Είναι κάποιοι συγγραφείς που
κάνουν πρώτα τη μαθητεία τους στο διήγημα πριν περάσουν στο μυθιστόρημα (όπως ο
Ανδρέας Μήτσου), ενώ κάποιοι άλλοι ξεκινάνε με το μυθιστόρημα, και, χωρίς να το
εγκαταλείψουν, κάποια στιγμή ασχολούνται και με το διήγημα (για παράδειγμα η
Ιζαμπέλ Αλιέντε), ενώ ορισμένοι μένουν προσκολλημένοι σταθερά στο διήγημα.
Ανάμεσα στους τελευταίους ανήκει ο κορυφαίος διηγηματογράφος μας, ο Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης.
Ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης ανήκει στην πρώτη περίπτωση. Ξεκινώντας με τις συλλογές διηγημάτων του «Οι δρόμοι του φανταστικού» και «Ακατονόμαστες εξομολογήσεις» σκέφτηκε ότι είναι καιρός να περάσει στο μυθιστόρημα. Μάλιστα η στροφή είναι διπλά ειδολογική, αφού εγκαταλείπει το «φανταστικό», το οποίο διακόνησε με συνέπεια, για να ασχοληθεί με το αστυνομικό μυθιστόρημα. Ο «Ματωμένος έρωτας» είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, με όλα τα χαρακτηριστικά του είδους: άφθονο σασπένς, ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ, τύποι του υποκόσμου, πυροβολισμοί και πτώματα, και φυσικά έρωτας.
Μια καλή συνταγή κάνει ένα καλό φαγητό, αν την εφαρμόσεις με συνέπεια.
Όμως όχι πάντα. Πρόσφατα άκουσα μια φίλη μου να μου λέει ότι το καταπληκτικό φαγητό που μας πρόσφερε το έφτιαξε αυτοσχεδιάζοντας. Για να φτιάξεις ένα επιτυχημένο φαγητό δεν είναι απαραίτητο να ακολουθείς πάντα τη συνταγή.
Το μυθιστόρημα αυτό του Παπαδάκη δεν ακολουθεί με συνέπεια τη συνταγή του αστυνομικού μυθιστορήματος. Προσθέτει και άλλα υλικά, που κανονικά ανήκουν σε άλλα λογοτεχνικά είδη. Το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα επιτυχημένο. Το απόλαυσα όπως απόλαυσα - τηρουμένων των αναλογιών - και το φαγητό της φίλης μου.
Αυτό που βλέπουμε συνήθως σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα είναι μια κάποια τυποποίηση των χαρακτήρων. Αλλά, ακόμα και αν μας σκιαγραφηθούν αρχικά οι χαρακτήρες ως πρόσωπα με σάρκα και αίμα, στη συνέχεια τους βλέπουμε να ενεργούν ως μαριονέτες. Ή καλύτερα, να ενεργούν εντελώς αποπροσωποποιημένοι, ως τυπικοί «καλοί» ήρωες και ως τυπικοί «κακοί». Οι ήρωες όμως του Παπαδάκη δεν είναι οι τυπικά «καλοί» και οι τυπικά «κακοί». Αν φανταστούμε μιαν ευθεία όπου το ένα άκρο το καταλαμβάνουν οι απόλυτα κακοί και το άλλο οι απόλυτα καλοί, οι ήρωες του Παπαδάκη δεν βρίσκονται ποτέ στα άκρα. Οι κακοί κατά διαστήματα εκδηλώνουν αισθήματα καλοσύνης, ενώ σε κάποιους η κακία τους αιτιολογείται από τα κτυπήματα της μοίρας, όπως στους ήρωες του νατουραλιστικού μυθιστορήματος. Έτσι αιτιολογείται η κακία της Ηρώς, πράγμα που μας κάνει να νοιώθουμε μια κάποια θλίψη για το τραγικό της τέλος (δεν προδίδουμε το τέλος, το τέλος στα αστυνομικά μυθιστορήματα είναι πάντα γνωστό, οι κακοί πεθαίνουν). Και ο «κακός» της ιστορίας στο τέλος αποσπάει κάπως τη συμπόνια μας, όταν τον βλέπουμε να θρηνεί πάνω από το πτώμα της γυναίκας που αγαπάει. Δεν μας έχουν συνηθίσει τα αστυνομικά έργα να βλέπουμε τους «κακούς» να έχουν ανθρώπινα αισθήματα.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ενώ το τυπικό αστυνομικό μυθιστόρημα εστιάζεται στη δράση, ο Παπαδάκης αφιερώνει αρκετό χώρο για να περιγράψει τα αισθήματα των ηρώων του, παρουσιάζοντάς τους έτσι ως ζωντανές προσωπικότητες και όχι άχρωμες -έστω, έγχρωμες- φιγούρες ενός παιχνιδιού ηλεκτρονικού υπολογιστή. Έτσι το μυθιστόρημα, ενώ έχει την τυπική δομή του αστυνομικού μυθιστορήματος, αγγίζει σε μεγάλο βαθμό και το κοινωνικό μυθιστόρημα.
