο το βρήκα πολύ λεπτομερές, αλλά με το υπάρχον φορμάτ της έκδοσης και με το μαύρο πλαίσιο των σελίδων, μου φάνηκε (σε αρκετά σημεία, όχι συνέχεια) ότι ασφυκτιά στα καρέ, είναι παραφορτωμένο και μπερδεύει. Με ένα μεγαλύτερο φορμάτ (αν και δεν είμαι λάτρης των μεγάλων διαστάσεων στις εκδόσεις), νομίζω ότι θα απολαμβάναμε καλύτερα το αποτέλεσμα.

 

Όσον αφορά την έκδοση την βρήκα πολύ προσεγμένη και στιβαρή. Το χρώμα στο εξώφυλλο δένει καλά, ενώ τα σχέδια, τόσο στο εξώφυλλο, όσο και στο οπισθόφυλλο, είναι επιβλητικά και προϊδεάζουν τον αναγνώστη ότι θα διαβάσει κάτι καλό. Η κόλληση φαίνεται αρκετά ανθεκτική, ενώ το ματ χαρτί είναι παχύ και προσφέρεται σε πολλές αναγνώσεις. Στα έξτρα, ο αναγνώστης θα βρει (στην αρχή) ένα ολοσέλιδο σκίτσο του Malk, καθώς και μία εισαγωγή από τον κ.Παπαδάκη για την Τρανσυλβανία, δοσμένη με ποιητική-λογοτεχνική χροιά. Μετά το πέρας της ιστορίας, έχουμε τις βιογραφίες των δύο συντελεστών, για να ακολουθήσουν στην συνέχεια δύο σελίδες με προσχέδια. Το μοναδικό παράπονο που θέλω να εκφράσω είναι ότι θα έπρεπε να είχε γίνει καλύτερη επιμέλεια των κειμένων, γιατί εντόπισα αρκετά λαθάκια (κάποιες λέξεις που δεν μπήκαν ή μπήκαν σε λάθος θέση, κάποια γράμματα που έλειπαν κ.ά.), τα οποία καλό θα ήταν να μην υπήρχαν. Όχι ότι μου στέρησαν την απόλαυση, απλά υποβαθμίζουν την τόσο καλή προσπάθεια. Δεν θα μπω στην λογική να τα επισημάνω. Με μία γρήγορη ανάγνωση γίνονται ευδιάκριτα. Κατά τα άλλα, εύχομαι να κυκλοφορήσουν κι άλλες τέτοιες δουλειές που να φέρουν την ελληνική σφραγίδα και να αγκαλιαστούν όπως τους αξίζει από το αναγνωστικό κοινό. :)



 


Σάββατο 17 Ιουνίου 2023

ΕΝΑ ΝΕΟ ΕΙΔΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΝΑΔΥΕΤΑΙ: Ο ΝΕΟΦΑΣΙΣΤΑΣ

 

ΕΝΑ ΝΕΟ ΕΙΔΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΝΑΔΥΕΤΑΙ: Ο ΝΕΟΦΑΣΙΣΤΑΣ

 


Ο φασισμός, δεν είναι ιδεολογία. Είναι στάση ζωής. Είναι η προσπάθεια φίμωσης της γνώμης του άλλου, που δεν ταυτίζεται με τη δική σου. Είναι επίσης η προσπάθεια επιβολής της δικής σου γνώμης ως «σωστής». Ο 21ος πρώτος αιώνας έχει αναδείξει σε υπερθετικό βαθμό προβλήματα και θέματα που κάποτε αποτελούσαν ταμπού και «καυτά κάρβουνα». Ομοφυλοφιλία, ρατσισμός, ισότητα των ανθρώπων. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν σταμάτησε η πάλη για μια πιο ελεύθερη κοινωνία με στόχο την «ουτοπία». Την ουτοπία μιας ελεύθερης κοινωνίας απόλυτα ίσων μελών. Μια κοινωνία, αλληλοσεβασμού, σεβασμού της οποίας διαφορετικότητας, μια κοινωνίας, όπου οι ερωτικές προτιμήσεις, το χρώμα, η κοινωνική τάξη, η πολιτική ιδεολογία, το θρήσκευμα,  η εν γένει διαφορετικότητα δεν θα παίζει κανένα ρόλο αρνητικό, ούτε θα αποτελεί αντικείμενο κρίσης. Πράγματα θεωρητικά αυτονόητα, που όπως τελικά αποδεικνύεται, δεν είναι. Ακόμα κι από εκείνους που υποτίθεται τα υποστηρίζουν.

Η διαφορετικότητα των πολιτισμών, μέσα από αιώνες πολιτισμικής και κοινωνικής  ζύμωσης  αναπόφευκτα, έχει παγιώσει «ήθη, έθιμα και παραδόσεις» που έχουν καταγραφεί στη συλλογική συνείδηση λαών και εθνοτήτων σαν «απολύτως σωστά». Αυτό καθιστά το μέσο άνθρωπο, με μια μέτρια ανάπτυξη συνειδητότητας  ικανό να περιχαρακώνει αντιλήψεις και απόψεις μέσα στα κλειστά ερμάρια του μυαλού του, ως «απόλυτα σωστές» και «ορθές», έτσι ώστε να καθιστά δύσκολο έως αδύνατο να δεχθεί οποιαδήποτε αλλαγή. Ισότητα ναι, ελευθερία λόγου ναι… αλλά

Όλος αυτός  ο ορυμαγδός αλλαγών μέσω και της ασύδοτης ελευθερίας που έδωσε το διαδίκτυο, οδήγησε τον καθένα, να λέει, ότι θέλει, όπως θέλει, όποτε θέλει. Όταν ο Μ. Θεοδωράκης, μίλησε για αριστερόστροφο φασισμό σε μια δημόσια ομιλία, πολλοί έπεσαν να τον φάνε με τη ρήση: «Ο Μίκης ξεκούτιανε» ακριβώς επειδή δεν εξέφραζε την άποψή τους. Αν παρόλη την ηλικία του έλεγε ή δεν έλεγε αυτό που ήθελαν να ακούσουν, οι ίδιοι άνθρωποι, θα έλεγαν: «Α ρε Μίκη λεβέντη, τα έχεις τετρακόσια, ζεις για να μας οδηγείς».


Όταν κάποιοι εκφράζουν την αντίθεση τους σε γάμους ομοφύλων ή σε υιοθέτηση παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια, αντιμετωπίζονται με βδελυρό τρόπο και διώκονται λεκτικά. Γιατί άραγε θα πρέπει να συμφωνούν, ντε και καλά;

Όταν κάποιοι διαφωνούν με το μεταναστευτικό και εκφράζουν μια διαφορετική άποψη για τους λαθρομετανάστες διώκονται λεκτικά ως «φασίστες» και ρατσιστές».

Σε μια ανάρτηση μου σε κινηματογραφικό σάιτ, έκανα πριν καιρό ένα ποστ, με θέμα ότι κάποιοι κινηματογραφικοί ρόλοι, όπως τρελών, ψυχοπαθών, αναπήρων ανθρώπων είναι «πιασάρικοι» για όσκαρ. (Η Λάμψη, Τζόκερ, Το αριστερό μου πόδι, Ο άνθρωπος της βροχής κ.α). Ειδικά αν το ηθοποιός είναι μεγάλου βεληνεκούς η διάκριση είναι πολύ πιθανή. Το δύσκολο έγραψα, είναι να πάρεις όσκαρ ενσαρκώνοντας ένα συμβατικό χαρακτήρα.


Το ποστ είχε μια γενικά μεγάλη απήχηση με ανταλλαγή απόψεων και αρκετά λάικς. Το επόμενο πρωί που ξύπνησα και μπήκα είδα και κάποια σχόλια με αναφορές περί ρατσισμού. Σκέφτηκα, ότι μπήκα σε λάθος ομάδα και ξαναπροσπάθησα αλλά βεβαιώθηκα ότι αφορούσε το δικό μου ποστ. Έπαθα σοκ. Οι χαρακτηρισμοί υπήρχαν διότι είχε αναφερθεί (γενικόλογα φυσικά), η λέξη «τρελός». Διότι πως τολμάς να αναφέρεις τη λέξη τρελός, είναι υποτιμητική θεώρησαν οι νεοφασίστες (για ποιόν;;;). Εκεί συνειδητοποίησα …το.. που ζω και το τι μέλλει γενέσθαι. Κοινώς, δεν έχουμε δει τίποτα ακόμα.

Οι λέξεις: φασισμός, ρατσισμός, ομοφοβία κλπ, έχουν γίνει καραμέλα στα στόματα των περισσότερων, ειδικά νεαρότερων ατόμων που μεγαλώνουν με αυτή τη νοοτροπία. Με τη νοοτροπία, του ότι αν τολμήσει κάποιος να πει, ότι δεν του αρέσει στο 90% των σειρών ή των σύγχρονων ταινιών που παρακολουθεί να βλέπει, διαρκώς σχέσεις και οικογένειες ομοφύλων διότι θεωρεί ότι δεν αντικατοπτρίζει τον κοινωνικό μέσο όρο (δεν είναι κακό, για το γράφοντα είναι εντελώς αδιάφορο), να πέφτουν να τον ξεσκίσουν.

Με τη νοοτροπία ότι αν κάποιος τολμήσει να ξεστομίσει…. Ότι το τάδε χρονικό διάστημα την περίοδο της χούντας, έγιναν πολλά έργα σε μια περιοχή ή η οικονομία άκμαζε (χωρίς να είναι απαραίτητα υποστηρικτής του καθεστώτος), να πέφτουν να τον ξεσκίσουν.

Με τη νοοτροπία ότι αν κάποιος τολμήσει να πει ότι πιστεύει στο Χριστό και στην Παναγία, (ακόμα κι αν αυτό το εκφράσει με ταπεινό τρόπο, χωρίς πρόκληση), να πέφτουν να τον ξεσκίσουν, ως αμόρφωτο και κομμάτι του όχλου.

Με τη νοοτροπία, ότι αν κάποιος τολμήσει να πει ότι κάνει «διαλογισμό» και «γιόγκα» και ότι «ο Θεός είναι παντού» να πέφτουν να τον ξεσκίσουν (οι άλλοι αντίστοιχοι φανατικοί, θεουσάτοι χριστιανοί), γιατί ο Θεός είναι ένας, ο αληθινός, αυτός που «πιστεύουμε  εμείς», και οτιδήποτε άλλο είναι κατασκεύασμα του διαβόλου του σατανά η του δαίμονα και ο οποιαδήποτε το αναφέρει ή το υποστηρίζει είναι πλανημένος.

Με τη νοοτροπία, ότι αν κάποιος τολμήσει να πει ότι είναι άθεος, αυτό αυτόματα συνδέεται από τους «καλούς ανθρώπους» με «ηθική έκπτωση» και λιθοβολείται είτε άμεσα είτε έμμεσα. Διότι πως μπορεί ένας άνθρωπος «καλός» να μην είναι θεοσεβούμενος;

Με τη νοοτροπία, ότι αν κάποιος τολμήσει να πει ότι του αρέσει το κρέας και δη το κυνήγι, είναι «ένα κτήνος» που καταναλίσκει «αθώες ψυχούλες» αντί να είναι βήγκαν. Διότι δε μπορεί ένας «ευαίσθητος» άνθρωπος να τρώει κρέας.

Με τη νοοτροπία-χαριτολογώντας πλέον - ότι αν κάποιος προτιμά τις λευκές φρυγανιές, και όχι τις σικάλεως που είναι σκούρες… είναι ρατσιστής με τις φρυγανιές.


Δεν υπάρχει σωστό και λάθος
. Όλα αυτά είναι κατασκευάσματα των ανθρώπων, ανάλογα την εποχή και την κοινωνία. Το μόνο αντικειμενικό λάθος είναι να θεωρείς τη γνώμη του άλλου υποδεέστερη από τη δική σου, ακόμα κι αν ανήκει σε  μια μειοψηφία, ακόμα κι αν δεν είναι της μόδας, ακόμα κι αν ανατρέπει τη δική σου κοσμοθεωρία. Το μόνο αντικειμενικό λάθος είναι να προσπαθείς να βλάψεις ή να κακοποιήσεις ή να λοιδορήσεις ή να κατηγορήσεις τον άλλον επειδή δεν έχει την δική σου άποψη ή τη δική σου σκιαγράφηση πάνω σε διάφορα θέματα.

Τη δεκαετία του 1920, μια γυναίκα με φούστα κοντύτερη από 20 εκατοστά από το έδαφος (νόμος Πάγκαλου) θεωρούταν ελαφριών ηθών και χαρακτηριζόταν σαν πουτάνα από τον κοινωνικό περίγυρο. Όλοι ήταν σίγουροι γι αυτό.

Τις δεκαετίες του ‘40 και του ‘50 γινόντουσαν εγκλήματα  τιμής σε επαρχιακές περιοχές και αλληλοσκοτώνονταν μεταξύ τους μέσα από ταμπέλες «αριστερός» και «δεξιός». Οι περισσότεροι, άνθρωποι αγράμματοι, χωρίς κάν ιδεολογική και πολιτική μόρφωση, δρούσαν πρωτόγονα μέσα από στεγανά και βδελυρές ιδεοληψίες που είχαν κληρονομήσει από τους, με τον ίδιο τρόπο αναθρεμμένους γονείς τους


Μέσα από μια δίκαιη προσπάθεια, βελτίωσης σαθρών καταστάσεων παρελθόντων ετών αν όχι αιώνων, μέσα από κοινωνικές αδικίες, ανισότητες, ομοφοβίες, αποκλεισμό κοινωνικών ομάδων, διωγμών, άσκηση βίας ο σύγχρονος άνθρωπος με σημαία του, την «ελευθερία της έκφρασης» τείνει να εξομοιώνεται με τον κλασικό ρατσιστή της δεκαετίας του ‘60 που θα έλεγε «σκυλάραπα» έναν έγχρωμο καθ όλα ισότιμο άνθρωπο, με βάση το χρώμα του ή θα έσκουζε και θα απέκλειε από τον κοινωνικό περίγυρο κάποιον άνθρωπο που απλώς θα είχε διαφορετικές ερωτικές προτιμήσεις.


Οι αδικίες αυτές, πολλών χρονών, ανέπτυξαν ένα νέο είδος σύγχρονου ανθρώπου: τον νεοφασίστα. Τον προκλητικό «ιδεαλιστή» «αντι-ομοφοβικό», «αντι-ρατσιστή», «αντι-φασίστα», μετανεωτερικό άνθρωπο που σκούζει σε κάθε ευκαιρία με όποιον θεωρεί ότι παρεκκλίνει από το «σωστό δρόμο». Ο νεοφασίστας δεν μπορεί να διακρίνει, τον πραγματικά κακό άνθρωπο, τον πραγματικό ρατσιστή ή τον πραγματικά ομοφοβικό, αλλά επιτίθεται και καυτηριάζει, μια οποιαδήποτε έκφραση ή φράση αντίκειται κατ εκείνον με το όραμα «ελευθερίας» που τον ποτίζει.

Ο νεοφασίστας «ψάχνει να βρει» ατόπημα παντού: από τη λεπτομέρεια, από μια οποιαδήποτε άποψη, από μια ασήμαντη έκφραση για να χαρακτηρίσει, να κατηγορήσει και να καταδικάσει. Ο νεοφασίστας κυριαρχείται από το μίσος και τείνει ν

α εξομοιωθεί με το παλαιό αποκρουστικό πρότυπο του «πρωτόγονου» άξεστου, ακοινώνητου αρτηριοσκληρωτικού μονολιθικού «κατόχου της απολύτου αλήθειας». Αν μπορούσε θα κρέμαγε, ή θα σκότωνε. Ο νεοφασίστας πολλαπλασιάζεται καθημερινά και κρίνει κατακρίνει καταδικάζει, διότι αυτός γνωρίζει, το «σωστό» και όποιος δεν ταυτίζεται με τις απόψεις του αποτελεί θλιβερό απομεινάρι ενός ακατονόμαστου παρελθόντος. Ο νεοφασίστας είναι υποκριτής.


Ο νεοφασίστας αρέσκεται να κατηγορεί και να βρίζει καθημερινά και μέσω του πληκτρολογίου του σε κοινωνικά δίκτυα και ομάδες. Οποιαδήποτε φήμη «αμαυρώνει» την υπόληψη κάποιου, δε διστάζει να την αναπαράγει και να βγάλει συμπεράσματα, χωρίς αποδείξεις, απλά με μόνο όχημα τη φήμη.

Ο κλασικός παλαιός φασίστας, ήταν το λιοντάρι που το έβλεπες, γνώριζες ότι θα «σε φάει» και το απέφευγες. Ο νεοφασίστας, είναι η κόμπρα, που είναι ντυμένη με το ένδυμα μιας δήθεν δικαιοσύνης»  και στην πρώτη ευκαιρία θα σε κρεμάσει από το πρώτο κλαδί μια τυχαίας βελανιδιάς.

Η σύγχρονη παράνοια οδηγεί ήδη σε συζητήσεις για… άκουσον, άκουσον, αλλαγές σε λέξεις ή εκφράσεις κλασικών λογοτεχνικών έργων μιας άλλης εποχής με κριτήριο «το σωστό της σημερινής εποχής». Οι «δέκα μικροί νέγροι» της Αγκάθα Κρίστι θα λογοκριθεί και το «Αχ κουνελάκι, κουνελάκι, ξύλο που θα το φας», θα καταργηθεί, γιατί…. προάγει τη βία.

Καθηγητής απολύθηκε σε άλλη χώρα, επειδή αποκάλεσε ένα μαθητή με το φίλο του και όχι με το φύλο που είχε δηλώσει ο ίδιος. (Πράγματι έχει δικαίωμα ο καθένας να αυτοπροσδιορίζεται, αλλά τι θα γίνει αν κάποιου του ξεφύγει και εκφράσει αυτό που βλέπει κατά λάθος;)

Μαθητής αποβλήθηκε  σε άλλη χώρα, επειδή είχε μπλούζα με λεζάντα ότι: «τα φύλα είναι δύο», και αυτό θεωρήθηκε ότι πλήγωσε συμμαθητές του που θεωρούσαν ότι ανήκαν σε άλλο φύλο. (Άραγε αν εκείνοι φόραγαν μπλούζα ότι τα φύλα είναι δέκα, θα αποβάλλοντο, επειδή θα πληγώνονταν οι ψυχές, των άλλων μαθητών που πίστευαν ότι τα φύλα είναι δυο;;)


Τα δικαία, πράγματι, αιτήματα για την αποτίναξη σκοτεινών και παλαιομοδίτικων νοοτροπιών του παρελθόντος, οδηγεί σε ίσως ακόμα χειρότερα μονοπάτια. Διότι ο άνθρωπος δεν θα κρίνεται από την πραγματική ουσία του, αλλά από μια «στάση θεαθήναι», από το αν θα του ξεφύγει μια λέξη ή θα πει κάτι παραπάνω. Ο τρόμος για το είδος της  έκφρασης πιθανότατα θα κυριαρχήσει και αυτό δεν είναι επιστημονική φαντασία.

Θεωρώ ότι είμαστε ακόμα στην αρχή μιας νέας εποχής, «δικαιοσύνης» και «ελευθερίας» που ανατέλλει. Ο Θεός να βάλει το χέρι του.

 


 

 

 

Ο ΜΕΣΟΣ ΝΕΟΗΛΙΘΙΟΣ ΚΙ Η ΜΑΡΙΝΕΛΛΑ

  Ο ΜΕΣΟΣ ΝΕΟΗΛΙΘΙΟΣ ΚΙ Η ΜΑΡΙΝΕΛΛΑ Δεν υπάρχει πλέον τίποτα που να μη μπαίνει στη διαδικασία να κρίνει κάποιος. Φυσικά μπορεί να κρίνει κ...