Δεν ξέρω αν η επόμενη υπέρβαση του Παπαδάκη θα είναι προς αυτό το είδος. Ως ταλαντούχος συγγραφέας όμως είμαστε σίγουροι ότι θα μαγεύει τους αναγνώστες του με όποιο είδος και αν ασχοληθεί.
Μπάμπης Δερμιτζάκης
Ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης ανήκει στην πρώτη περίπτωση. Ξεκινώντας με τις συλλογές διηγημάτων του «Οι δρόμοι του φανταστικού» και «Ακατονόμαστες εξομολογήσεις» σκέφτηκε ότι είναι καιρός να περάσει στο μυθιστόρημα. Μάλιστα η στροφή είναι διπλά ειδολογική, αφού εγκαταλείπει το «φανταστικό», το οποίο διακόνησε με συνέπεια, για να ασχοληθεί με το αστυνομικό μυθιστόρημα. Ο «Ματωμένος έρωτας» είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, με όλα τα χαρακτηριστικά του είδους: άφθονο σασπένς, ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ, τύποι του υποκόσμου, πυροβολισμοί και πτώματα, και φυσικά έρωτας.
Μια καλή συνταγή κάνει ένα καλό φαγητό, αν την εφαρμόσεις με συνέπεια.
Όμως όχι πάντα. Πρόσφατα άκουσα μια φίλη μου να μου λέει ότι το καταπληκτικό φαγητό που μας πρόσφερε το έφτιαξε αυτοσχεδιάζοντας. Για να φτιάξεις ένα επιτυχημένο φαγητό δεν είναι απαραίτητο να ακολουθείς πάντα τη συνταγή.
Το μυθιστόρημα αυτό του Παπαδάκη δεν ακολουθεί με συνέπεια τη συνταγή του αστυνομικού μυθιστορήματος. Προσθέτει και άλλα υλικά, που κανονικά ανήκουν σε άλλα λογοτεχνικά είδη. Το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα επιτυχημένο. Το απόλαυσα όπως απόλαυσα - τηρουμένων των αναλογιών - και το φαγητό της φίλης μου.
Αυτό που βλέπουμε συνήθως σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα είναι μια κάποια τυποποίηση των χαρακτήρων. Αλλά, ακόμα και αν μας σκιαγραφηθούν αρχικά οι χαρακτήρες ως πρόσωπα με σάρκα και αίμα, στη συνέχεια τους βλέπουμε να ενεργούν ως μαριονέτες. Ή καλύτερα, να ενεργούν εντελώς αποπροσωποποιημένοι, ως τυπικοί «καλοί» ήρωες και ως τυπικοί «κακοί». Οι ήρωες όμως του Παπαδάκη δεν είναι οι τυπικά «καλοί» και οι τυπικά «κακοί». Αν φανταστούμε μιαν ευθεία όπου το ένα άκρο το καταλαμβάνουν οι απόλυτα κακοί και το άλλο οι απόλυτα καλοί, οι ήρωες του Παπαδάκη δεν βρίσκονται ποτέ στα άκρα. Οι κακοί κατά διαστήματα εκδηλώνουν αισθήματα καλοσύνης, ενώ σε κάποιους η κακία τους αιτιολογείται από τα κτυπήματα της μοίρας, όπως στους ήρωες του νατουραλιστικού μυθιστορήματος. Έτσι αιτιολογείται η κακία της Ηρώς, πράγμα που μας κάνει να νοιώθουμε μια κάποια θλίψη για το τραγικό της τέλος (δεν προδίδουμε το τέλος, το τέλος στα αστυνομικά μυθιστορήματα είναι πάντα γνωστό, οι κακοί πεθαίνουν). Και ο «κακός» της ιστορίας στο τέλος αποσπάει κάπως τη συμπόνια μας, όταν τον βλέπουμε να θρηνεί πάνω από το πτώμα της γυναίκας που αγαπάει. Δεν μας έχουν συνηθίσει τα αστυνομικά έργα να βλέπουμε τους «κακούς» να έχουν ανθρώπινα αισθήματα.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ενώ το τυπικό αστυνομικό μυθιστόρημα εστιάζεται στη δράση, ο Παπαδάκης αφιερώνει αρκετό χώρο για να περιγράψει τα αισθήματα των ηρώων του, παρουσιάζοντάς τους έτσι ως ζωντανές προσωπικότητες και όχι άχρωμες -έστω, έγχρωμες- φιγούρες ενός παιχνιδιού ηλεκτρονικού υπολογιστή. Έτσι το μυθιστόρημα, ενώ έχει την τυπική δομή του αστυνομικού μυθιστορήματος, αγγίζει σε μεγάλο βαθμό και το κοινωνικό μυθιστόρημα.
Δεν ξέρω αν η επόμενη υπέρβαση του Παπαδάκη θα είναι προς αυτό το είδος. Ως ταλαντούχος συγγραφέας όμως είμαστε σίγουροι ότι θα μαγεύει τους αναγνώστες του με όποιο είδος και αν ασχοληθεί.
Μπάμπης Δερμιτζάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου